Τριλογία χρωμάτων - Λευκή Ταινία
Λευκό ή αλλιώς το χρώμα της ισότητας, ιδωμένο τοιουτοτρόπως στο πλαίσιο της γαλλικής επανάστασης το 1789 και αποτυπωμένο στο μέσον της γαλλικής σημαίας ως σύμβολο μιας αξίας, μιας θεώρησης που έμοιαζε και μοιάζει θεμελιώδης σε μια κοινωνία. Η ισότητα, πρόταγμα βασικό κάθε δημοκρατικού κράτους,εξετάζεται από τον πολωνό σκηνοθέτη Κριστόφ Κισλόφσκι με προφανή σκοπό να απομυθοποιήσει ορισμένες πτυχές της οι οποίες στον σύγχρονο κόσμο ίσως θα έπρεπε να επαναδιατυπωθούν. Είναι γεγονός ότι δεν είμαστε ίσοι μεταξύ μας, οι ανισότητες σε μια κοινωνία παρούσες σε όλα τα πεδία τείνουν να γίνουν ο κανόνας, ενώ ακόμη και η πλήρης ισότητα φαίνεται να μας ξενίζει. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κισλόφσκι σε μια συνέντευξή του ο άνθρωπος έχει την τάση να θέλει να είναι ακόμη πιο ίσος, δεν τον ενδιαφέρει να είναι ίσος με τον πλησίον του αλλά ο “περισσότερο ίσος”.
Η πλοκή της ταινίας κινείται γύρω από τον Καρόλ, πολωνό μετανάστη στην Γαλλία, του οποίου η ζωή παίρνει την κάτω βόλτα όταν η γυναίκα του Ντομινίκ κερδίζει την αγωγή διαζυγίου και εκείνος εν μία νυκτί αποστερείται τη γυναίκα του, το κομμωτήριό του, τα χρήματά του και την άδεια παραμονής του στη Γαλλία. Μην έχοντας τίποτα άλλο να κάνει επαιτεί στον υπόγειο του Παρισιού προσπαθώντας να βγάλει μελωδίες με τη βοήθεια μιας χτένας. Η συνάντησή του με τον συμπατριώτη του Μικολάι θα τον βοηθήσει να γυρίσει πίσω στην πατρίδα του κακήν κακώς όπου θα προσπαθήσει να σταθεί στα πόδια του και να βγάλει λεφτά. Η σκέψη της Ντομινίκ όμως πάντα ταλανίζει το μυαλό του και τότε του έρχεται η ιδέα για ένα παράτολμο σχέδιο εκδίκησης.
Με μια πρώτη ανάγνωση του στόρι μάς δίνεται η δυνατότητα να εντοπίσουμε και τα κεντρικά σημεία που θέλει να θίξει ο σκηνοθέτης. Κυρίαρχο μοτίβο η σχέση του Καρόλ με την Ντομινίκ η οποία χαρακτηρίζεται από έλλειψη επικοινωνίας-πρώτη έκφανση της ανισότητας. Από τις πρώτες σκηνές είναι φανερό ότι η κακή γνώση των γαλλικών από τον Καρόλ δεν του επιτρέπει να επικοινωνήσει με τη σύζυγό του τόσο στο επίπεδο της σχέσης γενικότερα όσο και σεξουαλικά, δημιουργώντας του κόμπλεξ κατωτερότητας. Η αδυναμία έκφρασης-κατανόησης αμφοτέρων καθιστά τον γάμο τους ατελέσφορο ενώ η άσχημη συμπεριφορά της Ντομινίκ απέναντί του επιτείνει αυτήν τη σχέση υπεροχής μεταξύ τους.
Μετά το διαζύγιο ο κεντρικός ήρωας έρχεται αντιμέτωπος με τη σκληρή πραγματικότητα ενός συστήματος που του στερεί ό,τι έχει ωθώντας τον στην επιστροφή στην Πολωνία. Η “προσωρινή” γαλλική του υπηκοότητα αίφνης χάνεται και ως παρρίας ψάχνει να βρει το δίκιο του στο μετρό του Παρισιού. Στη σκηνή που ζητεί πίσω ένα ευτελές ποσό από τον υπάλληλο στον υπόγειο, έχει τόσα νεύρα θαρρείς και έχει απέναντί του όλο το σύστημα που τον έριξε στην επαιτεία-δεύτερη έκφανση της ανισότητας.
Ο ερχομός στην Πολωνία του Καρόλ συνοδεύεται από τη γρήγορη οικονομική του άνθιση. Ο Κισλόφσκι παρουσιάζει τη χώρα του ως φωλιά του καπιταλισμού, ένα μέρος όπου όλα αγοράζονται και πουλιούνται και όπου ο καθένας μπορεί να βγάλει πακτωλό χρημάτων υπό την σκέπη μιας φιλελεύθερης οικονομίας. Η πτώση του κομμουνισμού έφερε νέες ευκαιρίες και αναδεικνύει πλέον την Πολωνία ως έτοιμη στο ραντεβού της με το ευρωπαϊκό πρεστίζ και μακριά από τις μέρες της απομόνωσης που έφεραν ανισότητα και μετανάστευση-τρίτη έκφανση.
Μέσα σε αυτό το πλέγμα ανισοτήτων ως μοναδική εξισορρόπηση φαντάζει η εκδίκηση. Ο σκηνοθέτης επιχειρεί να γίνει καυστικός και αντί να παρουσιάσει λύσεις του προβλήματος το αφήνει στην άκρη θεωρώντας τη θεμελιώδη αξία της ισότητας ως μια κακόγουστη φάρσα. Μοναδικό αντίδοτο διαφαίνεται η αρχαία ρήση:οφθαλμός αντί οφθαλμού. Μια τέλεια εκδίκηση αποτυπώνει και έναν τέλειο ορισμό της ισότητας. Στις μέρες μας η ισότητα εκλαμβάνεται έτσι και ο Κισλόφσκι δεν μοιάζει να μιλάει σε κοινό εξωγήινων, καθώς η κοινωνία μας λίγο πολύ έχει μεταλλαχθεί από κοινωνία ισότητας σε κοινωνία αυτοδικίας. Οι επιταγές του σύγχρονου φιλελεύθερου οικονομικού συστήματος στο οποίο έχει βουτηχτεί και ο Καρόλ για να γίνει σπουδαίος του έδωσαν την ιδέα της εκδίκησης, μιας εκδίκησης μακάβριας, ποταπής. Ο ήρωας έγινε αντικείμενο σε μια βαλίτσα για να σωθεί από τη ‘ψυχρή” ισότητα του συστήματος και δε διστάζει να ξαναγίνει αντικείμενο μιας κηδείας για να εκδικηθεί. Ισότητα και εκδίκηση στην ταινία αυτή μοιάζουν να είναι συνώνυμες. Στη διελκυστίνδα των ανθρωπίνων και κοινωνικών σχέσεων ο άνθρωπος μάχεται καθημερινά με σκοπό να μην χάσει το σχοινί υποβαθμίζοντας ακόμη και το είναι του ζητώντας την ισότητα…ή όταν εκλείπει την εκδίκηση.
Δεύτερη κατά σειρά στην τριλογία των χρωμάτων του Κισλόφσκι, η λευκή ακολουθεί κοινές τεχνικές και μοτίβα με την μπλε και την κόκκινη,όπως η εικόνα ηλικιωμένων να προσπαθούν να πετάξουν σκουπίδια σε κάδους ανακύκλωσης με τη διαφορετική αντιμετώπιση των ηρώων σε αυτό,η εικόνα των δικαστηρίων (κάνει την εμφάνισή της αμυδρά και η Ζιλιέτ Μπινός) και το δέσιμο των ηρώων με αντικείμενα (το δίφραγκο του Κάρολ). Άξια παρατήρησης η προσπάθεια του Κισλόφσκι να εντάξει το λευκό στην ταινία του με τον συννεφιασμένο ουρανό, τη χιονισμένη Βαρσοβία καθώς και την κατάλευκη στιγμή του οργασμού, ενώ η καταπληκτική φωτογραφία χωρίς να καθυστερεί την πλοκή συμπληρώνει αριστοτεχνικά τη σύλληψη του πολωνού σκηνοθέτη.
Το τέλος του φιλμ μπορεί να μην οδηγεί στην λύτρωση που μάλλον έρχεται με την κόκκινη ταινία όμως συγκινεί τον θεατή που αντιμετώπισε με συμπάθεια τον ήρωα από την αρχή, έναν ήρωα καλοκάγαθο που έψαχνε τη δική του απάντηση στην ανισότητα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου