Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Μπάγκειον


                                               Στο χάνι των "χαμένων"ποιητών


Το ξενοδοχείο Μπάγκειον, επί της πλατείας Ομονοίας, στο νο18, ήταν έργο του αρχιτέκτονα Ερνέστου Τσίλερ και χτίστηκε την περίοδο 1889-1894, εκεί που πριν βρισκόταν το θέατρο του θιασάρχη… θιάσου σκύλων Μιχάλη Αρνιωτάκη. 
           


 …………………………………….
Το Μπάγκειον ήταν υπόγειο καφενείο στη συμβολή της οδού Αθηνάς με την Ομόνοια.Στη δεκαετία του 1920-30 ήταν στέκι λογοτεχνών όπως ο Λαπαθιώτης, ο Τέλλος Άγρας, ο Κλέων Παράσχος, ο Χάγιερ - Μπουφίδης, ο Φώτος Γιοφύλλης, ο Μάριος Βαϊάνος ή ο Ορέστης Λάσκος. Ο κερκυραίος ποιητής Στέφανος Μπολέτσης έχει γράψει την εξής παρωδία για το Μπάγκειον:

Από κρότους σερβίτσων βοΐζει
η ατμόσφαιρα κι έχει καπνιά
λουκουμάδων γλυκιά ευωδιά
και τσικνίλα μυρίζει.
 
Με φωνές δυνατές συζητούνε
για την τέχνη δυο τρεις νεογνοί,
μα την πίστη μου είναι αγνοί
και την τέχνη πονούνε.
 
Βλέποντάς τους μονάχα φοβούμαι
με του λόγου την έξαψη εκεί
καθώς είναι κι οι τρεις νηστικοί
μην τυχόν φαγωθούνε.
 …………………………………….
 

Χασίς, ποτό και ποίηση στο υπόγειο ενός ξενοδοχείου στην Ομόνοια              

       Συναντούσες εκεί αταξινόμητους ανθρώπους, όπως ο Μήτσος Παπανικολάου, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Τέλλος Άγρας, που ντρεπόταν λίγο μέσα στην τσικνίλα, έναν νεαρό που τον έλεγαν Ρίτσο, συφιλιδικές πόρνες, παράνομους κομμουνιστές, νταβατζήδες, χασικλήδες, τον Μάρκο Βαμβακάρη. Ο Νίκος Σαράβας, «ο πρώτος ίσως έλληνας σουρεαλιστής πεζογράφος», καθώς τον έλεγε ο Εμπειρίκος προτού εξαφανιστεί στο Άγιον  Όρος. Ο θνησιγενής νεαρός ποιητής Μίνος Ζώτος (1905-1932) μέσα στον αυτοσαρκασμό και το αψέντι. «Ν’ αποξεχνιέμαι / κι ώρες να σε κοιτάζω εκστατικός / σε μύρο, σε αύρα, σε όνειρο, σε φως / να πνέω και να διαλυέμαι / Να μην ταράσσει / την αίσθησή μου, ουδόσο φύλλων θρος / τα ησυχασμένα δάση». Ο Ντόλης Νίκβας που σπατάλησε τη ζωή του στην κραιπάλη. Γιώργος Κοτζιούλας, Γιώργος Δενδρινός, Θέμος Κορνάρος και άλλοι ακόμη, πολλοί από αυτούς αγνοούμενοι, μη καταγεγραμμένοι και, φυσικά, απόντες από ανθολογίες.

Εδώ βρίσκεται το καταραμένο απόθεμα των ελληνικών γραμμάτων.
Ανάμεσά τους ξεχώριζε ο αιρετικός Νίκος Βέλμος. Όπως έγραφε ο Θωμάς Γκόρπας «είχε ζωή τρικυμιώδη και καταραμένη, ζωή αλήτη (απ’ τα 12 χρόνια του) και μουσόπληκτου, μουσηγέτη και αναρχικού επαναστάτη. Αυτός ο ασπούδαχτος με όψη Μετόβεν, αυτός ο ιδιοφυής με τα μεγάλα πάθη, ναρκωτικά και Σαίξπηρ, έρωτας και λαϊκή τέχνη...». Κάθε Σάββατο βράδυ, από το 1927 μέχρι το 1929, εκδίδει το φυλλάδιο «Φραγγέλιο» και το διανέμει μόνος, αρχίζοντας πάντα από τους θαμώνες στο Μπάγκειον.
              



Το τετραώροφο ξενοδοχείο (Μ)πάγκειον οικοδομήθηκε μεταξύ των ετών 1890-1894, βάσει σχεδίων του αρχιτέκτονα Ernst Ziller (1837-1923), κατόπιν δωρεάς του Ιωάννη Μπάγκα (ή Πάγκα). Στο σημείο εκείνο προϋπήρχε οικία, στην οποία διέμενε η οικογένεια του Χαρίλαου Τρικούπη, μέχρι το 1883.
Στο υπόγειο λειτουργούσε καφενείο - λουκουματζίδικο

οδός Σταδίου, 1930
ΓΚΟΡΠΑΣ : Για μια περίοδο είναι το πρώτο στέκι. Οι άλλοι όμως που πάνε ως εκεί, έχουν περάσει από άλλα παλαιότερα στέκια, προηγούμενα στέκια, είναι αμέτρητα. Λοιπόν, ο νεανικός πυρήνας στο Μπάγκειον είναι από 19 μέχρι 25, αλλά υπάρχουν και άνθρωποι που είναι και 70. Φερειπείν υπάρχει ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, που έγινε πολιτικός διάσημος μετά, συχνάζει εκεί, που είναι γεννημένος το 1876. Στο Μπάγκειον , στο υπόγειο που είναι μέχρι τις 10 η ώρα, μετά κλείνει γιατί πάει μια ορχήστρα με μπουζούκια και παίζει μέχρι το πρωί Γι αυτό πολλοί από αυτούς, πάνε και στα μπουζούκια, όλοι αυτοί που μιλάμε τώρα. Όταν λέμε μπουζούκια εννοούμε λαϊκά κέντρα. Η Ρόζα Εσκενάζυ, εκεί τραγουδάει.


                                     
Γνώρισε δόξες σαν ξενοδοχείο για πολλά χρόνια και το υπόγειό του ήταν ξακουστό λογοτεχνικό στέκι – μα πόσοι και πόσοι δεν επέρασαν από κει, πνιγμένοι μέσα στο αψέντι, τα ναρκωτικά, τις πόρνες, (το Lifo σε ένα λίγο μεγαλόστομο αφιέρωμα αναφέρει ότι πιθανόν εκεί φωνογραφήθηκε και το πρώτο τραγούδι με μπουζούκι, το «Καραντουζένι» του Βαμβακάρη). Άγρας, Ζώτος, Λαπαθιώτης, Παπανικολάου, Λάσκος, Κορνάρος και πολλοί πολλοί άλλοι ήταν θαμώνες τακτικοί.

……………………………………

Στα τραπέζια του έγραφε ο ποιητής Μίνως Ζώτος παθιασμένα ποιήματα στη λατρεμένη του Μαρία Πολυδούρη - οι φήμες, μάλιστα, λένε πως αυτοκτόνησε για χάρη της λίγες ώρες αφότου άφησε ένα ποίημα στο περβάζι του Μπάγκειου.
 
…………………………………….


Κάτω απ’ τα τόξα του υπογείου με τις τεφρές σκιές των,
και μες στην κούφια ατμόσφαιρα που μια σιγή αντηχεί,
της Κοινωνίας οι άχρηστοι κηφήνες, μοναχοί,
στο περιθώριον της ζωής διαγράφουν τις τροχιές των.
 
Και να, εκειδά στον καναπέ ο Μαρτίνος λυπημένος
για της Γιολάντας τον καημό χαμογελάει πικρά.
Ενώ ο Μπολέτσης σκυθρωπός, με τα όνειρα νεκρά,
στο τραπεζάκι αναγερτός καπνίζει αφηρημένος.
 
Ο Μπέζος, ο ήρεμος κι ωχρός, κι άλλοι δυο τρεις ζωγράφοι,
μες στο καρνέ τους μολυβιές τραβούν μηχανικώς.
Κι όμοια σαν μούμια αιγυπτιακή ο Βαγιάνος σοβαρός
μιαν απ’ τις μύριες κριτικές περί Καβάφη γράφει.
 
Ο Ζώτος, ο άρρωστος ποιητής με τη θλιμμένη φάτσα,
κάποιο τραγούδι σιγανά απαγγέλλει με λυγμούς.
Ενώ ο Μαράκης δίπλα του μουντός μες στους καπνούς,
χαράζει αδρά στο μούτρο του κάποια στυγνή γκριμάτσα.
 
Εκεί πιο πέρα ο Θοδωρής ο σαρκαστής, κι ο αστείος,
βήχοντας φτύνει αδιάφορος μια αιμάτινη σταλιά.
Κι ο Ανθίας ο αιθερομανής ποιητής σε μια γωνιά,
με μάτια κόκκινα, θολά, μονολογεί ηλιθίως.
 
Κι εγώ, που ως μες στα κύτταρα χωρίς να υπάρχει λόγος,
μια πλήξη απροσδιόριστη με κυβερνάει καιρό,
με την τρανήν αμφιβολία ενός Άμλετ στο μυαλό
τοποθετούμαι μες σ’ αυτό το πλαίσιον… αναλόγως.


Το πήρα από το τομίδιο της σειράς «Εκ νέου» των εκδόσεων Γαβριηλίδη (επιμ. Βαγγέλη Κάσσου). Ο Ζώτος είναι ο ποιητής Μίνως Ζώτος, ενώ ο Ανθίας είναι ο κύπριος Τεύκρος Ανθίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου