Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2015

Αλμπέρ Καμύ

Αλμπέρ Καμύ: Η Τέχνη δεν αντέχει τη λογική


 
Γάλλος φιλόσοφος, συγγραφέας και δημοσιογράφος, ο Αλμπέρ Καμύ γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου του 1913 στην Αλγερία. Ιδρυτής του Theatre du Travail (1935), χρωστά σχεδόν εξίσου τη φήμη του στα μυθιστορήματά του «Ο Ξένος» και «Η Πανούκλα», στα θεατρικά του έργα «Καλλιγούλας» και «Οι δίκαιοι» αλλά και στα φιλοσοφικά του δοκίμια «Ο Μύθος του Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος». Έγραψε για την αναζήτηση του νοήματος στη ζωή και για την ανάγκη της εξέγερσης και τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1957.
Για τον βιογράφο του, Ολιβιέ Τοντ, ήταν ένας «επικίνδυνος συγγραφέας» αμφισβητώντας το ιδεολογικό δόγμα ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ο Καμύ δεν αποδέχεται τον σουρεαλισμό, χαρακτηρίζοντάς τον παρωχημένο πνευματικό κίνημα, αλλά, αντιθέτως, αντιλαμβάνεται το παράλογο με την έννοια του αντιφατικού, του μη λογικού. Δεν θεωρεί λογικό εκείνον που σκέφτεται, αλλά εκείνον που αισθάνεται λογικά, αναφέροντας σ' ένα από τα πρώτα του άρθρα ότι «η Τέχνη δεν αντέχει τη λογική».

Από τα 47 χρόνια της ζωής του τα 27 τα έζησε στην Αλγερία και τα 20 στη Γαλλία. Ο ίδιος συστηνόταν ως «γιος ενός οιναποθηκάριου και μιας παραδουλεύτρας, ανιψιός βαρελοποιού». Ο πατέρας του, Λουσιάν, τραυματίστηκε στη μάχη της Μαρν κατά τη διάρκεια του ‘Α Παγκοσμίου Πολέμου και λίγο αργότερα πέθανε. Με τη μητέρα του είχε μία πολύ ιδιαίτερη σχέση. Χαρακτηριστικό είναι ότι της αφιέρωνε τα βιβλία του με την επισήμανση «σ΄ αυτήν που δεν θα μπορέσει να το διαβάσει ποτέ», γιατί ήταν αγράμματη.

Ο Καμύ ξεκινάει να γράφει πολύ νέος και τα πρώτα του κείμενα δημοσιεύονται στο περιοδικό Sud το 1932. Πήρε πτυχίο ανωτάτων σπουδών στη φιλολογία αλλά εξαιτίας της φυματίωσης δεν κατάφερε να περάσει τον διαγωνισμό πιστοποίησης που θα του επέτρεπε να ασχοληθεί με την εκπαίδευση (agrégation). Δύο χρόνια μετά την εγγραφή του στο κομουνιστικό κόμμα, το εγκαταλείπει, προσάπτοντάς του «ιδεολογικό απολυταρχισμό». Εκείνη την εποχή γράφει στα σημειωματάριά του: «Όσοι έχουν κάποιο μεγαλείο μέσα τους δεν κάνουν πολιτική». Εργάζεται στην εφημερίδα Front populaire (Το λαϊκό μέτωπο), του Πασκάλ Πια, όμως η έρευνά του με τίτλο «Μιζέρια της Καμπυλίας», συναντά αντιδράσεις και το 1940 η κυβέρνηση της Αλγερίας θα απαγορεύσει την εφημερίδα και θα φροντίσει να μη ξαναβρεί δουλειά ο Καμύ.
 
Τότε είναι που εγκαθίσταται στο Παρίσι και εργάζεται ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα Paris-Soir. Εκείνη την περίοδο θα δημοσιεύσει και τον «Ξένο» (1942) και τον «μύθο του Σίσυφου» (1942). «Ο Ξένος», η ιστορία ενός άντρα που δεν δείχνει κανένα συναίσθημα για το θάνατο της μητέρας του, που στη συνέχεια σκοτώνει έναν Άραβα, έγινε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία. Σύμφωνα με την δική του άποψη περί ταξινόμησης του έργου του, αυτά τα έργα υπάγονται στον «κύκλο του παραλόγου», ο οποίος θα συμπληρωθεί με τα θεατρικά έργα «Η παρεξήγηση» και ο «Καλλιγούλας».

Το 1943 προσλαμβάνεται ως αναγνώστης από τον εκδοτικό οίκο Gallimard. Κατά την κατοχή της Γαλλίας από τους Ναζί, ο Καμύ υπήρξε ενεργός στην αντίσταση, γράφοντας και έχοντας την αρχισυνταξία για την παράνομη εφημερίδα Combat. Το λογοτεχνικό του έργο συνεχίζεται με τον «κύκλο της εξέγερσης», στον οποίο περιλαμβάνεται η «Πανούκλα» (1947) αλλά και άλλα έργα όπως «Οι δίκαιοι» (1949) και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» (1951).

Ο βιογράφος του γράφει για τη σχέση του με τη δημοσιογραφία: «Πολλοί συγγραφείς γεννιούνται από τη δημοσιογραφία. Αλλοι τόσοι θάβονται απ΄ αυτήν. Ο Καμύ ξεκινάει μια αντίστροφη κίνηση. Ξέρει ήδη να στήνει το σκηνικό, να τοποθετεί τα πρόσωπα. Το δίπλωμα της φιλοσοφίας του είναι χρήσιμο: αναζητεί το νόημα κάτω από τα γεγονότα».

Πολιτική και δημοσιογραφία έχουν αξίες ασύμβατες κατά τον Καμύ, καθώς ο πολιτικός αποκρύπτει την αλήθεια, ενώ ο δημοσιογράφος οφείλει να την ξεσκεπάσει, χαρακτηρίζοντας τον δημοσιογράφο «ιστορικό τού άμεσου».
 
Επισκέφθηκε την Ελλάδα στις 28 Απριλίου 1955 και είχε δώσει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Τη συζήτηση αποτύπωσε στο μαγνητόφωνο ο ποιητής Ανδρέας Εμπειρίκος.
Εκείνη την εποχή, οι μνήμες του Εμφυλίου στη χώρα μας ήταν ακόμα νωπές, ενώ ο Καμύ είχε ήδη συνυπογράψει επιστολή συμπαράστασης στους αριστερούς που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο (1949), ενώ αργότερα κράτησε την ίδια στάση και για τους αγωνιστές της Κύπρου. «Πράγματι», παραδεχόταν, «υπήρξε μια γαλλική εθνική αλληλεγγύη και υπήρξε και μια ελληνική εθνική αλληλεγγύη: η αλληλλεγγύη της οδύνης. Αυτή την αλληλεγγύη μπορούμε να την ξαναβρούμε κάθε στιγμή και όχι μόνο με το ένδυμα της οδύνης».

Κατά τη συζήτηση αυτή, απάντησε και στην ερώτηση «πού είναι η ελευθερία την οποία διεκδικείτε;», που του έθεσε μια μαθήτρια: «Η άνευ όρων ελευθερία είναι το αντίθετο της ελευθερίας. Την άνευ ορίων ελευθερία μόνον οι τύραννοι μπορούν να την ασκούν. Ο Χίτλερ ήταν ένας σχετικά ελεύθερος άνθρωπος, ο μόνος άλλωστε από όλη την Αυτοκρατορία του. Αλλά αν θέλουμε να ασκήσουμε μια αληθινή ελευθερία, αυτή δεν μπορεί να ασκηθεί μόνο προς το συμφέρον τού ατόμου που την ασκεί. Η ελευθερία είχε πάντα ως όριο την ελευθερία των άλλων».

Ο συγγραφέας έφυγε από τη ζωή στις 4 Ιανουαρίου 1960 σε ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα, όταν ο οδηγός, εκδότης Μισέλ Γκαλιμάρ, παρέκκλινε της πορείας του και χτύπησε σε ένα δέντρο. Ο Γκαλιμάρ τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε πέντε ημέρες αργότερα στο νοσοκομείο. Ο Καμύ σκοτώθηκε επί τόπου. Ο ίδιος έλεγε στους φίλους του ότι «δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από τον θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο δυστύχημα». Η σορός του ενταφιάστηκε στην Lourmarin, στη Νότια Γαλλία, όπου διέμενε τα τελευταία χρόνια της ζωής του.

                                                 H Facel-Vega διαλύθηκε μετά την πρόσκρουση στο δέντρο
 
                            Ο θάνατος του διάσημου συγγραφέα πρωτοσέλιδο στις γαλλικές εφημερίδες

********************************************************************************* 

Αλμπέρ Καμύ: Ενας επικίνδυνος κλασικός...

«Σαγηνευτικός και εύθικτος, ειλικρινής και θεατρικός, ταπεινός και αλαζόνας, ο Καμύ ήθελε να τον αγαπούν. Συχνά το κατάφερνε. Επιθυμούσε βεβαίως και να τον καταλαβαίνουν, αλλά δεν το κατάφερε ως το τέλος της ζωή του. 

   Ο Γάλλος δημοσιογράφος και συγγραφέας Ολιβιέ Τοντ συνθέτει την πιο άρτια και πολυεπίπεδη βιογραφία του Αλμπέρ Καμύ.

Ο Γάλλος δημοσιογράφος και συγγραφέας Ολιβιέ Τοντ συνθέτει την πιο άρτια και πολυεπίπεδη βιογραφία του Αλμπέρ Καμύ.
«Σαγηνευτικός και εύθικτος, ειλικρινής και θεατρικός, ταπεινός και αλαζόνας, ο Καμύ ήθελε να τον αγαπούν. Συχνά το κατάφερνε. Επιθυμούσε βεβαίως και να τον καταλαβαίνουν, αλλά δεν το κατάφερε ως το τέλος της ζωή του. Μιλούσε πολύ για την ευτυχία
Ο Καμύ ήταν δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, μυθιστοριογράφος, δραματουργός, σκηνοθέτης, ηθοποιός...
Μέσα από αυτή τη βιογραφία η προσωπικότητά του αναδεικνύεται σε όλη της την πολυπλοκότητα, χάρη σε πολλά ανέκδοτα κείμενα που παρουσιάζονται για πρώτη φορά εδώ, μεταξύ των οποίων και η αλληλογραφία του. Ο Καμύ ήταν γητευτής και εύθικτος, σοβαρός και θεατρικός, γεμάτος αμφιβολίες και υπερόπτης.
Hθελε να τον αγαπούν και το κατάφερνε συχνά. Hθελε να τον καταλαβαίνουν, αλλά δεν το κατάφερνε πάντα. Μιλούσε πολύ για ευτυχία για να νιώθει ο ίδιος ευτυχής και γαλήνιος.
Πρέπει να τον φανταστούμε και δυστυχισμένο, όπως ο Σίσυφος. Βάσανα, σπαραγμοί και χωρισμοί τον σημάδεψαν. Χωρίς όμως αυτά θα είχαμε την "Πτώση";

Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη. Εκδ. «Καστανιώτη», σελ. 788, € 30.
Μπορούμε να αποδεχτούμε ή να απορρίψουμε τον αγιοποιημένο και συχνά αποστειρωμένο συγγραφέα Καμύ των εγχειριδίων.
Ο Αλμπέρ Καμύ είναι ένας επικίνδυνος κλασικός: τον διδάσκουν σε όλες τις ηπείρους και τον διαβάζουν όλα τα κοινωνικά στρώματα...»
Δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος, μυθιστοριογράφος, δραματουργός, σκηνοθέτης και ηθοποιός, ο Καμύ γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1913 στο Αλγέρι, και υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Γάλλους φιλοσόφους και συγγραφείς.
 
Αιώνας του άγχουςΗταν ο πρώτος που προφητικά χαρακτήρισε τον 20ό αιώνα «αιώνα τους άγχους και του στρες» και τον 21ο «αιώνα της κατάθλιψης και της μελαγχολίας», σφραγίζοντας με τον αιφνίδιο και αλλόκοτο θάνατό του ακριβώς τον παραλογισμό της ζωής (σκοτώθηκε στις 4 Ιανουαρίου 1960, σε αυτοκινητιστικό όταν ο οδηγός, στενός συγγενής του εκδότη του Γκαλιμάρ, παρεξέκλινε της πορείας): «Στα 24 χιλιόμετρα έξω από το Σαν, στην εθνική οδό 5, μεταξύ Σαμπινύ-συρ-Υόν και Βιλνέβ-λα-Γκιγιάρ, το Facel- Vega παρεκκλίνει της πορείας του, φεύγει από το δρόμο, χτυπάει πάνω σ’ ένα πλάτανο, πέφτει πάνω σ’ ένα άλλο δέντρο, διαλύεται.
Ο Μισέλ τραυματίζεται σοβαρά, η Ζανίν δεν παθαίνει τίποτε και η Αν. Ο σκύλος χάνεται. Ο Καμύ σκοτώθηκε επί τόπου. Σ’ ένα χωράφι βρέθηκε το ρολόι του ταμπλό, σταματημένο στις 2 παρά 5 το μεσημέρι.
Ο Καμύ έλεγε συχνά στους φίλους του πως δεν υπάρχει τίποτα πιο σκανδαλώδες από το θάνατο ενός παιδιού και τίποτα πιο παράλογο από το θάνατο σε τροχαίο ατύχημα». Ο Γάλλος δημοσιογράφος, αρθρογράφος και συγγραφέας Ολιβιέ Τοντ, συνθέτει, κατά γενική ομολογία, αποφεύγοντας την αγιογραφία, την πιο άρτια, πολυεπίπεδη βιογραφία για τον Καμύ.
Με λεπτομερείς αναφορές στη ζωή του, την πολιτική του δράση και στην εποχή, επιτυγχάνει ταυτόχρονα να σκιαγραφήσει την πολυσύνθετη φυσιογνωμία του καθώς και το συγγραφικό εργαστήρι πίσω από κάθε μεγάλο συγγραφικό έργο του.
«Ο μύθος του Σίσυφου» και «Ο επαναστατημένος άνθρωπος» δεν εκφράζουν μονάχα τον ίδιο τον συγγραφέα, αλλά και την εποχή. «Ο Ξένος», «Η πανούκλα», «Η πτώση», «Η παρεξήγηση» εγκαθιδρύουν σχεδόν στη λογοτεχνία το παράλογο της ζωής αλλά και ένα ιδιαίτερο, πυκνό, αυτοσαρκαστικό, ειρωνικό και πικρό, ελλειπτικό τρόπο γραφής.
Ο Καμύ, παρότι θεωρούσε τον εαυτό του τεμπέλη, φαινόταν να σκέφτεται διαρκώς τη δουλειά.
«Αισθάνεται πως ζει πραγματικά μόνον όταν ετοιμάζει ένα βιβλίο. Στο σπίτι του ή στα ξενοδοχεία γράφει με το χέρι...» Η ιδέα της εξέγερσης, διακατείχε όλη του τη ζωή: «Τι είναι ένας επαναστατημένος άνθρωπος;
Καταρχάς είναι ένας άνθρωπος που λέει όχι.
Αρνείται, αλλά δεν απαρνείται: είναι επίσης αυτός που λέει ναι. Ας εξετάσουμε λεπτομερώς τη στιγμή της εξέγερσης»...
Μια βιογραφία που ρίχνει φως σε έναν τεράστιο συγγραφέα αλλά με την πολυπλοκότητά του, και στην ίδια μας την εποχή.
*********************************************************************************
   O Αλμπέρ Καμύ στην πρώτη κάτω σειρά με κατάμαυρα ρούχα σε μια σπάνια φωτογραφία από τα μαθητικά του χρόνια.
Η επιστολή του Αλμπέρ Καμύ στον δάσκαλό
του.
Λίγο μετά την βράβευση του με Νόμπελ.

19 Νοεμβρίου 1957

  Αγαπητέ Κύριε Germain,

 Άφησα το θόρυβο γύρω μου να καταλαγιάσει λίγο, πριν σας απευθυνθώ από τα βάθη της καρδιάς μου. Mόλις μου δόθηκε μια πολύ μεγάλη τιμή που ούτε περίμενα και ούτε επεδίωξα.

 Όταν άκουσα την είδηση, η πρώτη μου σκέψη μετά τη μητέρα μου ήσασταν εσείς.

 Χωρίς εσάς, χωρίς το χέρι που στοργικά απλώσατε στο φτωχό παιδί που ήμουν τότε,  χωρίς τη διδασκαλία και το παράδειγμά σας, τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί.

 Δεν πρόκειται να κερδίσω πολλά από αυτή την τιμή. Μου δίνει όμως τουλάχιστον την ευκαιρία να σας πω τι υπήρξατε και εξακολουθείτε να είστε για μένα και να σας διαβεβαιώσω ότι οι προσπάθειές σας, το έργο σας, και η γενναιόδωρη καρδιά σας εξακολουθούν να ζουν σε έναν από τα μικρά σχολιαρόπαιδά σας που παρά τα χρόνια, δεν έπαψε ποτέ να είναι ευγνώμων μαθητής σας.

 Θα σας εναγκαλίζομαι με όλη μου την καρδιά.

 Αλμπέρ Καμύ 

*********************************************************************************
Στην ηλικία των 27 χρονών επισκέπτεται για πρώτη φορά την Ελλάδα. Ήταν ο Αύγουστος του 1939 και ο νεαρός συγγραφέας ταξιδεύει στα νησιά του Αιγαίου μαζί με την αγαπημένη του Christiane Galindo. Διψασμένος για εμπειρίες, και με τα μάτια του πάντα άγρυπνα στις κοινωνικές μεταβολές που συνέβαιναν γύρω του, ο Καμύ μαζεύει όλα τα δώρα που του χαρίζει η ζωή. Στα 30 του δημοσιεύει τον «Μύθο του Σίσυφου», μέσω του οποίου μελετάει την λεγόμενη «θεωρία του παραλόγου», αποκτώντας έτσι μία θέση πλάι σε ονόματα όπως ο Κάφκα και ο Νίτσε, προσφέροντας μας μία από τις πιο ζωντανές αποτυπώσεις της πνευματικής κρίσης που περνούσε ο 20ος αιώνας. Κατά την διάρκεια αυτού του πρώτου ταξιδιού του στην Ελλάδα αρχίζει να διαβάζει Επίκουρο και γνωρίζει τους Στωικούς φιλοσόφους.

Ο Καμύ δεν παρέμεινε ποτέ ακίνητος. Η συγγραφική του παραγωγή είναι πολυδιάστατη, η πένα του τρέχει και αποτυπώνει δεκάδες άρθρα σε εφημερίδες, ασκεί κριτική σε θέματα τέχνης ενώ δεν λείπει και μία σειρά ποιημάτων τα οποία βάφτισε “Intuitions”. Το γεγονός της «διττής» ταυτότητας του, ως γάλλος της Αλγερίας, τον κάνει να αισθάνεται άπολις για όλο το διάστημα της ζωής του. Ακόμα και η παραμονή του στο Παρίσι θεωρείται από τον ίδιο ως μία μορφή εξορίας. Το 1955 αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα ύστερα από πρόσκληση που δέχτηκε από το γαλλικό ινστιτούτο της Αθήνας. Ήταν 42 χρονών και του ζητήθηκε να πάρει μέρος ως κεντρικός ομιλητής σε ένα συνέδριο αφιερωμένο στο μέλλον του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Κατά την διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα, ο Καμύ φιλοξενείται στο σπίτι του μεγάλου διανοούμενου και ψυχολόγου, Άγγελου Κατακουζηνού. Το σπίτι του Κατακουζηνού γίνεται το ιδανικό σκηνικό ενός «γαλλικού» κύκλου ελλήνων συγγραφέων, ποιητών και καλλιτεχνών οι οποίοι συγκεντρώνονται γύρω από τον Καμύ. Σε εκείνο το αθηναϊκό σπίτι της Λεωφόρου Αμαλίας 4, το γεμάτο αγάλματα και πίνακες ζωγραφικής, ο γάλλος συγγραφέας θα χτίσει στενές φιλίες, ενώ ολόκληρη η εμπειρία της συγκατοίκησης μαζί του θα αποτελέσει το υλικό ενός βιβλίου που θα εκδώσει η σύζυγος του Άγγελου Κατακουζηνού το 1960. Η Άννα Κατακουζηνού περιγράφει τον Καμύ σαν έναν άνθρωπο γεμάτο γοητεία, αναφέρει διαλόγους ανάμεσα σε διανοούμενος και καλλιτέχνες , μιλά για νύχτες γεμάτες τσιγάρα και λόγια. Μιλά για ένα σπίτι-μουσείο που χάρις στον Καμύ είχε μετατραπεί σε μία κυψέλη σκέψης.

Το 1957 είναι το έτος της αποθέωσης του Καμύ με την απονομή του βραβείου Νόμπελ λογοτεχνίας. Κατά την διάρκεια της απονομής του βραβείου στην Στοκχόλμη, ο Καμύ εκφωνεί έναν λόγο αφιερωμένο στην δύναμη της τέχνης και του πολιτισμού. Υποστηρίζει πως η τέχνη είναι ο μόνος τρόπος που έχουμε για να γίνουμε άνθρωποι. Η αξία του Καμύ αναγνωρίζεται ακόμη και από τον πνευματικό του αντίπαλο, τον Ζαν Πωλ Σαρτρ, ο ποίος δηλώνει πως το βραβείο Νόμπελ στον Καμύ είναι ένα από τα πιο δίκαια βραβεία που δόθηκαν ποτέ. Ο Καμύ όμως δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος λογοτέχνης. Ο βιογράφος Olivier Todd σκιαγραφεί έναν άνθρωπο που ξέρει να χαίρεται την ζωή του. Κάνει λόγο για έναν άνδρα που απολαμβάνει το καλό κρασί, το καλό φαγητό και τις ωραίες γυναίκες. Τα γούστα του είναι απλά: λατρεύει τον Δον Ζουάν και τα κουαρτέτα του Μπετόβεν, ενώ όταν του αναφέρουν την Αλγερία τα πράσινα μάτια του σκοτεινιάζουν.

Το 1959 ο Καμύ επιστρέφει στην Ελλάδα για Τρίτη φορά. Αποφασίζει να ταξιδέψει στο ελληνικά νησιά με το σκάφος του φίλου του Michel Gallimard. Παίρνει μαζί του ένα νεαρό έλληνα ζωγράφο, τον Μάριο Πράσινο, στον οποίο ζητά να ζωγραφίζει κάθε ελληνικό νησί το οποίο επισκέπτονται, ενώ ο ίδιος γράφει συνεχώς κάτω από τον λευκό ήλιο του ελληνικού καλοκαιριού. Ήταν το τελευταίο καλοκαίρι της ζωής του. Ένα πρωί ο Καμύ φτάνει στην Λέσβο. Ερωτεύεται το νησί με την πρώτη ματιά και αποτυπώνει τα συναισθήματα του σε ένα γράμμα που στέλνει στον φίλο του Άγγελο Κατακουζηνό:«Άγγελε, φίλε μου. Ανακάλυψα το μέρος στο οποίο θέλω να ζήσω. Πρόκειται για ένα πανέμορφο νησί, σχεδόν αρσενικό θα έλεγα. Θέλω να ζήσω εκεί, δίπλα στην θάλασσα, ατενίζοντας τα κύματα του Αιγαίου, αυτά τα κύματα που κουβαλούν επάνω τους τα αρώματα της πατρίδας μου, της Αλγερίας. Έχω ήδη εντοπίσει ένα μικρό σπίτι κοντά στην θάλασσα από το ποίο θα μπορώ να αποχαιρετώ τον ήλιο που δύει πάνω από το Αιγαίο, και ίσως έτσι καταφέρω να συνηθίσω την ιδέα του αποχωρισμού. Μπορώ να με φανταστώ πάνω σε μία μικρή βάρκα, να ταξιδεύω σαν τρελός μέσα στα κύματα. Όμως αγαπητέ μου φίλε, δεν με μάγεψε μόνο η ομορφιά του νησιού, αλλά και η ομορφιά των κατοίκων του. Θαυμάζω αυτούς τους ανθρώπους που από μακριά φαίνονται στεγνοί, όπως τα δέντρα της ελιάς που καλλιεργούν, αλλά αν τους παρατηρήσεις από κοντά είναι γεμάτοι πλούσιους φυσικούς χυμούς, και λάμπουν, όπως λάμπει το ασήμι στα φύλλα των ελαιόδεντρων.»

Ο Καμύ δεν κατάφερε ποτέ να επιστρέψει στην Λέσβο. Πέντε μήνες μετά από αυτό το ταξίδι του στην Ελλάδα, στις 4 Ιανουαρίου του 1960, πεθαίνει σε τροχαίο στη νότιο Γαλλία. Στο αυτοκίνητο που οδηγούσε χάνει τη ζωή του και ο φίλος του Michel Gallimard, ο ιδιοκτήτης του σκάφους με το οποίο ο Καμύ είχε ανακαλύψει τον ουτοπικό του παράδεισο στην γη. Ήταν μόνο 46 χρονών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου