Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Πι-ρα-χά

Στη ζούγκλα του Αμαζονίου, κατά μήκος του ποταμού Μαϊτσί της Βραζιλίας, ζει η απομονωμένη φυλή των ιθαγενών Πιραχά με πληθυσμό περίπου 400 άτομα. Οι ίδιοι αποκαλούν τη φυλή τους Χιταϊτίχι και μιλούν την ομώνυμη γλώσσα Πιραχά.


Πιραχά (γράφεται και Pirahα, Pirahαn), ή Mϊra-Pirahγ είναι η μοναδική επιζώσα απόγονος της διαλέκτου Μούρα καθώς οι υπόλοιπες εξαφανίστηκαν τους περασμένους αιώνες ή αντικαταστάθηκαν με την Πορτογαλική. Συγγενής γλώσσα αν και εξαφανισμένη πλέον ήταν η Ματανάγουι. Σήμερα η γλώσσα Πιραχά έχει περίπου 280-350 ομιλητές αλλά δεν διατρέχει κίνδυνο μιας και η κοινότητα των Πιραχά έχει πολύ ισχυρούς δεσμούς. Η γλώσσα Πιραχά είναι ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα πολλών αμφισβητούμενων αξιώσεων. Για παράδειγμα περιέχει στοιχεία που αναιρούν την γλωσσική σχετικότητα. Ο αριθμός των γλωσσολόγων με πρακτική εμπειρία στη γλώσσα Πιραχά είναι πολύ μικρός. Πρόκειται για γλώσσα στην οποία απουσιάζουν τα φωνήματα, οι αριθμοί, τα χρώματα. Υπάρχει η λέξη «χόι» για παράδειγμα, που πλησιάζει στον αριθμό ένα, αλλά μπορεί επίσης να σημαίνει «μικρό» ή μια μικρή ποσότητα, όπως δύο μικρά ψάρια. Αντικαθίστανται οι έννοιες των αριθμών με το «πολύ» ή «λίγο», με το «μικρό» ή «μεγάλο», ενώ για τα χρώματα υπάρχει η έννοια του «ανοιχτού» και του «σκούρου». Στη γλώσσα τους δεν υπάρχουν παρελθοντικοί χρόνοι ούτε μελλοντικοί, επειδή γι’ αυτούς όλα υπάρχουν στο παρόν. Δεν υπάρχει γραφή, ενώ δεν έχουν κανένα μύθο για τη δημιουργία του κόσμου.  H γλώσσα τους είναι απλή. Στους άνδρες περιορίζεται σε οκτώ σύμφωνα και τρία φωνήεντα. Οι γυναίκες έχουν το μικρότερο αριθμό «ήχων ομιλίας» στον κόσμο, με μόλις επτά σύμφωνα και τρία φωνήεντα. Η γλώσσα τους μπορεί να «μιληθεί» μόνο «τραγουδιστά» ή «σφυριχτά». Οι μητέρες μαθαίνουν τη γλώσσα στα παιδιά τους τραγουδώντας τους. Οι προσωπικές αντωνυμίες είναι δανεισμένες από την γλώσσα Τούπι και μας είναι άγνωστο τί χρησιμοποιούσαν νωρίτερα. Χαρακτηριστικό είναι πως οι Πιραχά δεν μετρούν και τους είναι πολύ δύσκολο να κατανοήσουν την έννοια των αριθμών. Οι επιστήμονες θεωρούν πως τους είναι περιττοί εξ αιτίας του τρόπου ζωής που ακολουθούν.
«Οι Πιραχά όχι μόνο δεν μετρούν αλλά και δεν σχεδιάζουν», γράφει ο Γκόρντον στο περιοδικό Science. «Ο σχεδιασμός ευθειών γραμμών ήταν εφικτός μόνο με πολύ μεγάλη προσπάθεια και συγκέντρωση και με τη συνοδεία ηχηρών στεναγμών και βογγητών».

Το 1977 ο αμερικανός πάστορας Ντάνιελ Έβερετ, τους επισκέφθηκε με σκοπό να τους προσηλυτίσει στο χριστιανισμό. Κατάφερε να μάθει τη γλώσσα τους και μετέφρασε το ευαγγέλιο του Λουκά σ’ αυτή. Αξιοσημείωτο είναι πως οι Πιραχά τον ρώτησαν αν έχει δει τον θεό για τον οποίο μιλάει. Εκείνος απάντησε όχι. Τότε, συνέχισαν, αν τον έχουν δει οι άνθρωποι που του μίλησαν γι’ αυτόν. Η απάντηση ήταν πάλι όχι. Τότε οι Πιραχά αναφώνησαν: «γιατί μας μιλάς για κάποιον τον οποίο δεν έχει δει κανένας;» Στο μεταξύ είχε διαπιστώσει ότι οι Πιραχά δεν ενδιαφέρονται για τον Θεό, τη Βίβλο ή οποιαδήποτε φιλοσοφία δεν μπορούν να βιώσουν οι ίδιοι. Είχε επίσης διαπιστώσει αργότερα ότι ούτε εκείνος πίστευε πια στον Θεό. Κατέληξε άθεος με αποτέλεσμα τη διάλυση της οικογένειάς του και την αφοσίωση του στον τρόπο ζωής των Πιραχά. Η γυναίκα του Έβερετ συνέχισε την προσπάθεια προσηλυτισμού των Πιραχά στο χριστιανισμό, μιας και θεώρησε ότι δεν το έκανε σωστά ο πρώην σύζυγος της, χωρίς βέβαια κανένα αποτέλεσμα. Στα επόμενα χρόνια ο Έβερετ (είναι και γλωσσολόγος) συγκρούστηκε με τη βασική θεωρία του Νόαμ Τσόμσκι για τη γλώσσα, εφ’ όσον η γλώσσα των Πιραχά έχει καθοριστεί από το ιδιαίτερο περιβάλλον τους και δεν υπακούει στους οικουμενικούς γλωσσολογικούς κανόνες.

Ο τρόπος ζωής τους είναι αυστηρά κοινοτικός. Δεν διέπονται από σχέσεις εξουσίας, ενώ δεν έχουν θρησκεία και αρχηγό. Όλοι συμμετέχουν ενεργά στην κοινότητα ο καθένας με τον τρόπο του. Ζουν στο τώρα αποκλειστικά, είναι ολιγαρκείς και αυτάρκεις. Αν πεινάσουν κυνηγούν συλλογικά ή αν πεινάσει κάποιος, απλά κόβει ένα καρπό δέντρου. Δεν χτίζουν καλύβες που να αντέχουν στο χρόνο και δεν αποθηκεύουν ποτέ τροφή. Οτιδήποτε περισσότερο από αυτό που τους αρκεί είναι περιττό για αυτούς. Ζουν σε πλήρη αρμονία με τη φύση και δεν δείχνουν κανενός είδους επιθετικότητα ή ανταγωνιστικότητα μεταξύ τους. Η πραότητα και η αγάπη είναι αυτό που τους διέπει. Θεωρούν και έτσι είναι δηλαδή, πως μεταξύ τους τα αισθήματα είναι αμοιβαία. Δεν υπάρχουν φαινόμενα μνησικακίας και εκδίκησης. Ο αλληλοσεβασμός εδώ, έχει τον πρώτο λόγο. Κατά τη διάρκεια της ζωής τους, αλλάζουν ονόματα ανάλογα με τη φάση της εφηβείας και της ενηλικίωσης. Η έννοια του άγχους και του καταναγκασμού δεν υπάρχει. Όπως οι ίδιοι μας λένε, «τι και αν έπεσε το ψάρι από τα χέρια του μικρού στη θάλασσα; Απλά του έπεσε» ή «Αν το μωρό δεν πεινάει δε θα το πιέσουμε. Εκείνο ξέρει καλύτερα τι χρειάζεται». Η έννοια του χρόνου όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε, δεν υφίσταται για τους Πιραχά. Ακόμα και το «χθες» ή το «αύριο» είναι έννοιες που δεν τους «αγγίζουν». Όπως χαρακτηριστικά έχει πει ο Έβερετ: «Το να σκέφτεσαι συνέχεια το μέλλον και να στεναχωριέσαι για το παρελθόν δεν είναι κάτι το υγιές. Αυτό μου δίδαξαν οι Πιραχά. Συμπεραίνω  ότι ο καπιταλισμός και η θρησκεία είναι τεχνητές ανάγκες. Βλέπουμε ανθρώπους του Αμαζονίου που ήταν αρχικά αυτάρκεις και ικανοποιημένοι από τη ζωή τους να αρχίζουν να νιώθουν φτωχοί και δυστυχισμένοι».

Ένα άλλο παράδειγμα της μοναδικότητας των Πιραχά είναι πως κοιμούνται πολύ λίγες ώρες, θεωρώντας πως ο πολύς ύπνος είναι ταυτόσημος του θανάτου και της παρακμής, ενώ κάθε φορά που ξυπνάνε θεωρούν πως ξαναγεννιούνται. Πληθυντικός σε ένδειξη «σεβασμού» ή λέξεις όπως «καλημέρα», «καληνύχτα» δεν υπάρχουν. Τα πάντα δείχνουν «αλλόκοτα», όμως τόσο φυσικά και αναγκαία για την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης.

Οι βαθυστόχαστες αναλύσεις, αν θέλουμε να τους μιμηθούμε στο ελάχιστο, είναι περιττές. Οι μακρινοί μας φίλοι Πιραχά ή Χιταϊτίχι, όπως οι ίδιοι αυτοαποκαλούνται, έχουν πολλά να μας πουν και άλλα τόσα να μας διδάξουν. Αποδεικνύουν  έμπρακτα πως μπορούμε να ζούμε χωρίς θεούς ή αφέντες, αρμονικά μεταξύ μας και με σεβασμό προς τη φύση. Αν ευχόμαστε κάτι, πραγματικά μέσα από την καρδιά μας, είναι να συνεχίσουν να ζουν στην αρμονία αυτή, παραμένοντας αγνοί και άναρχοι μακριά από κάθε πολιτισμό. Η ύπαρξή τους, υπενθυμίζει σε όλους τους ανθρώπους που βρισκόμαστε κάτω από το ζυγό του εξουσιαστικού πολιτισμού, πως πρέπει να αγωνιστούμε, με σύμμαχο τα ανίκητα στοιχεία της ανθρώπινης φύσης. Αυτά της αλληλεγγύης, της κατανόησης, του αλληλοσεβασμού και της αρμονίας με τη φύση. Μέχρι το γκρέμισμα του κράτους και κάθε εξουσίας όπου γης και τη δημιουργία των άναρχων κοινοτήτων. Για μια πραγματικά ελεύθερη και άναρχη ζωή.


Ένας άνθρωπος που πήγε να προσηλυτίσει κι προσηλυτίστηκε ο ίδιος.
O Ντάνιελ Έβερετ ήθελε να συνδυάσει την περιπέτεια με την χριστιανική ιεραποστολή
και πήγε στους Πί-ρα-χα, στην Βραζιλία, στον Αμαζόνιο.
Επειδή δεν μπόρεσε σε να τους πείσει για την ύπαρξη του Θεού, αρνήθηκαν οι ιθαγενείς να πιστέψουν στον Ιησού.
Αυτό του προκάλεσε μια θρησκευτική κρίση. Ήταν όμως τόσο γοητευμένος από τον τρόπο ζωής τους, που είναι τελείως αποκομμένος από τον μοντέρνο πολιτισμό ωστε ξεκίνησε να ερευνά την γλώσσα τους.
Πάνω στα αποτελέσματα της έρευνάς του ξέσπασαν διαφωνίες μεταξύ διαφόρων γλωσσολόγων επειδή ο Έβερετ απέδειξε πως οι Πι-ρα-χά δεν χρησιμοποιούν αριθμούς.
Περιγράφει τις εμπειρίες του στο βιβλίο «Το πιό ευτυχισμένο Έθνος, επτά χρόνια δίπλα στους Πι-ρα-χα Ινδιάνους του Αμαζονίου».
Αυτή την διαδρομή την έχει κάνει πάνω απο εξήντα φορές. Ο έβερετ ταξιδεύει πάνω στον Άιτσι, έναν παραπόταμο του Αμαζονιου, σε μια ολογάριθμη φυλή Ινδιάνων, τους Πι-ρα-χά.
Πριν από τριάντα χρόνια ήλθε για πρώτη φορά σε αυτόν τον τόπο, ως Ιεραπόστολος. Ήθελε να τους μεταδώσει την θρησκεία του. Αλλα η ιστορία είχε μια διαφορετική εξέλλιξη.
Ήθελα να ξεκινήσω κάτι καινούργιο στην ζωή μου. Ήθελα να βοηθήσω τους ανθρώπους εκεί και ο Αμαζόνιος μου ακούστηκε περιπετειώδης. Αλλα, για να είμαι ειλικρινής, δεν ήξερα τί με περιμένει.
Ο νεαρός ιεραπόστολος δεν περίμενε πως θα συναντήσει τόσο χαρούμενους, χαλαρούς και ευτυχισμένους ανθρώπους.
Γιατί ήταν όμως αυτοί οι άνθρωποι έτσι; Αυτό το ανακάλυψε σιγα-σιγα, στα εφτά χρόνια που πέρασε μαζί τους.
Μια διανοητική και προσωπική περιπέτεια την οποία τώρα διηγείται μας διηγείται ο Έβερετ στο έργο της ζωής του, για το πιό «ευτυχισμένο Έθνος» όπως τους αποκαλεί (τους Πι-ρα χά).
Ένα βασικό μου πρόβλημα ήταν «γιατί έπρεπε να τους πείσω για την ύπαρξη του Θεού»; Για να αποκτήσουν μια καλύτερη ζωή; Αυτό ήταν μια μεγάλη πρόκληση για εμένα.

Την γυναίκα του, Κάρεν, την κόρη ενος ιεραπόστολου, την είχε γνωρίσει όταν ήταν δεκαεφτά ετών.
Τον έσωσε από τα ναρκωτικά και αυτός ανακάλυψε τότε τον Θεό και ήθελε να το μεταδώσει.
Με τρία παιδιά πηγαίνουνε στον Αμαζόνιο ως ιεαραπόστολοι για να προσηλυτίσουνε τους Πι-ρα-χα, οι οποίοι εδώ και 200 χρόνια αρνούνται να μιλήσουν ακόμη και μια λέξη Πορτογαλικά!
Η γλώσσα τους είναι μια εξαιρετικά δύσκολη γλώσσα, την οποία ο Έβερετ πρέπει να μάθει. Κανένας ξένος δεν είχε καταφέρει να την μάθει. Μια γλώσσα η οποία απαιτεί έναν τελείως διαφορετικό τρόπο σκέψης.





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου