Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2013

ΗΛΙΑΣ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ

 
 
"Ότι είναι κόντρα στην Εκκλησία με γεμίζει χαρά.
Ότι βλάπτει την Τάξη συντείνει στην γαλήνη μου.
Ότι αντίκειται στην ηθική ωφελεί την υγεία μου.
Βεβαίως τυγχάνω υποχρεωτικώς έλλην, αλλά η χώρα μου με κουρελιάζει. Δεν θάθελα να ξαναπατήσω στην Αθήνα."
Ηλίας Πετρόπουλος
 
 
Ο Ηλίας Πετρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το
1928, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και εγκαταστάθηκε στο
Παρίσι το 1973. Πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό, πολέμιος των ακαδημαϊκών και
του κατεστημένου, ο Πετρόπουλος ήταν ο πρώτος λαογράφος στην Ελλάδα που
ασχολήθηκε με το περιθώριο και κατέγραψε πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα
από την επίσημη ιστορία της χώρας του. Έζησε από κοντά ρεμπέτες, αλήτες,
μάγκες, πόρνες και ομοφυλόφιλους, φυλακισμένους και καταδιωκόμενους, που
έγιναν οι ήρωες των βιβλίων του. Ακάματος συγγραφέας και ερευνητής έγραφε
μέχρι το 2003 που πέθανε από καρκίνο. Σύμφωνα με τη διαθήκη του, το πτώμα του
αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του πετάχτηκαν στον υπόνομο.


Ο Ηλίας Πετρόπουλος, το Εγχειρίδιο του καλού κλέφτη, η κλοπή και το σύστημα!

  


Σκίτσο από το "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη" (εκδ.Νεφέλη-1979)
Σκίτσο από το “Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη”
Το  «εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη» είναι ίσως το πιο πολυδιαβασμένο βιβλίο του Πετρόπουλου. Θα λέγαμε ότι ήταν το βιβλίο που τον καταξίωσε ή, ακόμα πιο σωστά, που καταξίωσε την πετροπουλική αντίληψη της πραγματικότητας, η οποία είναι πάντα αντιστραμμένη σε σχέση μ’ αυτό που ορίζεται ως κοινώς αποδεκτό. Ως εκ τούτου η δεδομένη ειρωνεία δεν λειτουργεί ως φτηνός εξυπνακισμός που εκβιάζει τις εντυπώσεις, αλλά ως μηχανισμός επανεξέτασης των πραγμάτων. Η επανεξέταση αυτή δεν είναι ανατροπή, αλλά επαναπροσδιορισμός μέσα από μια άλλη ανάγνωση. Η ειρωνεία δεν είναι παρά τo κλειδί, ο κώδικας αυτής της άλλης ανάγνωσης. Γιατί ο Πετρόπουλος δεν αρνείται την πραγματικότητα. Αντίθετα τη γνωρίζει πολύ καλά. Γι’ αυτό και δεν πετάει ποτέ στα σύννεφα. Γι’ αυτό και βουτάει στα πιο βαθιά νερά της κοινωνίας. Στα κατακάθια της.
ΟΗλίας
 Ο χώρος του λούμπεν είναι ο αγαπημένος χώρος του Πετρόπουλου. Θα έλεγε κανείς ότι μέσα στο λούμπεν νιώθει σαν το σπίτι του. Κι αυτό ακριβώς είναι το «εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη», η χαρτογράφηση του υποκόσμου, που κινείται πάντα στο σκοτάδι, σε μια παράλληλη πορεία εκτός – κι όμως τόσο εντός – κοινωνίας ή αλλιώς η εκδίκηση του περιθωρίου που αναζητά κοινωνική υπόσταση ή τουλάχιστο το δικό του δίκιο μέσα σ’ αυτό τον κόσμο. Γι’ αυτό κι όλα αντιστρέφονται. Γι’ αυτό και το «εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη» παρουσιάζεται ως διδακτέα ύλη της σχολής εγκλήματος που υπάρχει στην Antigua, η οποία έχει για πρωτεύουσα την Adina και δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα. Γιατί ο υπόκοσμος, ως υπαρκτό κομμάτι της κοινωνίας, δικαιούται εκπαίδευση κι επαγγελματική κατάρτιση: «Αυτό το μικρό βιβλίο είναι γραμμένο διά τους σπουδαστάς του Βασιλικού Ινστιτούτου Τέχνης και Τεχνικής των Διαρρηκτών της Antigua».  (σελ. 9). Η κατηγοριοποίηση όλων των κλεφτών (πορτοφολάς, κλεφτοτσαντάς, γριλάκιας, ποντικός ξενοδοχείων, κασαδόρος, κλειδάς κλπ) και το επίσημο – σχεδόν επιστημονικό – ύφος (που αναμειγνύεται με την αργκό του υποκόσμου σαν σε νομοτελειακή αρμονία) της ανάλυσης των δραστηριοτήτων κάθε κατηγορίας δεν είναι μόνο η ειρωνεία που μετουσιώνει το κοινωνικά κατακριτέο σε επιστημονικό πεδίο, ούτε η κατάδειξη της αλήθειας που θέλει το έγκλημα να λειτουργεί με επαγγελματικούς όρους, αλλά η ίδια η απόδοση της λαογραφίας του περιθωρίου που του δίνει ταυτότητα, χαρακτηριστικά και ιστορική εξέλιξη. Γιατί η λαογραφία αφορά το σύνολο ενός λαού και το λούμπεν αποτελεί μέρος αυτού του συνόλου. Ο Πετρόπουλος δεν είναι παρά ο εκφραστής αυτής της ανείπωτης αλήθειας. Η καταγραφή των βασανιστηρίων στα αστυνομικά τμήματα (φάλαγγα, παλάγκο, γκλοπ στον κώλο, στρίψιμο αρχιδιών, μαστίγωμα με συρματόσκοινο, βραστά αυγά, ηλεκτρονικά βασανιστήρια κλπ) είναι η ανεπιθύμητη λαογραφία της κρατικής καταστολής που ξεδιπλώνεται στο πλαίσιο της ανακριτικής δραστηριότητας. Φυσικά ο καλός κλέφτης οφείλει να τα υποστεί στωικά. Είναι αναπόσπαστο μέρος της δουλειάς του. Η σύλληψη, με όλες τις τραγικές συνέπειες που αυτή συνεπάγεται, καθιστά το επάγγελμα του κλέφτη ως ένα από τα σκληρότερα της αγοράς. Η αφόρητη γραφειοκρατία που ορθώνεται από τη στιγμή της σύλληψης – και κορυφώνεται κατά τη φυλάκιση – απέναντι σε οποιοδήποτε αίτημα του, οι απάνθρωπες συνθήκες κράτησης μέσα στη φυλακή, τα προβλήματα της συμβίωσης στα κελιά, το κακής ποιότητας φαγητό, η ερωτική έλλειψη, η κατακραυγή της κοινής γνώμης κτλ, δεν είναι παρά η κορυφή του δράματος του κλέφτη, το ορατό σημείο μιας απύθμενης δεξαμενής: «Ο γελοίος Αστυνομικός Συντάκτης χαίρεται όταν γελοιοποιεί τον συλληφθέντα κλέφτη……Είναι εξαιρετικώς μονότονη η τεχνική της γελοιοποιήσεως των κλεφτών. Μετά τη Σύλληψη, μετά τα Βασανιστήρια, μετά την Ομολογία, ο κλέφτης παρουσιάζεται από τις εφημερίδες σαν ένα θηρίον, που επιάστηκε χάρις στην άγρυπνη παρακολούθηση της Αστυνομίας. Το σχετικό ρεπορτάζ συνοδεύεται από μια φωτογραφία του Κλέφτη, όπου παρουσιάζεται αξύριστος, αχτένιστος, τσαλακωμένος, τσακισμένος, ανέκφραστος και, κάποτε – κάποτε, με μαυρισμένο το ένα μάτι (βέβαια, από μπουνιά Αστυνομικού). Δεν ενθυμούμαι ποτέ κάποιος αναγνώστης να έγραψε επιστολή στην εφημερίδα του, ρωτώντας γιατί ταλαιπωρούν και διασύρουν έτσι τον κλέφτη, και, ποιος του εμαύρισε το μάτι. Ο Μέσος Άνθρωπος είναι άτιμος και δειλός». (σελ. 88).      

Σκίτσο από το "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη" (εκδ.Νεφέλη-1979)
Σκίτσο από το “Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη”
Ο Πετρόπουλος δεν κάνει καμία αναφορά ούτε σε μαχαιροβγάλτες, ούτε σε δολοφόνους, ούτε σε ληστές, ούτε σε κανένα άλλο είδος εγκληματία. Εστιάζει αποκλειστικά στον κλέφτη. Οι αναφορές σε άλλους εγκληματικούς κλάδους γίνεται μόνο στο κεφάλαιο των φυλακών, τη φυσική κατάληξη του κλέφτη. Παρακολουθούμε δηλαδή την ολοκληρωμένη πορεία του κλέφτη: δράση, σύλληψη, ανάκριση, δίκη, φυλάκιση και μάλιστα περισσότερο από λαογραφική παρά από κοινωνιολογική σκοπιά, αφού ο Πετρόπουλος δεν αναφέρεται ούτε στα αίτια που οδηγούν κάποιον στην κλοπή ως συνειδητή επαγγελματική επιλογή, ούτε στην κοινωνική αδικία, το μορφωτικό επίπεδο κτλ. Αυτό που αναφέρεται είναι το ταξικό μίσος που υπάρχει και που εκφράζεται με πράξεις όπως αφόδευση στο τραπέζι ή το κρεβάτι του θύματος και αυνανισμός.
  Φυσικά οι κλέφτες του Πετρόπουλου δεν έχουν καμία σχέση με τους σύγχρονους αγριεμένους κλέφτες των μεγαλουπόλεων (και της επαρχίας). Οι σύγχρονοι αγριεμένοι κλέφτες ασκούν βία ακόμα και χωρίς αφορμή. Ξυλοκοπούν μέχρι αναισθησίας το θύμα ακόμη κι αν αποδειχθεί απολύτως συνεργάσιμο. Πολλές φορές οπλοφορούν. Παρακολουθούμε δολοφονίες ηλικιωμένων γυναικών για μικροποσά. Οι κλέφτες γίνονται διαρκώς και πιο σκληροί, διαρκώς και πιο επικίνδυνοι. Το ταξικό τους μίσος εκφράζεται με βία. Η ανθρώπινη ζωή κοστολογείται όλο και πιο φτηνά. Μπροστά σ’ αυτά οι αφοδεύσεις και οι εκσπερματώσεις των πετροπουλικών κλεφτών είναι αβροφροσύνες. Ο γριλάκιας και ο μπουγαδοκλέφτης γίνονται γραφικές φιγούρες ενός ανέμελου κι ακίνδυνου παρελθόντος. Γιατί ο κλέφτης του Πετρόπουλου δεν πυροβολούσε τον ιδιοκτήτη του αυτοκινήτου αν απροόπτως εμφανιζόταν, ούτε σκότωνε για μια κάμερα. Κι αν τη στιγμή της μπούκας ερχόταν ο νοικοκύρης προσπαθούσε να φύγει κι όχι να επιτεθεί.          

Ο Ηλίας Πετρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και τουρκολογία στο Παρίσι όπου και εγκαταστάθηκε το 1975. Πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό, πολέμιος των ακαδημαϊκών και του κατεστημένου, ο Πετρόπουλος ήταν ο πρώτος λαογράφος στην Ελλάδα που ασχολήθηκε με το "περιθώριο" και κατέγραψε πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα από την επίσημη ιστορία της χώρας του.
Ο Ηλίας Πετρόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928, σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και τουρκολογία στο Παρίσι όπου και εγκαταστάθηκε το 1975. Πνεύμα ανήσυχο και ερευνητικό, πολέμιος των ακαδημαϊκών και του κατεστημένου, ο Πετρόπουλος ήταν ο πρώτος λαογράφος στην Ελλάδα που ασχολήθηκε με το “περιθώριο” και κατέγραψε πρόσωπα και πράγματα περιφρονημένα από την επίσημη ιστορία της χώρας του.
Παρά τις βασικές διαφορές της νέας γενιάς κλεφτών τα κίνητρα είναι πάντα τα ίδια, τα κλοπιμαία. Δηλαδή το αντικείμενο της ιδιοκτησίας που παρανόμως αλλάζει χέρια. Ο νόμος, φυσικά, είναι προστάτης της ιδιοκτησίας. Ο νόμος καθορίζεται από ανθρώπους που έχουν ιδιοκτησία. Η ιδιοκτησία των ανθρώπων που συμβάλλουν ενεργά στη διαμόρφωση των νόμων – άμεσα ή έμμεσα – δεν έχει καμία σχέση με τη μικροϊδιοκτησία των καθημερινών κι ανώνυμων ανθρώπων. Ο καθημερινός άνθρωπος περνάει μαρτύρια για να αποκτήσει την ελάχιστη περιουσία που τελικά κατέχει. Δουλεύει σκληρά και πληρώνει υπέρογκες δόσεις για το σπίτι και το αυτοκίνητό του. Η περιουσία του είναι το ελάχιστο δίκιο που του έχει απομείνει. Η ελίτ του χρήματος αποτελείται από ανθρώπους που έχουν τεράστια περιουσία. Οι άνθρωποι του χρήματος δεν γνωρίζουν την καθημερινή βιοπάλη. Οι άνθρωποι του χρήματος πλουτίζουν από τη δουλειά των άλλων. Οι άνθρωποι του χρήματος πληρώνουν καλά για την ασφάλεια του σπιτιού τους. Οι άνθρωποι του χρήματος δεν είναι τόσο ευάλωτοι στον κλέφτη. Ως εκ τούτου, δεν μισούν τον κλέφτη. Εξάλλου, ακόμη κι αν τους κλέψουν, έχουν λεφτά να αντικαταστήσουν τα κλοπιμαία. Ο βιοπαλαιστής μισεί τον κλέφτη. Ο βιοπαλαιστής είναι αυτός που κινδυνεύει από τον κλέφτη. Ο κλέφτης έχει πολύ συγκεχυμένη ταξική αντίληψη. Για τον κλέφτη σχεδόν όλοι είναι «μπουρζουάδες». Ο κλέφτης μισεί τους «μπουρζουάδες». Ο κλέφτης θέλει να εκδικηθεί τους «μπουρζουάδες». Ο κλέφτης δεν μπορεί να πλησιάσει τους ανθρώπους του χρήματος. Μοιραία χτυπάει σπίτια μικρομεσαίων βιοπαλαιστών τους οποίους θεωρεί «μπουρζουάδες». Και μόνο η ύπαρξη βιβλιοθήκης στο σπίτι είναι για τον κλέφτη ξεκάθαρη «μπουρζουάδικη» απόδειξη. Ο βιοπαλαιστής έχει δίκιο που μισεί τον κλέφτη. Οι βιοπαλαιστές και οι κλέφτες αλληλοσπαράσσονται μέχρι θανάτου. Οι άνθρωποι του χρήματος παρακολουθούν τον αλληλοσπαραγμό τους ανέπαφοι. Πρόκειται για ένα ξεκάθαρο παιχνίδι ιδιοκτησίας από το οποίο όμως απουσιάζουν οι αληθινοί ιδιοκτήτες. Ο λαός λέει ότι κανείς δεν γίνεται ζάμπλουτος με τον τίμιο ιδρώτα του. Όταν λέμε ανθρώπους του χρήματος εννοούμε τους ελάχιστους ανθρώπους που λυμαίνονται τον εθνικό ή τον παγκόσμιο πλούτο. Που διαπλέκονται ανάμεσα σε ακατανόητες χρηματιστηριακές επιχειρήσεις, ΜΜΕ και πολιτικές διευκολύνσεις. Που συντηρούν ένα στρατό από μπράβους. Ο καθημερινός βιοπαλαιστής νιώθει απροστάτευτος από την αστυνομία. Ο καθημερινός βιοπαλαιστής αρχίζει σιγά – σιγά να θεωρεί ότι δεν είναι κακό να έχει ένα όπλο στο σπίτι του. Ακούστηκαν ειδήσεις ακόμα και για περίπολα πολιτοφυλακής σε γειτονιές της Αθήνας. Ο καθημερινός βιοπαλαιστής συνδέει το έγκλημα με τους μετανάστες. Σταδιακά γίνεται όλο και πιο πρόθυμος να ασπαστεί εθνικιστικά ιδεολογήματα. Ο καθημερινός βιοπαλαιστής βιώνει επώδυνα την αδιάκοπη έκθεσή του στο έγκλημα. Πολλές φορές φοβάται να βγει από το σπίτι του. Οι πολιτικοί παγκοσμίως δεν απορούν καθόλου γιατί υπάρχει έξαρση της εγκληματικότητας. Οι πολιτικοί παγκοσμίως προσπαθούν να αντιμετωπίσουν το έγκλημα προσλαμβάνοντας όλο και περισσότερους αστυνομικούς. Οι αστυνομικοί ποτέ δεν επαρκούν. Οι αστυνομικοί προστατεύουν τη νομιμότητα. Η νομιμότητα στρέφεται ενάντια σε οτιδήποτε καταπατά τις νόμιμες πολιτικές αποφάσεις. Οι άνθρωποι του χρήματος στηρίζονται – συνήθως – σε νόμιμες πολιτικές αποφάσεις. Η εκμηδένιση των εργασιακών δικαιωμάτων, η εγκληματική καταστροφή του περιβάλλοντος, ο οικονομικό – χρηματιστηριακός γκανγκστερισμός κτλ στηρίζονται – συνήθως – σε νόμιμες πολιτικές αποφάσεις. Κάθε δυναμική αντιπαράθεση απέναντι σ’ αυτά είναι – συνήθως – έξω από τη νομιμότητα. Τα όρια και τα κίνητρα αυτών των αντιπαραθέσεων ο καθένας τα ερμηνεύει διαφορετικά. Αυτή η διαφορετικότητα στην ερμηνεία δεν είναι παρά η υποκειμενικότητα του δικαίου (από την ηθική κι όχι τη νομική του υπόσταση). Η υποκειμενικότητα του ηθικού δικαίου δεν νομιμοποιεί την κατάλυση του νόμου. Ο κλέφτης, αν και στερείται οποιουδήποτε κοινωνικού οράματος, θέλει να διεκδικήσει το δικό του ηθικό δίκαιο.
Σκίτσο από το "Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη" (εκδ.Νεφέλη-1979)
Σκίτσο από το “Εγχειρίδιον του Καλού Κλέφτη”
Το ηθικό δίκαιο που διεκδικεί ο κλέφτης, δεν έχει καμία σχέση με το ηθικό δίκαιο που διεκδικεί ο εργαζόμενος ή ο άνεργος. Η αστυνομία, εφόσον καταλύεται ο νόμος, δεν κάνει διακρίσεις στο ηθικό δίκαιο του καθενός.  Ο κλέφτης νομιμοποιεί τη διαρκή ενίσχυση της αστυνομίας. Ο κλέφτης νομιμοποιεί τα μέτρα καταστολής του συστήματος. Ο εργαζόμενος και ο άνεργος έρχονται συχνά σε σύγκρουση με τα μέτρα καταστολής του συστήματος. Ο κλέφτης είναι ο ψιλικατζής του εγκλήματος. Το οργανωμένο έγκλημα δεν έχει καμία σχέση με τον κλέφτη. Το οργανωμένο έγκλημα ασχολείται με μεγάλες δουλειές. Τα ναρκωτικά, η πορνεία, το παράνομο εμπόριο όπλων και το μεταναστευτικό δουλεμπόριο γνωρίζουν τζίρους χωρίς προηγούμενο. Το σύστημα στηρίζεται στο κέρδος. Το κέρδος είναι η καρδιά του συστήματος. Η παγκόσμια αστυνομία προσπαθεί δεκαετίες την εξάρθρωση των εμπόρων ναρκωτικών χωρίς αποτέλεσμα. Ο καθημερινός άνθρωπος αισθάνεται ότι πρέπει ο ίδιος να προστατέψει το παιδί του. Ο καθημερινός άνθρωπος είναι μετέωρος ανάμεσα στη νομιμότητα και το έγκλημα. Νιώθει οργή. Η οργή δεν είναι παρά ο καθρέφτης της σύγχυσης ενός συστήματος που ευαγγελίζεται τη νομιμότητα και ταυτόχρονα καθιστά την παρανομία ασύλληπτα κερδοφόρα.






 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου