Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Μυρτιώτισσα



Μυρτιώτισσα

1885 – 1968
 
Η Μυρτιώτισσα (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Θεώνης Δρακοπούλου) γεννήθηκε το 1885 σε προάστιο της Κωνσταντινούπολης. Ο πατέρας της ήταν διπλωμάτης και έξι χρόνια μετά τη γέννηση της Θεώνης διορίστηκε γενικός πρόξενος της Ελλάδας στην τουρκοκρατούμενη τότε Κρήτη, όπου μετακόμισε μαζί με την οικογένειά του. Μετά από παραμονή δυο χρόνων στο νησί, εγκαταστάθηκαν οριστικά στην Αθήνα, όπου η Θεώνη φοίτησε στη Σχολή Χιλλ της Πλάκας.

Η Θεώνη Δρακοπούλου (η Μυρτιώτισσα) σε ηλικία 16 ετών.
 
 Η Μυρτιώτισσα από μαθητική ηλικία είχε κλίση προς την ποίηση και το θέατρο. Σε ηλικία 16 ετών απήγγειλε για πρώτη φορά δημόσια στο λογοτεχνικό σύλλογο "Παρνασσό" ένα ποίημα του Κωστή Παλαμά. Η παρουσία της έκανε μεγάλη εντύπωση. Πήρε μέρος σε ερασιτεχνικές παραστάσεις αρχαίου δράματος και συνεργάστηκε με τη Νέα Σκηνή του Κωνσταντίνου Χρηστομάνου. 
Η Μυρτιώτισσα στο "Όνειρο εαρινής πρωίας" του Ντ' Αννούντσιο σε σκηνοθεσία Χρηστομάνου στο Δημοτικό Θέατρο.
 
Η Μυρτιώτισσα ως Δυσδαιμόνα στον "Οθέλλο" στο Δημοτικό Θέατρο.
 
Η Μυρτιώτισσα ως Αντιγόνη στο Στάδιο (1904).
 
  Μετά από σύντομη διακοπή της ενασχόλησής της με το θέατρο, λόγω αντίδρασης της οικογένειάς της, συνέχισε τις δραματικές σπουδές της στο Παρίσι (Κρατική Δραματική Σχολή), όπου εγκαταστάθηκε μετά το γάμο της με το Σπύρο Παππά, με τον οποίο απέκτησε ένα γιο το Γιώργο, ο οποίος αργότερα σταδιοδρόμησε στο ελληνικό θέατρο. Ο άντρας της Σπύρος Παππάς ήταν μακρινός εξάδελφός της εγκατεστημένος στο Παρίσι. Η νεαρή Θεώνη φαίνεται ότι δεν τον ερωτεύτηκε αληθινά. Έζησε μαζί του κάποια χρόνια στο Παρίσι και μοιραζόταν μαζί του την αγάπη για το θέατρο, όμως δεν μπορούσε να γίνει ευτυχισμένη στο γάμο της που τελικά κατέληξε σε διαζύγιο.
Η Μυρτιώτισσα ως Θεώνη Παππά, όταν ζούσε με το σύζυγό της Σπύρο Παππά στο Παρίσι.

   Μετά το τέλος του βραχύβιου γάμου της, επέστρεψε με το γιο της στην Ελλάδα όπου εργάστηκε ως καθηγήτρια απαγγελίας στο Ωδείο Αθηνών. Καθοριστική για την ποιητική της έκφραση αλλά και για την ίδια της τη ζωή στάθηκε η γνωριμία και ο έρωτάς της με τον Επτανήσιο ποιητή Λορέντζο Μαβίλη.
Ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης με στολή Γαριβαλδινού. Σε ηλικία 52 ετών ο Μαβίλης κατατάχθηκε στο σώμα εθελοντών Γαριβαλδινών που πήγε να πολεμήσει στον πρώτο βαλκανικό πόλεμο όπου και σκοτώθηκε στη μάχη του Δρίσκου της Ηπείρου το 1912.. Ο Μαβίλης ήταν γνωστός για τα πατριωτικά του αισθήματα. Στο παρελθόν είχε πολεμήσει στην Κρήτη και στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.

  Μετά τον δραματικό θάνατο του αγαπημένου της, η Μυρτιώτισσα έπεσε σε βαθιά μελαγχολία και στράφηκε στην ποίηση για να εκφράσει τον πόνο της. Το 1919 κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο Τραγούδια.
  Σημαντική για τη ζωή της στάθηκε επίσης η βαθιά φιλία που τη συνέδεε με τον Κωστή Παλαμά, οποίος στάθηκε καθοδηγητής της. Τον επισκεπτόταν συχνά, έκαναν μαζί περιπάτους και συζητούσαν συχνά για ποίηση. Ο Παλαμάς προλόγισε τις ποιητικές συλλογές της, γεγονός που αποδεικνύει τη στενή σχέση που τον συνέδεε με τη Μυρτιώτισσα.
   Η Μυρτιώτισσα είχε επίσης συναντηθεί με τον Καβάφη κατά τη διάρκεια ταξιδιού της στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και γνώριζε και τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Σώζονται κείμενα με τις εντυπώσεις της από τη γνωριμία και των δύο αυτών σημαντικών μορφών της νεοελληνικής λογοτεχνίας.
  Η Μυρτιώτισσα τιμήθηκε με κρατικά βραβεία ποίησης, το 1932 για την ποιητική της συλλογή Δώρα της αγάπης και το 1939 για τις Κραυγές. Μετά τον πρόωρο χαμό του γιου της, του ηθοποιού Γιώργου Παππά,  εξέδωσε το βιβλίο Ο Γιώργος Παππάς στα παιδικά του χρόνια (1962). Πέθανε στην Αθήνα το 1968, δέκα χρόνια μετά το θάνατο του γιου της.


 Μυρτιώτισσα
 …………………………………….

Στο γιο της που "έφυγε" η Μυρτιώτισσα αφιέρωσε το ακραία συγκινητικό ποίημά της "Σ' αγαπώ" που μελοποίησε αργότερα ο Μάνος Χατζιδάκις.

Το τραγούδι αυτό έχει μια ιστορία. Ας την δούμε.

Ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν αγαπημένος φίλος του πρωταγωνιστή του θεάτρου Γιώργου Παππά (1903-1958), γιου του δημοσιογράφου Σπύρου Παππά και της ηθοποιού και ποιήτριας Θεώνης Δρακοπούλου - Μυρτιώτισσας. Πήγαινε συχνά στο σπίτι τους, εκείνη έφτιαχνε καφέ και συζητούσαν. Μετά το θάνατο του Γιώργου Παππά (γεγονός που συγκλόνισε την ποιήτρια), ο Χατζιδάκις έχασε τα ίχνη της. Κάποτε, άρρωστη στο νοσοκομείο η Μυρτιώτισσα, στέλνει στο συνθέτη ένα γράμμα συγκινητικό, μαζί με το πασίγνωστο τότε ποίημά της "Σ' αγαπώ", προτρέποντάς τον να το μελοποιήσει. Να σημειώσουμε ότι το ποίημα αυτό είχε δημοσιευτεί το 1925 - έτος γέννησης του Χατζιδάκι - στη δεύτερη ποιητική συλλογή της, "Κίτρινες φλόγες".
Το γράμμα έμεινε καιρό στο συρτάρι. Ζώντας (από το 1967) στη Νέα Υόρκη, ο Χατζιδάκις, διαβάζει μια μέρα ότι πέθανε η Μυρτιώτισσα και νιώθει ένοχος που αμέλησε να πάει να τη δει. Δεν ξέχασε ποτέ το γράμμα της.  Χρειάστηκαν όμως άλλα τέσσερα χρόνια για να ξεπληρώσει το χρέος του - με μοναδικό, πραγματικά, τρόπο: Τον Ιούνιο του 1972, στη Νέα Υόρκη ακόμη, ανασύρει το παλιό της ποίημα κι αρχίζει να γράφει τη μουσική του "Μεγάλου Ερωτικού", που ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς στην Αθήνα. Το τραγούδι "Σ' αγαπώ" - σφραγισμένο από τη μαγική ερμηνεία της Φλέρυ Νταντωνάκη - αφιερώθηκε από το συνθέτη "Στη μνήμη του Γιώργου Παππά".



Σ΄ΑΓΑΠΩ

Σ΄αγαπώ - δεν μπορώ τίποτ΄άλλο να πω
πιο βαθύ, πιο απλό, πιο μεγάλο!
Μπρος στα πόδια σου εδώ με λαχτάρα σκορπώ
τον πολύφυλλο ανθό της ζωής μου.
Ώ μελίσσι μου, πιες απ΄αυτόν τις γλυκές,
τις αγνές ευωδιές της ψυχής μου!
Τα δυο χέρια μου - νά! στα προσφέρω δετά,
για να γείρεις γλυκά το κεφάλι,
κ΄η καρδιά μου σκιρτά κι όλη ζήλεια ζητά
να σου γίνει ως αυτά προσκεφάλι!
Και για στρώμα, καλέ, πάρε όλην εμέ -
σβήσ΄τη φλόγα σε με της φωτιάς σου,
ενώ δίπλα σου εγώ τη ζωή θ΄αγροικώ
να κυλάει στο ρυθμό της καρδιάς σου!..
Σ΄αγαπώ - τι μπορώ ακριβέ, να σου πώ,
πιο βαθύ, πιο απλό, πιο μεγάλο;..


Οι πιο πάνω στίχοι και μόνο ίσως να είναι αρκετοί για να δώσουν στην κυρία Θεώνη Δρακοπούλου-Παππά, άλλως Μυρτιώτισσα(και μητέρα του ηθοποιού Γιώργου Παππά), μια περίοπτη θέση στην ιστορία της σύγχρονης ελληνικής ποίησης.Τη γνωρίσαμε μέσα από τους πιο πάνω στίχους, αλλά κι από την αγάπη της και τη φροντίδα της για την άλλη ιέρεια της ελληνικής αισθαντικής ποίησης, τη Μαρία Πολυδούρη. Στα τελευταία της μεγάλης ποιήτριας, η Μυρτιώτισσα στάθηκε δίπλα της σα φίλη και αδελφή.

 …………………………………….

  Μυρτιώτισσα: Ο γιος μου

alt
                                 Ω γιε μου εσύ! μοναχογιέ, που ίσαμε χτες ακόμα
                                   μου ζέσταινες τα γόνατα με μικρό σου σώμα.

τώρα μού ανοίγεις τα φτερά και φεύγεις μακριά μου
κι αφήνεις το σπιτάκι μας κι αφήνεις τα φιλιά μου.
Τι γρήγορα μεγάλωσες! και πως να το πιστέψω
πως ήρθε κιόλας ο καιρός για να σε ξενιτέψω,
εσέ, που λίγο να στραφεί στα πίσω ο λογισμός μου,
σε βλέπω να γοργοπερνάς αδιάκοπα από μπρος μου
με το αναμμένο, απ’ το τρεχιό, γλυκό σου προσωπάκι
και το κοντούλι, ναυτικό, λινό φορεματάκι.
Και τώρ’ ακόμα, ψάχνοντας με δακρυσμένα μάτια,
της παιδικής ζωούλας σου ξεθάβω τα κομμάτια.
Και βρίσκω βόλους με χαρτιά μαζί και με βιβλία,
και βρίσκω από το χέρι σου ζωγραφισμένα πλοία,
τα πλοία που ελαχτάριζες μακριά για να σε φέρουν
στις χώρες που είναι όνειρο, στις χώρες που μαγεύουν
κάθε παιδιού τη νέα καρδιά, που όλο ποθεί και θέλει
να ιδεί, ν’ αγγίξει, να γευτεί της γης όλο το μέλι!
Την άγια θύρα της ζωής τρεμάμενη σου ανοίγω
και κρύβω τη λαχτάρα μου, και τον καημό μου πνίγω.
Μα είναι μεγάλος μου ο καημός, κι είναι πικρή η ψυχή μου…
Ω διάφανο αγριολούλουδο βγαλμένο απ’ την πνοή μου,
μονάχα εσύ, φωτίζοντας βαθιά τη σκοτεινιά μου,
το νεκρωμένο εξύπναγες παλμό μες στην καρδιά μου.
Τώρα σε χάνω, αμίλητη, αδάκρυτη και μόνη,
βλέπω τη νύχτα να ’ρχεται βαριά και να με ζώνει
 
                                                         
Ο Γιώργος Παππάς (1909-1958), ένας από τους σπουδαιότερους θεατρικούς και κινηματογραφικούς ηθοποιούς της περιόδου 1930-1950,  ήταν ο μονάκριβος γιος της Μυρτιώτισσας. Η ποιήτρια δεν μπόρεσε ποτέ να ξεπεράσει τον πρόωρο θάνατο του γιου της.
                                                       

…………………………………….
 
   Μυρτιώτισσα 
(Θεώνη Δρακοπούλου-Παππά)

alt

Και λατρεύω τους ίσκιους! μες σ' αυτούς -ποιος το ξέρει-
κάποια νύχτα αν δε 'γγίξω του παιδιού μου το χνάρι,
κι όλο τότε το αίμα της καρδιάς να ξοδέψω
μες στην πλέρια σιωπή, κάτω απ' τ' άσπρο φεγγάρι!

Μυρτιώτισσα, Θέλω να ξέρεις...
 
Θέλω να ξέρεις πως δεν έσβησε,
μέσα μου η πύρινη ματιά σου 
κι αυτά τα χρόνια που δε μ’ έβλεπες,
εγώ τα πέρναγα σιμά σου!

Θέλω να ξέρεις πως το χέρι σου
στη μοναξιά μου μ’ οδηγούσε,
θέλω να ξέρεις πως η σκέψη σου
τα ονείρατά μου κυβερνούσε.
 
Κι όταν ο άγριος πόνος μ’ έπνιγεν,
εσέναν έκραζα βοήθεια,
και συ ερχόσουν, ω! τα λόγια σου
τι δροσολόγημα στα στήθια!
 
Θέλω να ξέρεις κι ότι πέρασα
πολλές νυχτιές μαζί μ’ εσένα,
ενώ η βροχή κυλούσε πένθιμα
κι ήσαν τα πάντα ησυχασμένα.

Κι εκεί σου ξεμυστηρευόμουνα
τα πάθια σου, τα μυστικά μου,
σου'δειχνα την ψυχή μου ολόγυμνη,
σου'λέγα: "Λαχταρά η καρδιά μου
να μπει μες στο κρυφό, βαθύσκιωτο
της θείας καρδιάς σου περιβόλι".

Κι εσύ τη δεχόσουν, της έδινες
ξεκούρασμα και αραξοβόλι!
Κι οπού κι αν βρέθηκα, μονάχη μου
ή μες στο βούισμα του κόσμου,
ήσουν εσύ παντού και πάντοτε
ο μυστικός σύντροφός μου.

Θέλω να ξέρεις πως θα φλέγεται
πάντοτε μέσα μου η ματιά σου
και όλα τα χρόνια που μου μέλλονται
εγώ θενά τα ζω κοντά σου!

Κι όταν ο Χάρος, που λαχτάρισμα
τέτοιο μας έδωσε μια μέρα,
τέλος, κινήσει κι έρθει να με βρει,
προτού μ’ αυτόνε φύγω πέρα,

θέλω να ξέρεις πως μ’ εσένανε
τα στενά λόγια θα μιλήσω,
κι αργά μ’ εσέ, για κάποιο ανέβασμα
σε κάποιο Βράχο θα κινήσω.
(από την ποιητική συλλογή Κίτρινες Φλόγες)
…………………………………….
 
Μυρτιώτισσα, Τα δώρα της αγάπης σου

Τα δώρα της αγάπης σου, Καλέ,
μ’ όλα τα μύρα,
κι αν δεν μου τά’ φερες, εγώ
πλούσια τα πήρα.
 
Τα πήρα και ταξίδεψα βαθιά
στους άυλους τόπους,
κι αγαπηθήκαμε έξω απ’ τον καιρό
και τους ανθρώπους.
 
Όλα, κι ακόμα τον παντοτινό
της καρδιάς πόνο,
που το βασιλικό του έχει σ’ αυτή
στημένο θρόνο,
 
τον ξέχασα, και δόθηκε μεμιάς,
ψυχή και σάρκα,
στο πέλαο της αγάπης, με το νου
πλατιά τη βάρκα.
 
Πλέρια μου τα ξανάδωκες εσύ
τα στερημένα,
κι όλο το καλοκαίρι έχω τραφεί
γλυκά από σένα.
 
Την κάθε αυγή με ξύπναγε απαλά
το χάιδεμά σου,
και τη βουνίσια γευόμουν δροσιά
στην αγκαλιά σου.
 
Κι ως έγερνεν ο ήλιος στο βουνό,
πως απ’ το χέρι
μ’ έσερνες κι ανεβαίναμε μαζί,
χρυσό μου ταίρι!
 
Κι οι νύχτες, ω! κι οι νύχτες σιωπηλές
κι αστροντυμένες,
και μόνο εμείς στο δάσος, δύο ψυχές
ερωτεμένες.
 
Τα δώρα της αγάπης σου, Καλέ,
μ’ όλα τα μύρα,
τι κι αν δεν τά’ φερες! Εγώ
πλούσια τα πήρα.

Και τώρα ζούνε πάνω απ' τον καιρό
και τους ανθρώπους,
στης φαντασίας μέσα τους βαθιούς,
τρισάγιους τόπους.
(από την ποιητική συλλογή Τα Δώρα της αγάπης)
 
……………………………………. 
 
Voluptas
 
Μουσική -Ερμηνεία: Νένα Βενετσάνου
 


Ελάτε, ο κόσμος όλος είμαι εγώ!
μες απ' τα χρυσοκόκκινα μαλλιά μου,
απ' τη ματιά κι' από τα δάχτυλά μου
της ηδονής πετιέται το στοιχειό.
Ελάτε ο κόσμος όλος είμαι εγώ.

Όμως αγάπη μη γυρεύετ' από μένα
Δε θα με ιδήτε μπρος σας να λυγίσω
και πάνε τα τραγούδια σας χαμένα
 
 Μέσα μου άγριες νιώθω επιθυμιές!
και τις ερωτευμένες σας καρδιές
πως θα 'θελα να μπόρεια να μασήσω
με τα λευκά μου δόντια τα γερά,
σα φρέσκα μυγδαλάκια τραγανά,
και τον αιμάτινο χυμό τους να ρουφήξω!
 
Δάκρυα δε θέλω, δάκρυα δε θέλω δε ζητώ
παρά φωτιά για τη φωτιά μου,
τα σαρκικά φιλιά μου,
στόμα που στάζει φλόγα να γευτεί
 
 Ω! τι με νοιάζει τότες κι' αν κοπεί
το νήμα απ' της Μοίρας μου τ' αδράχτι,
αφού θα νοιώθω πως από Ηδονή
θα σκορπιστεί το είναι μου σε στάχτη ....

 
……………………………………. 
 ENA KAΡΑΒΙ ΠΕΡΑΣΕ 
ΜΟΥΣΙΚΗ: Ηλίας Αριώτης (ΞΕΜΠΑΡΚΟΙ)
 
Αθόρυβα, σιγά, συρτά
σαν από κούραση βαριά
πάνω απ τ'ακύμαντα νερά
γλιστρά στη νύχτα ένα καράβι

Κάποτε σκίζει τη σιωπή
το μακρυσμένο σφύριγμα του
κι είναι ένα σφύριγμα ξερό
κι είναι σαν ένα μήνυμα θανάτου

Ωραίο καράβι του παραμυθιού
τα πέλαγα τα σπάζεις
πως της φυγής τον πόθο μου ξυπνάς
χιμαιρικό καράβι που μου μοιάζεις

Για να μπορέσω μαζί σου να σμιχτώ
να γίνω ένα κομμάτι απ την ψυχή σου
μπροστά σου εδώ το ανθρώπινο μου βήμα
το κουρελιάζω το πετώ στο κύμα

Πρόβαλε απ τα σύννεφα το ολόγιομο φεγγάρι
και τ'άρπαξε, το τύλιξε μες στα χρυσά του αρπάγια
το καραβίσιο του υλικό, το ξέφτισε, το διάλυσε
και κράτησε το σχήμα του μες στου φωτός τα μάγια
…………………………………….
Μυρτιώτισσα - Ερωφίλη

Έρωτας τάχα
 
Έρωτας τάχα να ‘ν’ αυτό
που έτσι με κάνει να ποθώ
τη συντροφιά σου,
που σαν βραδιάζει, τριγυρνώ
τα φωτισμένα για να δω
παράθυρά σου;

Έρωτας να ‘ναι η σιωπή
που όταν σε βλέπω, μου το κλείνεις
σφιχτά το στόμα,
που κι όταν μείνω μοναχή,
στέκω βουβή κι εκστατική
ώρες ακόμα;

Έρωτας να ‘ναι ή συμφορά,
με κάποιου αγγέλου τα φτερά
που έχει φορέσει,
κι έρχετ’ ακόμη μια φορά
με τέτοια δώρα τρυφερά
να με πλανέσει;

Μα ό,τι και να ‘ναι, το ποθώ,
και καλώς να ‘ρθει το κακό
που είν’ από σένα·
θα γίνει υπέρτατο αγαθό,
στα πόδια σου αν θα σωριαστώ
τ’ αγαπημένα.


…………………………………….
 
    ΧΕΙΡΟΓΡΑΦA ΤΗΣ ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑΣ




   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου