Κυριακή 17 Μαρτίου 2013

ΕΛΥΤΗΣ-ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ-ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΠΕΜΠΤΟ










ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΠΕΜΠΤΟ

Η ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ
   



Ειπεν ο λαος μου:
το δικαιο που μου διδαξαν επραξα και ιδου αιωνεςαποκαμα ν' απαντεχω εξω απο την κλειστη θυρα της αυλης των προβατων.Γνωριζε τη φωνη μου το ποιμνιο και στην καθε σφυριγματια μουαναπηδουσε και βελαζε. Αλλοι ομως, και πολλες φορες ιο ιδιοι που πενευανε την καρτερια μου, απο δεντρα και μαντρες πηδωντας, επατουσανε πρωτοιτο ποδι αυτοι μες στη μεση της αυλης των προβατων.Και ιδου παντα γυμνος εγω και χωρις ποιμνιο κανενα, στεναζεν ο λαος μου.
Και στα δοντια του γυαλιζεν η αρχαια πεινα,
και η ψυχη του ετριξε πανω στην πικρα της καθως
που τριζει επανω στο χαλικι το αρβυλο του απελπισμενου.

Τοτες αυτοι που κατεχουνε τα πολλα , ν' ακουσουνε τετοιο τριξιμο,τρομαξαν. Επειδη το καθε σημαδι καταλεπτως γνωριζουνε και συχνα, μιλια
μακρια διαβαζουνε στο συμφερον τους.
Παρευθυς λοιπον τα πεδιλα τ'απατηλα ποδεθηκαν.
Και μισοι πιανοντας τους αλλους μισους, απο τό 'να
και τ' αλλο μερος τραβουσανε, τετοια λογια λεγοντας: αξια και καλα τα εργα σας,
και οριστε αυτη αυτη που βλεπετε η θυρα η κλειστη της αυλης των προβατων.
Ασηκωστε το χερι και μαζι σας εμεις, και φροντιδα δικη μας η φωτια και το σιδερο.
Σπιτικα μη φοβαστε, φαμελιες μη λυπαστε, και ποτε
σε γιου ή πατερα ή μικρου αδερφου τη φωνη, πισω μη κανετε.
Ειδέ τυχει κανεις απο σας κι ή φοβηθει κι ή λυπηθει κι ή κανει πισω,
να ξερει: επανω του η φωτια που φεραμε και το σιδερο.

Και το λογο τους πριν αποσωσουν ειχε παρει ν' αλλαζει ο καιρος,μακρια στο μαυραδι των νεφων και σιμα στο κοπαδι των ανθρωπων.
Σα να περασε αγερας χαμηλα βογγωντας και ν' αποριξε αδεια τα κορμια, διχωςμια σταλα θυμηση.
Το κεφαλι μπλαβο και αλαλα αψηλα στραμμενο, μα το χερι βαθια μεσα στην τσεπη
γραπωμενο απο κομματι σιδερο, της φωτιας, ή απ' τ' αλλα,
πό 'χουν τη μυτη σουγλερη και την κοψη αθερα.
Και βαδιζανε καταπανου στον εναν ο αλλος, μη γνωριζοντας ο ενας τον αλλο.
Και σημαδευε κατα πατερα ο γιος και κατ' αδερφου μικρου ο μεγαλος.
Που πολλα σπιτικα πομεινανε στη μεση,
και πολλες γυναικες απανωτα δυο και τρεις φορες μαυροφορεσανε.
Και που αν εκανες να βγεις λιγακι παραοξω,τιποτε.
Μονο αγερας βουιζοντας μεσα στα μεσοδοκια και στα λιγα καμενα λιθαρια
μεριες-μεριες οι καπνοι βοσκωντας τα κουφαρια των σκοτωμενων.

Μηνες τριαντα τρεις και πλεον βαστηξε το Κακο.
Που τη θυρα χτυπουσανε ν' ανοιξουνε της αυλης των προβατων.
Και φωνη προβατου δεν ακουστηκε παρεχτος επανω στο μαχαιρι.
Και φωνη θυρας ουτε,παρεχτος στην ωρα που 'γερνε μες στις φλογες τις υστερες να καει.Επειδη αυτος ο λαος μου η θυρα και αυτος ο λαος μου η αυλη και το ποιμνιο των προβατων.



ι'



ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ αιματα * με πορφυρωσαν
Και χαρες ανειδωτες* με σκιασανε
Οξειδωθηκα μες στην* νιοτια των ανθρωπων
Μακρινη Μητερα * Ροδο μου Αμαραντο

Στ' ανοιχτα του πελαγου * με καρτερεσαν
Με μπομπαρδες τρικαταρτες * και μου ριξανε
Αμαρτια μου νά 'χα * κι εγω μιαν αγαπη
Μακρινη Μητερα * Ροδο μου Αμαραντο

Τον Ιουλιο καποτε * μισανοιξανε
Τα μεγαλα ματια της * μες στα σπλαχνα μου
Την παρθενα ζωη μια* στιγμη να φωτισουν
Μακρινη Μητερα * Ροδο μου Αμαραντο

Κι απο τοτε γυρισαν*καταπανω μου
Των αιωνων οργητες * ξεφωνιζοντας
"Ο πού σ' ειδε, στο αιμα * ζει και στην πετρα"
Μακρινη Μητερα * Ροδο μου Αμαραντο

Της πατριδας μου παλι * ομοιωθηκα
Μες στις πετρες ανθισα* και μεγαλωσα
Των φονιαδων το αιμα* με φως ξεπληρωνω
Μακρινη Μητερα * Ροδο μου Αμαραντο

 



ΙΕ'


ΘΕΕ ΜΟΥ συ με θελησες και να, στο ανταποδιδω
Τη συγγνωμη δεν εδωσα,την ικεσια δεν εστερξα,την ερημια την αντεξα σαν το χαλικι.Τι, τι, τι αλλο μου μελλεταιΤα κοπαδια των αστρων οδηγω στην αγγαλη σου κι η Αυγη , πριν προλαβω, στα διχτυα της με παρασυρει, που συ τη θελησες!
Λοφους με καστρα και πελαγη με καρποφορα στεριωνω στον ανεμο
κι η καμπανα τα πινει
, αργα, του δειλινου,που συ τη θελησες!
Υψωνω χορτα σα να φωναζω μ' ολα τα φρενα μου
και να τα παλι που καταπεφτουν απο το καμα του Ιουλιου, που συ θελησες!
Τι λοιπον, τι αλλο, τι νεο μου μελλεται;
Ιδου που εσυ μιλεις κι εγω αληθευω.
Σφεντοναω την πετρα και βρισκει επανω μου.
Ορυχεια βαθαινω και τους ουρανους εργαζομαι.
Τα πουλια κυνηγω και στο βαρος τους χανομαι.
Θεε μου συ με θελησες και να, στο ανταποδιδω.
Τα στοιχεια που εισαι,ημερες και νυχτες,
ηλιοι κι αστερες, θυελλες και γαληνη,
ανατρεπω στην ταξη κι εναντιον τα βαζω
του δικου μου θανατου, που συ τον θελησες!
 
 



ΙS'
 
 



ΕΝΩΡΙΣ εξυπνησα τις ηδονες ενωρις τη λεύκα μου αναψα
με το χερι μπροστα στη θαλασσα προχωρησα εκει μονος την εστησα:
Φυσηξες και με κυκλωσαν οι τρικυμιες ενα -ενα μου πηρες τα πουλια -Θεε μου με φωναζες και πως να φυγω; Κοιταξα μες στο μελλον τους μηνες και τα χρονια
που ξανα θα γυρισουνε χωρις εμενα και δαγκωθηκα τοσο βαθια
που αργα το αιμα μου ενιωσα ν' αναβλυζει ψηλα
και να σταζει απ' το μελλον μου.
Εσκαψα μες στο χωμα την ωρα που ημουν ο ενοχος
και τρεμοντας εσηκωσα το θυμα στα χερια μου
και του μιλησα τοσο απαλα που αργα τα ματια του ανοιξαν και σταλαξανε τη δροσια
στο χωμα που ημουν ο ενοχος.
Εριξα το σκοταδι στο κρεβατι του ερωτα
με του κοσμου τα πραγματα στο νου μου γυμνα
και το σπερμα μου τιναξα τοσο μακρια
που αργα οι γυναικες γυρισαν μες στον ηλιο και
και το σπερμα μου τιναξα τοσο μακρια
που αργα οι γυναικες γυρισαν μες στον ηλιο και πονεσαν
και γεννησανε παλι τα ορατα.

Θεε μου με φωναζες και πως να φυγω;
Ενωρις εξυπνησα τις ηδονες ενωρις τη λεύκα μου αναψα
με το χερι μπροστα στη θαλασσα προχωρησα εκει μονος την εστησα:
Φυσηξες και λαχταρησαν τα σωθικα μου ενα-ενα μου γυρισαν τα πουλια !

ια'
 
ΘΑ ΚΑΡΩ Μοναχος * των θαλερων πραγματων
Σεμνα θα υπηρετω * την ταξη των πουλιων
Στον ορθρο της Συκιας * απο τις νυχτες θα 'ρχομαι
Καταδροσος * να φερω στην ποδιά μου
Το κυανο * το ροδινο το μωβ
Και τις γενναίες του νερου * ν' αναβω
Σταγονες * ο γενναιοτερος

Εικονισματα θα * 'χω τ' αχραντα κοριτσια
Ντυμενα στου πελα * γους μονο το λινο
Θα δεομαι να παρει * της μυρτιας το ενστικτο
Η αγνοτη μου * και τους μυωνες θηριου
Το ποταπο * το δυστροπο το αχνο
Στα σφριγηλα σωθικα * να πνιξω
Για παντα * ο σφριγηλατοτερος

Θα περασουν καιροι * πολλων ανομηματων
Του κερδους της τιμης * των τυψεων του δαρμου
Λυσσωντας θα χιμαει * ο Βουκεφαλας του αιματος
Τις ασπρες μου * λαχταρες να λαχτισει
Την αντρεια * τον ερωτα το φως
Και κραταιές οσφραινοντας * τις να χλιμιντρισει * ο κραταιοτερος .

Αλλα τοτε στις έξ * των υψωμενων κρινων
Που η κριση μου θα κα * νει ρηγμα του Καιρου
Η ενδεκατη εντολη * θ' αναδυθει απ' τα ματια μου
θα 'ναι αυτος * ο κοσμος ή δε θα 'ναι
Ο Τοκετος * η Θεωσις το Αεί
Που με τα δικαια της ψυχης * μου θα 'χω
Κηρυξει * ο δικαιοτερος


 




 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου