ΣΤΑΛΚΕΡ (Stalker ρωσ. Сталкер) του Αντρέι Ταρκόφσκι (Andrei Tarkovsky) |
ΧΩΡΑ: Σοβιετική Ένωση, Ανατολική Γερμανία 1979 ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 163΄ έγχρωμη
ΣΕΝΑΡΙΟ: Αρκάντι και Μπορίς Στρουγκάτσκι, βασισμένο στο μυθιστόρημά τους «Πικνίκ στην άκρη του δρόμου»
ΜΟΥΣΙΚΗ: Έντουαρντ Αρτέμυεφ (Eduard Artemyev) ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Vadim Yusov
ΠΑΙΖΟΥΝ: Αλεξάντερ Καϊντανόφσκι (Aleksandr Kaidanovsky), Αλίσα Φρίντλιχ (Alisa Frejndlikh), Ανατόλι Σολονίστι (Anatoli Solonitsyn), Νικολάι Γκρίνκο (Nikolai Grinko), Νατάσα Αρπράμοβα (Natasha Abramova), Faime Jurno, Ye. Kostin, R. Rendi Vladimir Zamansky (voice) κ. α.
ΚΑΙ ΔΥΟ ΛΟΓΙΑ: Δεύτερη ταινία επιστημονικής φαντασίας του Ταρκόφσκι, εμπνευσμένη από το μυθιστόρημα των αδελφών Στρουγκάτσκι, το Stalker παρουσιάζει την ιστορία ενός λαθραίου «περαματάρη» που προτείνει στους πελάτες του να τους οδηγήσει στην καρδιά μιας μυστηριώδους Ζώνης, όπου θα βρουν το «δωμάτιο των επιθυμιών». Εκεί οι ευχές τους θα πραγματοποιηθούν, αλλά προηγούμενος θα πρέπει ν’ αποφύγουν πολλές παγίδες. Ο Stalker [Ρώσικα Сталкер] (από το αγγλικό το stalk: προχώρα κρυφά, λαθραία) οδηγεί εκεί ένα συγγραφέα και ένα φυσικό. Αυτοί, αναποφάσιστοι και ξεγυμνώνοντας τους ίδιους τους τούς εαυτούς, αρνούνται ωστόσο να μπουν σ΄αυτό το δωμάτιο στο τέλος του ταξιδιού τους. Αναμφίβολα, τελικά δεν κατάλαβαν ότι αυτή η Ζώνη ήταν προπάντων εσωτερική, καμωμένη σύμφωνα μ’ ένα χώρο πίστης, παρά τις αρχές της ευκλείδειας γεωμετρίας.
Τελευταία σοβιετική ταινία του Ταρκόφσκι, το Stalker παρουσιάστικε στο Φεστιβάλ των Καννών το 1980 σαν «ταινία έκπληξη». Το έργο που έτυχε καλής φήμης, προβλήθηκε στη Γαλλία το 1982.
Αντρέι Ταρκόφσκι και Αλεξάντερ Καϊντανόφσκι στα γυρίσματα του “Stalker” 1977
Jägala, Estonia. Φωτογραφία: Arvo Iho
Ο ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ
Πιστεύω ότι οι πληγές πάντοτε επουλώνονται μέσα από μια πνευματική κρίση. Αυτή η κρίση είναι απόπειρα να βρει κανείς τον εαυτό του, να αποκτήσει νέα πίστη. Είναι ο κλήρος κάθε ανθρώπου που έχει πνευματικούς στόχους· δεν αποφεύγεται, εφόσον η ψυχή διψά για αρμονία και η ζωή είναι γεμάτη παραφωνία. Αυτή η διχοτόμηση αποτελεί το ερέθισμα για να κινηθούμε, την πηγή του πόνου και ταυτόχρονα της ελπίδας μας, επιβεβαίωση του πνευματικού μας δυναμικού και βάθους.Αυτό είναι το θέμα του Στάλκερ. Ο ήρωας περνά στιγμές απόγνωσης όταν κλονίζεται η πίστη του, κάθε φορά όμως συνέρχεται με ανανεωμένη τη συναίσθηση της κλίσης του να υποστεί τους ανθρώπους που έχασαν κάθε αυταπάτη και ελπίδα. Έκρινα σημαντικό να τηρεί η ταινία τις τρεις ενότητες –χώρου, χρόνου και δράσης. […] στον Στάλκερ δεν ήθελα να υπάρχει καμιά χρονική απόσταση ανάμεσα στα πλάνα. Ήθελα να φανεί ο χρόνος, το πέρασμά του, ήθελα να υπάρχουν τα ίχνη του σε κάθε πλάνο, να υπάρχει αδιάκοπη συνέχεια της δράσης, να μην μετατοπίζεται ο χρόνος από πλάνο σε πλάνο, να μη λειτουργεί το πλάνο σαν μηχανισμός επιλογής και δραματουργικής οργάνωσης του υλικού -ήθελα δηλαδή να φαίνεται σαν να είχε γίνει όλη η ταινία σε μια λήψη. Αυτή η απλή και ασκητική προσέγγιση παρέχει άπειρες δυνατότητες. Αφαίρεσα Από το σενάριο ότι μπορούσα, για να υπάρχουν ελάχιστα εξωτερικά εφέ. Για λόγους αρχών δεν ήθελα να διασπάσω την προσοχή του κοινού ή να το εκπλήξω με απροσδόκητες αλλαγές σκηνών, με τη γεωγραφία της δράσης, με περίτεχνη πλοκή· ήθελα να είναι όλη η σύνθεση λιτή και χαμηλόφωνη. Προσπαθούσα με μεγαλύτερο πείσμα από ποτέ να πείσω τον κόσμο ότι ο κινηματογράφος αποτελεί εργαλείο τέχνης με τις δικές του δυνατότητες, που είναι ισάριθμες με τις δυνατότητες της πεζογραφίας. Ήθελα να δείξω ότι είναι ικανός να παρακολουθήσει τη ζωή χωρίς βάναυσες ή φανερές επεμβάσεις στη συνέχειά της. Σ’ αυτήν ακριβώς την ιδιότητα βλέπω την αληθινή ποιητική ουσία του κινηματογράφου.
Σκέφτηκα ότι η υπερβολική απλοποίηση της φόρμας θα κινδύνευε να φανεί εξεζητημένη ή προσποιητή. Για να το αποφύγω, προσπάθησα να εξαφανίσω κάθε ίχνος ασάφειας ή υπαινιγμού στα πλάνα, δηλαδή κάθε ίχνος από τα στοιχεία που θεωρούνται κατεξοχήν σημάδια «ποιητικής ατμόσφαιρας». Αυτή η ατμόσφαιρα κτίζεται πάντοτε με σχολαστική επιμέλεια· εγώ ήμουν πεπεισμένος για το κύρος της αντίθετης προσέγγισης: να μην με απασχολεί καθόλου η ατμόσφαιρα, γιατί προκύπτει από τη βασική ιδέα από την υλοποίηση της σύλληψης του έργου. Με όσο μεγαλύτερη σαφήνεια διατυπώνεται η κεντρική ιδέα κι όσο πια καθαρά διαγράφεται το νόημα της δράσης, τόσο πιο χαρακτηριστική θα είναι η ατμόσφαιρα που δημιουργείται γύρω της. Τα πάντα θα αρχίσουν να αντιλαλούν την κυρίαρχη νότα: αντικείμενα, τοπίο, ηθοποιία· τα πάντα θα αλληλοσυνδεθούν και θα γίνουν απαραίτητα. Το ένα θα απηχεί το άλλο μέσα σε μια γενική εναλλαγή, και απ’ αυτή την συγκέντρωση στο σημαντικό και το ουσιαστικό γεννιέται η ατμόσφαιρα. (Η ιδέα να δημιουργήσει κανείς ατμόσφαιρα για την ατμόσφαιρα μου φαίνεται παράξενη. Άλλωστε γι’ αυτό δεν ένιωσα ποτέ άνετα με τους πίνακες των ιμπρεσιονιστών, που προσπαθούν να αποδώσουν το στιγμιαίο, να αποτυπώσουν τη στιγμή για χάρη της στιγμής· στην τέχνη αυτό ίσως είναι έσω, αλλά σκοπός δεν είναι.)
Νομίζω ότι στον Στάλκερ, όπου προσπαθούσα να συγκεντρωθώ στο πιο σημαντικό και ουσιαστικό, η ατμόσφαιρα που δημιουργήθηκε ήταν πιο δραστική και συναισθηματικά ακαταμάχητη σε σχέση με όλες τις προηγούμενες ταινίες μου.
Ποιο είναι λοιπόν το βασικό μοτίβο που έπρεπε να ακουστεί στον Στάλκερ; Πολύ γενικά, το μοτίβο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, του τι είναι αυτή η αξιοπρέπεια, και πόσο υποφέρει ένας άνθρωπος χωρίς αυτοσεβασμό.
Τελικά, οι δυο άντρες φτάνουν στον προορισμό τους. Πέρασαν πολλά, σκέφτηκαν για τον εαυτό τους, και δεν έχουν τώρα το θάρρος να περάσουν το κατώφλι του δωματίου που για να το φτάσουν έβαλαν σε κίνδυνο τη ζωή τους. Καταλαβαίνουν ότι στο τραγικό, το πιο βαθύ επίπεδο της συνείδησή τους είναι όντα ατελή. Ζήτησαν τη δύναμη να κοιτάξουν μέσα τους, και τρόμαξαν. Στο τέλος όμως τους λείπει το πνευματικό σθένος να πιστέψουν στον εαυτό τους.
[…] Νομίζω ότι στον Στάλκερ ένιωσα πρώτη φορά την ανάγκη να δείξω καθαρά και ξάστερα πως η υπέρτατη αξία που κινεί, όπως λέγεται, το βίο του ανθρώπου, είναι μια αξία που δεν τη θέλει η ψυχή του. […] Με τον Στάλκερ θέλησα κατά κάποιο τρόπο να δώσω μια ολοκληρωμένη μαρτύρια· πως μόνο η ανθρώπινη αγάπη αποτελεί –θαυματουργή- απόδειξη κατά της ωμής διαπίστωσης ότι δεν υπάρχει ελπίδα για τον κόσμο. Η αγάπη είναι κοινή και αδιαφιλονίκητα πολύτιμη περιουσία μας. Παρόλο που δεν ξέρουμε πια πως ακριβώς να αγαπάμε…
Σ’ αυτή την ταινία ήθελα να προσδιορίσω αυτό το θεμελιακά ανθρώπινο στοιχείο που δεν διαλύεται ούτε συντρίβεται, αυτό που σχηματίζεται σαν κρύσταλλος στην ψυχή του καθενός και συνιστά τη μεγάλη αξία της. Παρόλο που το ταξίδι των ηρώων καταλήγει φαινομενικά σε φιάσκο, στην πραγματικότητα καθένας αποκτά κάτι που έχει ανυπολόγιστη αξία: πίστη. Συνειδητοποιεί το πιο σημαντικό απ΄ όλα· κι αυτό το πιο σημαντικό βρίσκεται ζωντανό μέσα σε κάθε άνθρωπο. […]
Στον Στάλκερ μόνο το βασικό σκελετό θα μπορούσε κανείς να τον πει φανταστικό. Ήταν πιο βολικό έτσι, γιατί βοηθούσε να σκιαγραφήσουμε πιο αδρά την κεντρική ηθική σύγκρουση της ταινίας. Αυτά όμως που συμβαίνουν στα πρόσωπα δεν είναι καθόλου φανταστικά· η ταινία αποσκοπούσε να κάνει το κοινό να αισθανθεί ότι όλα γίνονται «εδώ και τώρα», ότι η Ζώνη βρίσκεται παραδίπλα μας.
Μ’ έχουν ρωτήσει πολλές φορές τι είναι η Ζώνη και τι συμβολίζει, και οι εικασίες που έχω ακούσει είναι εξωφρενικές. Αυτές οι ερωτήσεις μπορεί να με κάνουν έξαλλο και να με φέρουν σε απόγνωση. Η Ζώνη δεν συμβολίζει τίποτα, σε καμιά ταινία μου δεν υπάρχουν συμβολισμοί: η Ζώνη είναι ζώνη εδαφική, είναι ζωή, κι όταν τη διασχίζει ένας άνθρωπος μπορεί να συντριβεί ή και να τα βγάλει πέρα. Αν θα τα καταφέρει ή όχι, εξαρτάται από τον δικό του αυτοσεβασμό, και από την ικανότητά του να ξεχωρίζει ανάμεσα σ’ αυτό που έχει σημασία και στο απλώς εφήμερο.
Θεωρώ καθήκον μου να ερεθίζω τη σκέψη πάνω σε ό,τι ουσιαστικά ανθρώπινο και αιώνιο έχει κάθε ατομικά ψυχή, πάνω σε πράγματα που ο άνθρωπος συνήθως τα προσπερνά, ακόμα κι αν εξαρτάται από αυτά η μοίρα του. Ο άνθρωπος είναι απασχολημένος να κυνηγά φαντάσματα και να προσκυνά είδωλα. Στο τέλος όλα καταλήγουν σ’ ένα απλό στοιχείο, το μόνο στο οποίο μπορεί να υπολογίσει στη ζωή του: την ικανότητα να αγαπάει. Το στοιχείο αυτό μπορεί να αναπτυχθεί μες στην ψυχή και να γίνει ο υπέρτατος παράγοντας που καθορίζει το νήμα της ζωής ενός ανθρώπου. Έργο μου είναι να κάνω το θεατή που βλέπει τις ταινίες μου να συνειδητοποιήσει την ανάγκη του να αγαπάει και να τον αγαπούν, να καταλάβει ότι τον καλεί η ομορφιά κοντά της.
Αντρέι Ταρκόφσκι "Σμιλεύοντας το χρόνο" μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζας. Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1987
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ:
Ποιος είναι ο Stalker, αυτή η μυστηριώδης προσωπικότητα;Α. Ταρκόφσκι: Αυτή η ταινία μιλάει για έναν άνθρωπο που αναζητάει κάτι, αλλά με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Όντας ωστόσο ιδεαλιστής, παραμένει ένα είδος ιππότη στη μάχη για πνευματικές αξίες. Ο ήρωας, stalker, τοποθετείται στην ίδια τροχιά με τον Δον Κιχώτη ή τον Πρίγκιπα Μίσκιν, αυτά τα πρόσωπα που τα αποκαλούν «ιδεαλιστές» στα μυθιστορήματα. Και είναι ακριβώς επειδή είναι ιδεαλιστές, που υπομένουν τις ήττες στην πραγματική ζωή.
Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για «προσωπικότητες σαν του Χριστού;
Α. Ταρκόφσκι: Κατά κάποιο τρόπο. Για μένα, πρόκειται για προσωπικότητες που εκφράζουν τη δύναμη του αδύναμου. Αυτή η ταινία μιλά πείσεις και για την εξάρτηση του ανθρώπου σε σχέση με τη δύναμη που αυτός ο ίδιος δημιούργησε. Η δύναμη τον καταστρέφει στο τέλος και η αδυναμία αναδείχνεται η μοναδική, η αποκλειστική δύναμη.
Τι κάνει ο άνθρωπος για να συναισθανθεί αυτή τη δύναμη του αδύναμου;
Α. Ταρκόφσκι: Δεν είναι αυτό το βασικό. Οι πράξεις του πιστού ανθρώπου μπορεί να είναι εντελώς παράλογες, καθόλου λογικές ή συνετές. Κατά τη γνώμη μου, η πνευματικότητα πάντα ξεφεύγει απ’ αυτές που αποκαλούμε σώφρονες πράξεις. Οι «γελοίες», οι «άτοπες» πράξεις έχουν μια ανώτερη μορφή πνευματικότητας.
Αυτό που λέμε «χάρη».
Α. Ταρκόφσκι: Ναι. Ωστόσο αυτές οι πράξεις δε γίνονται στο όνομα της χάρης, αλλά για να δραπετεύσεις απ’ τον κόσμο, αυτόν που υπάρχει σήμερα, έτσι όπως χτίστηκε, μη μπορώντας σε καμιά περίπτωση να δημιουργήσει έναν πνευματικό άνθρωπο. Αυτό που είναι σημαντικό και οδηγεί όλη την πορεία του Stalker, είναι αυτή η δύναμη που τον οδηγεί στο να μην είναι κοινός, που τον κάνει γελοίο, ηλίθιο, αλλά που τον ανυψώνει ως τη μοναδικότητά του, ως την πνευματικότητά του. Αυτή η μη συνετή δύναμη είναι η πίστη του.
Η Ζώνη είναι ο χώρος αυτός της πίστης;
Α. Ταρκόφσκι: Πολύ συχνά με ρωτούν για το τι εκπροσωπεί αυτή η Ζώνη. Μόνο μια απάντηση υπάρχει. Ο ίδιος ο Stalker επινόησε τη Ζώνη του. Τη δημιούργησε για να μπορέσει να οδηγήσει μερικούς πολύ δυστυχισμένους ανθρώπους και να τους εμφυσήσει την ιδέα της ελπίδας. Το δωμάτιο των επιθυμιών είναι επίσης μια δημιουργία του Stalker, μια πρόκληση απέναντι στον υλικό κόσμο. Αυτή η πρόκληση, κατασκευασμένη στο μυαλό του Stalker, αντιστοιχεί με μια πράξη πίστης.
Πηγή: Antoine de Baecque «ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ μια ξενάγηση στο έργο του», μετάφραση: Δώρα Δημητρούλια, εκδόσεις Γκοβόστης. Αθήνα 1991)
ΚΑΙ ΕΝΑ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗ
Στην ορολογία της επιστημονικής φαντασίας, Στάλκερ σημαίνει οδηγός, ξεναγός, ανιχνευτής και κατά προέκταση μυημένος που αναλαμβάνει να οδηγήσει τους αμύητους στην περιοχή του μυστηρίου. Στο ομότιτλο αριστούργημα του ιδιοφυούς Ταρκόφσκι, η περιοχή του μυστιρίου, η Ζώνη, είναι ένας χώρος «ρευστός», όπου η μαθηματική έννοια του χρόνου έχει χάσει την τρέχουσα σημασία της. Τούτη η παρέκκλιση απ' τους αποδεκτούς και μετρημένους νόμους της Φύσης είναι το αποτέλεσμα είτε της πτώσης ενός μετεωρίτη είτε μιας ατομικής καταστροφής είτε μιας οποιασδήποτε άλλης αδιερεύνητης επέμβασης έξωθεν. Όποια κι αν είναι τα αίτια, η Ζώνη παραμένει η απαγορευμένη περιοχή του μυστηρίου, τα άδυτα των άδυτων, όπου τα Θαύμα που συντηρεί την Πίστη τελείτε αδιάκοπα και ερήμην του Λόγου.
Στη Ζώνη εισβάλουν παράνομα ένας συγγραφέας, που ελπίζει να βρει εκεί την πηγή της έμπνευσής του που στέρεψε κι ένας επιστήμονας, που σε πείσμα του παραλογισμού ο οποίος εκτείνεται πάντα πέρα και πίσω απ' την διερευνημένη περιοχή του επιστητού, προσδοκά να κερδίσει ένα Νόμπελ, όπως όλοι οι πρωτοπόροι επιστήμονες που πρώτοι εισβάλλουν στις αδιερεύνητες περιοχές της υπό κατάκτηση γνώσης. Οδηγός τους σ' αυτό το ταξίδι στην καρδιά του Μεγάλου Αγνώστου που θα μπορούσαμε να το ονομάσουμε και Θεό, είναι ένας άνθρωπος ταπεινός και αγράμματος, ο Στάλκερ. Όμως, ούτε αυτός δεν έχει μπει ποτέ στο Δωμάτιο. Αλλά ελπίζει πως αυτό θα το κάνουν δυο «αρμοδιότεροι». Οι οποίοι όμως μόλις φτάσουν επιτέλους στην είσοδο του Δωματίου αρνούνται να μπουν μέσα απ' το φόβο της συντριβής τους απ' την αποκάλυψη του μεγάλου μυστικού. Που παραμένει μυστικό για να τροφοδοτείται η πίστη στον αιώνα των αιώνων, ώστε να μη χαθεί η ελπίδα που δημιουργεί τα θαύματα.
Τούτη η εκπληκτική ευαγγελική ταρκοφσκική παραβολή, που παραπέμπει ευθέως στην Αποκάλυψη του Ιωάννη είναι μια σαφέστατη δήλωση πίστης του ορθόδοξου χριστιανού Ταρκόφσκι στο χριστιανικό «διαρκές θαύμα» της ύπαρξης του κόσμου τούτου.
Είτε συμφωνεί κανείς είτε όχι μ' αυτή τη μεταφυσική, οφείλει να δηλώσει τίμια πως, χωρίς τη μεταφυσική η ποίηση θα είχε προ πολλού πεθάνει: Η ποίηση λειτουργεί στον κενό χώρο που δεν καταλήφθηκε προς το παρόν απ' την επιστήμη, και που τα όριά του στενεύουν ολοένα και περισσότερο. Ο Ταρκόφσκι νοσταλγεί τον Μεσαίωνα όπου «κάθε σπίτι είχε φάντασμά του και κάθε εκκλησία το Θεό της».
Δε μένει χώρος για να αναφερθούμε και στον τρόπο με τον οποίο ο Ταρκόφσκι, ο μέγιστος των σύγχρονων Σοβιετικών κινηματογραφιστών, γράφει τούτο το εκθαμβωτικό μεταφυσικό ποίημα. Μόνο η δουλειά του στο «ρέον» ντεκόρ -το έκανε ο ίδιος- με τη βυζαντινής εμπνεύσεως αλλοίωση της προοπτικής και την κυριαρχία του μουχλιασμένου πράσινου, θα απαιτούσε μια ξεχωριστή μελέτη.
Βασίλης Ραφαηλίδης Βήμα 3/12/1981 (Λεξικό ταινιών τόμος IV , εκδόσεις Αιγόκερος. Αθήνα 1982)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου