Sergei Paradjanov: Ένας παροξυσμικός λυρισμός
Ένα πρόσωπο θρύλος για την κινηματογραφία της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης, ο Αρμένιος σκηνοθέτης Σεργκέι Παρατζανώφ (Sergei Paradjanov) είναι γνωστός στη Δύση ως ένας από τους ανανεωτές του σοβιετικού σινεμά της δεκαετίας του 60.
Έχοντας διανύσει ένα βίο ταραχώδη, με φυλακίσεις και εξορίες γύρισε τις ταινίες του σε άτακτα χρονικά διαστήματα και σε απόσταση τη μια από την άλλη. Στα διαλείμματα της σύντομης κινηματογραφικής του καριέρας ασχολήθηκε με τα εικαστικά.
Το κινηματογραφικό του έργο, επικό και λυρικό ταυτόχρονα, συγκροτείται από την ελευθερία της ποίησης, την αυθαιρεσία του μυστικισμού, την εκσταστικότητα του συναισθήματος. Η γοητεία των εικόνων του έχει τη προέλευση της στην ισχυρή παρουσία της παράδοσης (τόσο εικαστικής όσο και αφηγηματικής) της Αρμενίας στις ταινίες του: λαϊκοί θρύλοι και εικόνες της λαϊκής παράδοσης αποτελούν το βασικό άξονα των ταινιών του.
Ο Σεργκέι Παρατζάνωφ είχε αρμενική καταγωγή και γεννήθηκε στις 18 Μαρτίου του 1924 στην Τιφλίδα, πρωτεύουσα της Γεωργίας. Οι αρχικές του φιλοδοξίες ήταν να γίνει τραγουδιστής και με αυτό τον σκοπό πήρε μαθήματα στο Ωδείο της Τιφλίδας από το 1942 έως το 1945.
Πολύ γρήγορα όμως το ενδιαφέρον του μετατοπίστηκε στον κινηματογράφο. Ενεγράφη στο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο Κινηματογραφίας της Μόσχας με δασκάλους του, τους Lev Kuleshov και Alexander Dovzhenko, από το οποίο απεφοίτησε το 1951.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων δέκα χρόνων θα κάνει μια σειρά ταινιών με διάλογους στην ουκρανική διάλεκτο βασισμένες στη παράδοση του κοινωνικού ρεαλισμού. Παρ’ όλα αυτά όμως είναι εμφανής η διάθεσή του να ξεφύγει απ’ τα στερεότυπα. Πράγματι, από το 1964, εγκαταλείπει αυτό το στυλ, και ακολουθεί την ανάγκη του για ένα πιο «δυναμικό» σινεμά, που να υπακούει στην κίνηση της κάμερας, στα έντονα χρώματα και αναζητά τις παραδοσιακές ρίζες της Αρμενικής κουλτούρας.
Κάτι τέτοιο φαίνεται αρχικά στην πρώτη ταινία αυτής της περιόδου του, το «Σκιές των ξεχασμένων προγόνων» (Shadows of Forgotten Ancestors). Αυτές του οι κινήσεις τον κάνουν γνωστό στην διεθνή κινηματογραφική σκηνή, παράλληλα όμως, οι ρωσικές αρχές βλέπουν αυτή τη στροφή και σταματούν να του εγκρίνουν τις χρηματοδοτήσεις.
Αποκτά ένα προφίλ «αντι-ρώσου», ομοφυλόφιλου που οδηγεί στην πρώτη του σύλληψή του το 1968. Έξι χρόνια αργότερα θα συλληφθεί και θα καταδικαστεί βάσει το ρωσικού ποινικού κώδικα, του άρθρου 121, που ποινικοποιεί την ομοφυλοφιλία και η ποινή του θα είναι πέντε χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Στην φυλακή, ο Παρατζάνωφ, παραμένει ανήσυχος. Δημιουργεί δεκάδες έργα. Κολάζ, από οτιδήποτε μπορούσε να συλλέξει. Νύχια, λουλούδια, κομμάτια γυαλιού. «Μπορώ να κάνω τέχνη μέσα απ’ τα σκουπίδια», έλεγε ο ίδιος.
Αφέθηκε ένα χρόνο νωρίτερα μετά από διεθνείς διαμαρτυρίες, ενώ όταν ξανα-ασχολήθηκε με τον κινηματογράφο είδε τα πιο πολλά κινηματογραφικά πρότζεκτ του να απορρίπτονται. Κατάφερε όμως να κάνει τρεις ταινίες πριν το θάνατό του, το 1990.
Ο Μπάμπης Ακτσόγλου σημειώνει σχετικά με το ύφος του, με αφορμή την ταινία Σκιές των ξεχασμένων προγόνων (1964) :"Ο λυρικός παροξυσμός που κυριεύει τη σκηνοθετική γραφή μας αποκαλύπτει ένα σύμπαν με διαστάσεις εξωπραγματικές. Ιδιαίτερα για το δυτικό θεατή η θέαση της ταινίας είναι ένα οπτικό σοκ. Ο σκηνοθέτης προκαλεί με την "ανορθοδοξία" του παραδόσεις και γλώσσες, διαμορφωμένες φιλμικές αισθητικές και γνωστά κλισέ, για να φτάσει σε μια οπτική αντίληψη του κόσμου, που οι καινοτομίες της ανοίγουν την πόρτα της ποίησης. Δίκαια λοιπόν ειπώθηκε ότι έχουμε να κάνουμε με την "απολυτότητα, την πρωταρχικότητα και την πλήρη κυριαρχία της καθαρής εικόνας πάνω στ' άλλα εκφραστικά μέσα", όπως δίκαια η ταινία βραβεύθηκε πάνω από 23 φορές σε διεθνή Φεστιβάλ, έστω κι αν ο σκηνοθέτης της δεν μπόρεσε να παραλάβει ούτε ένα."
Σχετικά με την ταινία του Το χρώμα του ροδιού (1968), που αφηγείται την ζωή και το έργο του Αρμένιου ποιητή Αρουθίν Σαγιαντίν (1712-1975), γνωστού ως Σάγιατ Νόβα, ο Σεργκέι Παρατζάνωφ δηλώνει: "Αγαπώ πολύ αυτό το φιλμ. Είμαι περήφανος για το ότι δεν κέρδισε κανένα Χρυσό Λιοντάρι ή κανένα Αργυρό Παγόνι. Είμαι περήφανος γιατί κατόρθωσα να το κάνω κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Δεν είχα τα απαραίτητα υλικά, δεν είχα φιλμ, δεν είχα στη διάθεσή μου εργαστήριο εμφάνισης των όσων γύριζα, δεν είχα αρκετά φώτα ή μηχανήματα, ούτε δυνατότητα για ειδικά εφέ. Δεν είχα απολύτως τίποτα. Κι όμως, κατόρθωσα να το γυρίσω και να μεταμορφώσω τις αδυναμίες του σε έναν σχεδόν αρχέγονο ρεαλισμό, σε ένα παραμύθι γεννημένο από την πραγματικότητα."
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης σημειώνει: «Το Σαγιάτ Νόβα είναι ένα «προκλητικά» αντιαφηγηματικό φιλμ , που όμως τα αφηγηματικά του στοιχεία συνιστούν μια άλλου είδους «πολυαξονική» αφήγηση, χωρίς χαρακτήρες και χωρίς καταστάσεις που κυοφορούν χαρακτήρες. Πρόκειται εδώ για τον εσωτερικό, μουσικό, συναισθηματικό και ιδεολογικό άξονα ενός ποιήματος. (…) Το Σαγιάτ Νόβα, λοιπόν, είναι η ποιητική βιογραφία ενός ποιητή φκιαγμένη από έναν άλλον ποιητή»
Για την ταινία του Ο θρύλος του κάστρου του Σουράμ (1984), ο Σεργκέι Παρατζάνωφ δηλώνει: "Δούλευα και υπέφερα κάτω από τη δεσποτική ματιά του Κρεμλίνου. Τα φιλμ εκείνης της εποχής -και όχι μόνο τα δικά μου- δεν είναι παρά ένα καρδιογράφημα τρόμου. Ένα καρδιογράφημα του φόβου τού να χάσεις την ταινία σου, του φόβου ότι θα πεινάσεις. Του φόβου ότι δεν θα δουλέψεις ποτέ ξανά".
Ενώ για την ταινία Ασίμπ Κερίμπ (1988), που την ιστορία ενός όμορφου λαϊκού οργανοπαίκτη και ποιητή (παίκτη λαούτο) , ο Σεργκέι Παρατζάνωφ επισημαίνει : "Η απομόνωση στις φυλακές της Σοβιετικής Ένωσης ήταν αφόρητη, όμως για μένα η αληθινή τραγωδία θα ήταν να διαλυθώ, να χάσω τη θέλησή μου για δουλειά. Θα μπορούσα εύκολα να γίνω κι εγώ εγκληματίας σε ένα τέτοιο περιβάλλον, αλλά η τέχνη μου με έσωσε. Ξεκίνησα να σχεδιάζω, να δημιουργώ, αλλά και να εξομολογώ τους συγκρατούμενούς μου. Η ιστορία κάθε συγκρατούμενου μου, οι τραγωδίες της ζωής του, τα εγκλήματα που διέπραξε, όλα όσα ψιθύριζαν στο αφτί μου ήταν σαν σενάρια, σαν νουβέλες. Ήταν τα δώρα τους σε μένα" .
Τέλος ο Βασίλης Ραφαηλίδης σημειώνει σχετικά με τον Σεργέι Παρατζάνοφ: «Στην πραγματικότητα (…) είναι ένας πληθωρικός πριμιτίφ, που εντυπωσιάζεται απ’ το ετερόκλητο φολκλόρ και προσπαθεί όπως όπως να βάλει τάξη στην εγγενή του ακαταστασία και πολυσημία».
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
ANDRECH (1954) /ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΩΝ ΞΕΧΑΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ (1964) /SAYAT NOVA (1968) /Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΣΟΥΡΑΜ (1984) /ASHIK KERIB (1988)
Ένα πρόσωπο θρύλος για την κινηματογραφία της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης, ο Αρμένιος σκηνοθέτης Σεργκέι Παρατζανώφ (Sergei Paradjanov) είναι γνωστός στη Δύση ως ένας από τους ανανεωτές του σοβιετικού σινεμά της δεκαετίας του 60.
Έχοντας διανύσει ένα βίο ταραχώδη, με φυλακίσεις και εξορίες γύρισε τις ταινίες του σε άτακτα χρονικά διαστήματα και σε απόσταση τη μια από την άλλη. Στα διαλείμματα της σύντομης κινηματογραφικής του καριέρας ασχολήθηκε με τα εικαστικά.
Το κινηματογραφικό του έργο, επικό και λυρικό ταυτόχρονα, συγκροτείται από την ελευθερία της ποίησης, την αυθαιρεσία του μυστικισμού, την εκσταστικότητα του συναισθήματος. Η γοητεία των εικόνων του έχει τη προέλευση της στην ισχυρή παρουσία της παράδοσης (τόσο εικαστικής όσο και αφηγηματικής) της Αρμενίας στις ταινίες του: λαϊκοί θρύλοι και εικόνες της λαϊκής παράδοσης αποτελούν το βασικό άξονα των ταινιών του.
Ο Σεργκέι Παρατζάνωφ είχε αρμενική καταγωγή και γεννήθηκε στις 18 Μαρτίου του 1924 στην Τιφλίδα, πρωτεύουσα της Γεωργίας. Οι αρχικές του φιλοδοξίες ήταν να γίνει τραγουδιστής και με αυτό τον σκοπό πήρε μαθήματα στο Ωδείο της Τιφλίδας από το 1942 έως το 1945.
Πολύ γρήγορα όμως το ενδιαφέρον του μετατοπίστηκε στον κινηματογράφο. Ενεγράφη στο Κινηματογραφικό Ινστιτούτο Κινηματογραφίας της Μόσχας με δασκάλους του, τους Lev Kuleshov και Alexander Dovzhenko, από το οποίο απεφοίτησε το 1951.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων δέκα χρόνων θα κάνει μια σειρά ταινιών με διάλογους στην ουκρανική διάλεκτο βασισμένες στη παράδοση του κοινωνικού ρεαλισμού. Παρ’ όλα αυτά όμως είναι εμφανής η διάθεσή του να ξεφύγει απ’ τα στερεότυπα. Πράγματι, από το 1964, εγκαταλείπει αυτό το στυλ, και ακολουθεί την ανάγκη του για ένα πιο «δυναμικό» σινεμά, που να υπακούει στην κίνηση της κάμερας, στα έντονα χρώματα και αναζητά τις παραδοσιακές ρίζες της Αρμενικής κουλτούρας.
Κάτι τέτοιο φαίνεται αρχικά στην πρώτη ταινία αυτής της περιόδου του, το «Σκιές των ξεχασμένων προγόνων» (Shadows of Forgotten Ancestors). Αυτές του οι κινήσεις τον κάνουν γνωστό στην διεθνή κινηματογραφική σκηνή, παράλληλα όμως, οι ρωσικές αρχές βλέπουν αυτή τη στροφή και σταματούν να του εγκρίνουν τις χρηματοδοτήσεις.
Αποκτά ένα προφίλ «αντι-ρώσου», ομοφυλόφιλου που οδηγεί στην πρώτη του σύλληψή του το 1968. Έξι χρόνια αργότερα θα συλληφθεί και θα καταδικαστεί βάσει το ρωσικού ποινικού κώδικα, του άρθρου 121, που ποινικοποιεί την ομοφυλοφιλία και η ποινή του θα είναι πέντε χρόνια καταναγκαστικά έργα.
Στην φυλακή, ο Παρατζάνωφ, παραμένει ανήσυχος. Δημιουργεί δεκάδες έργα. Κολάζ, από οτιδήποτε μπορούσε να συλλέξει. Νύχια, λουλούδια, κομμάτια γυαλιού. «Μπορώ να κάνω τέχνη μέσα απ’ τα σκουπίδια», έλεγε ο ίδιος.
Αφέθηκε ένα χρόνο νωρίτερα μετά από διεθνείς διαμαρτυρίες, ενώ όταν ξανα-ασχολήθηκε με τον κινηματογράφο είδε τα πιο πολλά κινηματογραφικά πρότζεκτ του να απορρίπτονται. Κατάφερε όμως να κάνει τρεις ταινίες πριν το θάνατό του, το 1990.
Ο Μπάμπης Ακτσόγλου σημειώνει σχετικά με το ύφος του, με αφορμή την ταινία Σκιές των ξεχασμένων προγόνων (1964) :"Ο λυρικός παροξυσμός που κυριεύει τη σκηνοθετική γραφή μας αποκαλύπτει ένα σύμπαν με διαστάσεις εξωπραγματικές. Ιδιαίτερα για το δυτικό θεατή η θέαση της ταινίας είναι ένα οπτικό σοκ. Ο σκηνοθέτης προκαλεί με την "ανορθοδοξία" του παραδόσεις και γλώσσες, διαμορφωμένες φιλμικές αισθητικές και γνωστά κλισέ, για να φτάσει σε μια οπτική αντίληψη του κόσμου, που οι καινοτομίες της ανοίγουν την πόρτα της ποίησης. Δίκαια λοιπόν ειπώθηκε ότι έχουμε να κάνουμε με την "απολυτότητα, την πρωταρχικότητα και την πλήρη κυριαρχία της καθαρής εικόνας πάνω στ' άλλα εκφραστικά μέσα", όπως δίκαια η ταινία βραβεύθηκε πάνω από 23 φορές σε διεθνή Φεστιβάλ, έστω κι αν ο σκηνοθέτης της δεν μπόρεσε να παραλάβει ούτε ένα."
Σχετικά με την ταινία του Το χρώμα του ροδιού (1968), που αφηγείται την ζωή και το έργο του Αρμένιου ποιητή Αρουθίν Σαγιαντίν (1712-1975), γνωστού ως Σάγιατ Νόβα, ο Σεργκέι Παρατζάνωφ δηλώνει: "Αγαπώ πολύ αυτό το φιλμ. Είμαι περήφανος για το ότι δεν κέρδισε κανένα Χρυσό Λιοντάρι ή κανένα Αργυρό Παγόνι. Είμαι περήφανος γιατί κατόρθωσα να το κάνω κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Δεν είχα τα απαραίτητα υλικά, δεν είχα φιλμ, δεν είχα στη διάθεσή μου εργαστήριο εμφάνισης των όσων γύριζα, δεν είχα αρκετά φώτα ή μηχανήματα, ούτε δυνατότητα για ειδικά εφέ. Δεν είχα απολύτως τίποτα. Κι όμως, κατόρθωσα να το γυρίσω και να μεταμορφώσω τις αδυναμίες του σε έναν σχεδόν αρχέγονο ρεαλισμό, σε ένα παραμύθι γεννημένο από την πραγματικότητα."
Ο Βασίλης Ραφαηλίδης σημειώνει: «Το Σαγιάτ Νόβα είναι ένα «προκλητικά» αντιαφηγηματικό φιλμ , που όμως τα αφηγηματικά του στοιχεία συνιστούν μια άλλου είδους «πολυαξονική» αφήγηση, χωρίς χαρακτήρες και χωρίς καταστάσεις που κυοφορούν χαρακτήρες. Πρόκειται εδώ για τον εσωτερικό, μουσικό, συναισθηματικό και ιδεολογικό άξονα ενός ποιήματος. (…) Το Σαγιάτ Νόβα, λοιπόν, είναι η ποιητική βιογραφία ενός ποιητή φκιαγμένη από έναν άλλον ποιητή»
Για την ταινία του Ο θρύλος του κάστρου του Σουράμ (1984), ο Σεργκέι Παρατζάνωφ δηλώνει: "Δούλευα και υπέφερα κάτω από τη δεσποτική ματιά του Κρεμλίνου. Τα φιλμ εκείνης της εποχής -και όχι μόνο τα δικά μου- δεν είναι παρά ένα καρδιογράφημα τρόμου. Ένα καρδιογράφημα του φόβου τού να χάσεις την ταινία σου, του φόβου ότι θα πεινάσεις. Του φόβου ότι δεν θα δουλέψεις ποτέ ξανά".
Ενώ για την ταινία Ασίμπ Κερίμπ (1988), που την ιστορία ενός όμορφου λαϊκού οργανοπαίκτη και ποιητή (παίκτη λαούτο) , ο Σεργκέι Παρατζάνωφ επισημαίνει : "Η απομόνωση στις φυλακές της Σοβιετικής Ένωσης ήταν αφόρητη, όμως για μένα η αληθινή τραγωδία θα ήταν να διαλυθώ, να χάσω τη θέλησή μου για δουλειά. Θα μπορούσα εύκολα να γίνω κι εγώ εγκληματίας σε ένα τέτοιο περιβάλλον, αλλά η τέχνη μου με έσωσε. Ξεκίνησα να σχεδιάζω, να δημιουργώ, αλλά και να εξομολογώ τους συγκρατούμενούς μου. Η ιστορία κάθε συγκρατούμενου μου, οι τραγωδίες της ζωής του, τα εγκλήματα που διέπραξε, όλα όσα ψιθύριζαν στο αφτί μου ήταν σαν σενάρια, σαν νουβέλες. Ήταν τα δώρα τους σε μένα" .
Τέλος ο Βασίλης Ραφαηλίδης σημειώνει σχετικά με τον Σεργέι Παρατζάνοφ: «Στην πραγματικότητα (…) είναι ένας πληθωρικός πριμιτίφ, που εντυπωσιάζεται απ’ το ετερόκλητο φολκλόρ και προσπαθεί όπως όπως να βάλει τάξη στην εγγενή του ακαταστασία και πολυσημία».
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
ANDRECH (1954) /ΣΤΗΝ ΣΚΙΑ ΤΩΝ ΞΕΧΑΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΓΟΝΩΝ (1964) /SAYAT NOVA (1968) /Ο ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ ΣΟΥΡΑΜ (1984) /ASHIK KERIB (1988)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου