ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ (Nostalghia) του Αντρέι Ταρκόφσκι (Andrei Tarkovsky) |
ΣΕΝΑΡΙΟ: Αντρέι Ταρκόφσκι, Tonino Guerra
ΧΩΡΑ: Ιταλία, Σοβιετική Ένωση 1983 ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 125΄ έγχρωμη
ΜΟΥΣΙΚΗ: Ντεμισί, Βέρντι Βάγκνερ, Μπετόβεν ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Giuseppe Lanci
ΠΑΙΖΟΥΝ: Oleg Yankovskiy, Erland Josephson, Domiziana Giordano, Patrizia Terreno, Laura De Marchi, Delia Boccardo, Milena Vukotic, Raffaele Di Mario κ. α.
ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Μεγάλο Βραβείο της επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών το 1983
Ο ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ:
Ήθελα να κάνω μια ταινία για τη ρώσικη νοσταλγία, γι’ αυτή την ψυχική κατάσταση που αποτελεί ιδιομορφία του έθνους μας και επηρεάζει κάθε ρώσο που βρίσκεται μακριά από την πατρική γη. Το θεωρούσα σχεδόν πατριωτικό καθήκον να κατανοήσω στην εντέλεια αυτή την έννοια. Ήθελα να είναι ένα έργο γύρω από τη μοιραία προσκόλληση των Ρώσων στις εθνικές τους ρίζες, στο παρελθόν τους στην παιδεία τους, στην ιδιαίτερη πατρίδα τους, στην οικογένεια και στους φίλους τους –προσκόλληση από την οποία δεν ξεφεύγουν σ’ όλη τους τη ζωή ανεξάρτητα που θα τους ρίξει η μοίρα. […]Ο Γκόρτσακοφ, ο πρωταγωνιστής της "Νοσταλγίας", είναι ποιητής. Έρχεται στην Ιταλία να μαζέψει υλικό για το ρώσο δουλοπάροικο συνθέτη Μπεριόζοφσκι, επειδή γράφει το λιμπρέτο για μια όπερα με θέμα τη ζωή του. Ο Μπεριόζοφσκι είναι ιστορικό πρόσωπο. Φανέρωσε τέτοια κλίση για τη μουσική, που ο αφέντης του τον έστειλε να σπουδάσει στην Ιταλία, όπου και έζησε πολλά χρόνια, έδινε κονσέρτα και τον τιμούσαν πολύ. Στο τέλος όμως, παρακινημένος από την ίδια αναπόδραστη ρώσικη νοσταλγία, αποφάσισε να γυρίσει στη Ρωσία των δουλοπάροικων και των τσιφλικάδων, όπου, λίγο αργότερα, αυτοκτόνησε –κρεμάστηκε. Φυσικά, η ιστορία του συνθέτη παρεμβαίνει σκόπιμα σαν «παράφραση» της κατάστασης του ίδιου του Γκόρτσακοφ: τον βλέπουμε να συνειδητοποιεί βαθύτατα πως είναι ένας παρείσακτος που μπορεί μόνο να παρατηρεί τη ζωή των άλλων από απόσταση, συντριμμένος από τις αναμνήσεις του παρελθόντος και των αγαπημένων προσώπων, μνήμες που τον πλημμυρίζουν ολόκληρο μαζί με τους ήχους και τις μυρουδιές του τόπου του.
Ομολογώ πως όταν πρωτόδα όλο το κινηματογραφημένο υλικό της ταινίας, ανακάλυψα κατάπληκτος ότι το θέαμα το χαρακτήριζε μια αδιαπέραστη μελαγχολία. Η διάθεση και η πνευματική κατάσταση που είχαν αποτυπωθεί στο υλικό το είχαν κάνει τελείως ομοιογενές. Δεν ήταν στόχος μου να πετύχω κάτι τέτοιο, το συμπτωματικό και μοναδικό φαινόμενο που αντίκριζα σήμαινε ότι, ανεξάρτητα από τις δικές μου συγκεκριμένες θεωρητικές προθέσεις, ο φακός υπάκουε πρώτα και κύρια στην εσωτερική μου κατάσταση ενόσω γύριζα: με είχε τσακίσει ο χωρισμός από την οικογένειά μου και από τον συνηθισμένο τρόπο ζωής μου, η δουλειά σε εντελώς πρωτόγνωρες συνθήκες, ακόμα και το ότι χρησιμοποιούσα ξένη γλώσσα. Ήμουν έκπληκτος, λοιπόν και μαζί ενθουσιασμένος, επειδή αυτό που είχε αποτυπωθεί στην ταινία και μου φανερωνόταν πρώτη φορά στο σκοτάδι του κινηματογράφου αποδείκνυε πως η άποψή μου για την τέχνη της οθόνης (ότι μπορεί, μάλιστα επιβάλλεται, να γίνει μήτρα της ατομικής ψυχής, να μεταδώσει τη μοναδικότητα της ανθρώπινης εμπειρίας) δεν ήταν απλώς καρπός αργόσχολής εικοτολογίας, αλλά πραγματικότητα που ξετυλιγόταν αδιάψευστα μπροστά στα μάτια…
Δεν με ενδιέφερε η ανάπτυξη της πλοκής, η αλυσίδα των γεγονότων, από ταινία σε ταινία αισθανόμουν ολοένα λιγότερο την ανάγκη τους. Με ενδιέφερε πάντοτε ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου, και για μένα ήταν πολύ φυσικό να κάνω ένα ταξίδι στην ψυχολογία την οπ[οία μου υποδείκνυε η στάση ζωής του ήρωα, στις λογοτεχνικές και πολιτισμικές παραδόσεις που θεμελίωναν τον πνευματικό κόσμο. Γνωρίζω καλά ότι από εμπορική άποψη θα ήταν πολύ πιο πλεονεκτικό να κινούμε από μέρος σε μέρος, να δείχνω πλάνα από διάφορες και περίεργες οπτικές γωνίες, να χρησιμοποιώ εξωτικά τοπία και εντυπωσιακούς εσωτερικούς χώρους. Τα εξωτερικά εφέ όμως απλώς απομακρύνουν το στόχο μου απ’ αυτό που θέλω ουσιαστικά να κάνω και τον συσκοτίζουν. Εμένα με ενδιαφέρει ο άνθρωπος, γιατί κλείνει μέσα του ολόκληρο σύμπαν, για να μπορέσω να εκφράσω την ιδέα, το νόημα της ανθρώπινης ζωής, δεν υπάρχει λόγος να απλώσω πίσω της έναν πίνακα φορτωμένο συμβάντα. […]
Η "Νοσταλγία" ήθελα να είναι απαλλαγμένη από οποιοδήποτε τυχαίο ή άσχετο στοιχείο που θα στεκόταν εμπόδιο στον βασικό μου στόχο, ήθελα να δώσω το πορτρέτο ενός ανθρώπου που αποξενώνεται πλήρως από τον κόσμο και από τον εαυτό του, καθώς είναι ανίκανος να ισορροπήσει ανάμεσα στην πραγματικότητα και την αρμονία που λαχταρά, ενός ανθρώπου βυθισμένου σε νοσταλγία, που την προκαλεί όχι μόνο η απόσταση από τον τόπο του, αλλά και η ολοκληρωτική επιθυμία του για την ακεραιότητα της ύπαρξης. Το σενάριο διορθωνόταν συνεχώς ώσπου έγινε τελικά κάτι σαν μεταφυσικό σύνολό.
Αντρέι Ταρκόφσκι "Σμιλεύοντας το χρόνο" μετάφραση Σεραφείμ Βελέντζας. Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1987
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ:
Για τι πράγμα μιλάει η Νοσταλγία;Για την έλλειψη δυνατότητας να ζεις, για την απουσία ελευθερίας, Αν για παράδειγμα, βάλει κάποιος όρια στην αγάπη, ο άνθρωπος θα παραμορφωθεί εντελώς. Το ίδιο αν κάποιος βάλει όρια στην πνευματική ζωή, ο άνθρωπος τραυματίζεται. Ορισμένοι το νιώθουν πιο δυνατά από τους άλλους και προσπαθούν να δοθούν απόλυτα. Δίνονται σε κάποιον για να σώσουν τον κόσμο από την έλλειψη αγάπης, πρόκειται για την έννοια της θυσίας. Όταν βλέπει κανείς τα όρια που μπαίνουν απ’ τον σημερινό κόσμο σ’ αυτή την αγάπη, σ’ αυτό το δώρο, ο άνθρωπος πρέπει ν’ αρχίσει να υποφέρει. Ο ήρωας της Νοσταλγίας υποφέρει από έλλειψη δυνατότητας να είναι φίλος, να είναι φιλικός μ’ όλο τον κόσμο. Ωστόσο βρίσκει ένα φίλο που υποφέρει το ίδιο μ’ αυτόν, είναι ο τρελός ο Ντομένικο.
Αυτός ο πόνος είναι η νοσταλγία;
Η νοσταλγία είναι ένα ολοκληρωτικό απόλυτα συναίσθημα. Για να το πούμε αλλιώς, μπορεί κανείς να νιώθει νοσταλγία μένοντας στη χώρα του, δίπλα στους δικούς του. Παρά την ύπαρξη ενός ευτυχισμένου σπιτιού, μιας ευτυχισμένης οικογένειας, ο άνθρωπος μπορεί να υποφέρει από νοσταλγία, απλά και μόνο επειδή νιώθει ότι η ψυχή του είναι περιορισμένη, ότι δεν μπορεί ν’ απλωθεί όπως θα το ήθελε. Η νοσταλγία είναι αυτή η αδυναμία μπροστά στον κόσμο, αυτός ο πόνος να μην μπορείς να μεταδώσεις την πνευματικότητά σου στους άλλους ανθρώπους. Είναι το κακό που χτυπά τον ήρωα της Νοσταλγίας: πονάει γιατί δεν μπορεί να έχει φίλους, γιατί δεν μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους. Αυτό το πρόσωπο λέει: «Πρέπει να γκρεμίσουμε τα σύνορα», για να μπορέσει όλος ο κόσμος να ζήσει ελεύθερα την πνευματικότητά του, χωρίς συγκρούσεις. Πονά γενικότερα, για τον απροσάρμοστο στη σύγχρονη ζωή χαρακτήρα του. Δεν μπορεί να νιώθει ευτυχισμένος μπροστά στη μιζέρια του κόσμου. Παίρνει πάνω του αυτή τη συλλογική μιζέρια και θέλει να ζήσει απελευθερωμένος σε σχέση με τον κόσμο. Το πρόβλημά του έχει έντονη σχέση με τη συμπάθεια, δεν μπορεί να ενσαρκώσει απόλυτα αυτό το α΄λισθημα με τους άλλους ανθρώπους, αλλά δεν φτάνει σ’ αυτό απόλυτα.
Τι φάρμακο θα μπορούσατε να δώσετε στον ήρωά σας για να υπερβεί τον πόνο του;
Πρέπει να πιστέψει στις πηγές του, στις ρίζες του. Να ξέρει από που ερχόμαστε, που πάμε, γιατί ζούμε. Δηλαδή να νοιώσει βαθιά εξάρτηση απέναντι στο Δημιουργό του. Αλλιώς, αν η σκέψη για το δημιουργό μας ξεφύγει, ο άνθρωπος γίνεται ζώο. Ο μοναδικός χαρακτηρισμός του ανθρώπου είναι το αίσθημά του της εξάρτησης, αυτή η ελευθερία που του δίνεται να νιώθει τον εαυτό του εξαρτημένο. Αυτή η αίσθηση είναι ο δρόμος της πνευματικότητας. Η τύχη του ανθρώπου συνίσταται στο να αναπτύσσει ακούραστα αυτό το δρόμο προς την πνευματικότητα. Η εξάρτηση είναι η μόνη ευκαιρία του ανθρώπου, γιατί η πίστη στο δημιουργό, η ταπεινή συνείδηση ότι δεν είσαι παρά το δημιούργημα ενός ανώτερου όντος, αυτή η πίστη έχει τη δυνατότητα να σώσει τον κόσμο. Πρέπει να γεμίσει τη ζωή του, από δουλειά, από ανάγκη. Αυτή η σχέση είναι πολύ απλή: μοιάζει μ' αυτήν που ενώνει τα παιδιά με το γονιό. Πρέπει ν' αναγνωρίσεις τη δύναμη, το κύρος του άλλου. Είναι αυτός ο σεβασμός, αυτή η δουλικότητα που δίνει στον άνθρωπο τη δύναμη να βλέπει μέσα του, που τον προικίζει μ' ένα βλέμμα αυτοελέγχου, το βλέμμα της ενατένισης. [...]
Πηγή: Antoine de Baecque "ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ μια ξενάγηση στο έργο του", μετάφραση: Δώρα Δημητρούλια, εκδόσεις Γκοβόστης. Αθήνα 1991)
Ακόμα και οι φωτογραφίες που τράβηξε στην Ιταλία μου θυμίζουν τη Ρωσία. Έψαχνε να βρει τοπία που του θύμιζαν τη Ρωσία που δεν επρόκειτο να δει ποτέ ξανά. Η νοσταλγία είναι σίγουρα μια από τις πιο αυτοβιογραφικές ταινίες του πατέρα μου.»
Andrey A. Tarkovsky jr, γιός του Αντρέι Ταρκόφσκι
ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ:
Ο ποιητής ήρωας της ταινίας του Ταρκόφσκι "Νοσταλγία" είναι ένας Ρώσος που εγκατέλειψε την πατρίδα του (δεν ξέρουμε ποτέ, κι αυτό έχει σημασία για την αχρονικότητα της ιδέας που αποδεσμεύει το φιλμ) για να αναζητήσει στην Ιταλία τα χνάρια του περάσματος από εκεί, κατά τον 18ο αιώνα ενός άλλου ρώσου, μουσικού αυτού που πέθανε από μαράζι περπατώντας στην ευθεία του δυτικού πολιτισμού, όπου ωστόσο θα επιστρέψει μόνο νεκρός. Το ίδιο ακριβώς θα πάθει και ο ήρωας της ταινίας (Ολέγκ Γιανόφσκι) που είχε την απερισκεψία να εγκαταλείψει τα οικεία κυκλικά πλαίσια αναφοράς του βίου του και να επιχειρήσει μια περιπλάνηση στην ιστορική ευθεία που επιβάλει στην Ιταλία η διερμηνέας του (Ντομιζιάνα Τζιορντάνο) […]
Απομένει να δούμε αν αυτή η νοσταλγία του χαμένου Παραδείσου, η νοσταλγία «του πριν», η νοσταλγία της μήτρας, η νοσταλγία της αρχέγονης μυθικής ρίζας της φιλοσοφικής σκέψης, η νοσταλγία του κύκλου που καθώς έσπασε έγινε ευθεία, η νοσταλγία του Θεού που τον ενταφίασε οριστικά ο Νίτσε, η νοσταλγία του κομμένου αφαλού που συνεχίζει να στάζει αίμα, όλες αυτές οι νοσταλγίες που συνιστούν τη "Νοσταλγία" νομιμοποιούνται ή όχι με όρους της νηφάλιας καρτεσιανής σκέψης, στην οποία η δύση πίστεψε με πάθος, χωρίς ωστόσο, να καταφέρει να ξεριζώσει την άλογη βαρβαρότητα, όπως φαίνεται και από εκείνη την εντελώς εκπληκτική σεκάνς της αυτοπυρπόλησης του τρελού, μια σεκάνς για κινηματογραφική ανθολογία – όπου το «σόου» τελείτε με υπόκρουση το Τραγούδι της Χαράς απ’ την Ένατη Συμφωνία του Μπετόβεν. […]
Ωστόσο πρέπει να είμαστε αισιόδοξοι όσο υπάρχουν άνθρωποι που θα προσπαθήσουν να κρατήσουν αναμμένο το κερί πάνω απ’ τα αχνίζοντα βαλτόνερα της Ιστορίας, που οι αποκτηνωμένοι αστοί τα μετέτρεψαν σε ιαματικά λουτρά, προσπαθώντας να επαναλάβουν, για ιαματικούς λόγους το παλιό μυθικό θαύμα της Αγίας Αικατερίνης που, εκείνη όμως δεν το έκανε για να σώσει τον εαυτό της αλλά τον κόσμο. Δεν τα κατάφερε, όπως δεν τα κατάφεραν κι όλοι οι ποιητές. Κι όπως δεν πρόκειται να τα καταφέρει και ο Ταρκόφσκι, ο μέγιστος των κινηματογραφικών ποιητών. […]
Το μεγάλο δυστύχημα φαίνεται να λέει ο Ταρκόφσκι, δεν είναι το ότι πέθανε ο Θεός αλλά το ότι πέθαναν οι μάνες μας. Και τούτη η απώλεια, είναι η απώλεια της ρίζας και η απώλεια της ρίζας δημιουργεί τη νοσταλγία για την ανέφικτη επιστροφή στην κοιτίδα. Ο Παράδεισος έχει χαθεί για πάντα και για όλους. Δουλειά των ποιητών είναι να μας θυμίσουν τούτη τη μεγάλη απώλεια. Κι ο Ταρκόφσκι είναι ένας πολύ μεγάλος ποιητής.
Βασίλης Ραφαηλίδης, Έθνος 25/12/1983 (Κινηματογραφικά θέματα 1, εκδόσεις Αιγόκερος. Αθήνα 1985)
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ του ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ
1932 Στις 4 Απριλίου γεννιέται ο Αντρέι Ταρκόφσκι (Андре́й Арсе́ньевич Тарко́вский) στο Ζαβράσγε, ένα χωριό που βρίσκεται βορειοανατολικά της Μόσχας. Πατέρας του, ο διάσημος ποιητής και μεταφραστής Αρσένι Ταρκόφσκι, μητέρα του ή Μάγια Ιβάνοβνα Βισνιγιάκοβα.
1936 Ο Αρσένι Ταρκόφσκι εγκαταλείπει τη γυναίκα του και τα δύο του παιδιά, τον Άντρέι και την Μαρίνα.
1936 Ο Ταρκόφσκι επισκέπτεται ένα σχολείο της Μόσχας. Αναγκάζεται να διακόψει τα μαθήματα, επειδή ξεσπάει ο πόλεμος. Κατά τη διάρκεια του πολέμου η Μάγια Ίβάνοβνα μένει με τα δυο παιδιά της σε σπίτια συγγενών, στο χωριό Γιούργεβετς.
1943 Ξαναρχίζει να πηγαίνει σ’ ένα σχολείο της Μόσχας, ενώ παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα μουσικής και σχεδίου. Η μητέρα του εργάζεται ως διορθώτρια στο τυπογραφείο του Ζντάνοφ.
1951 Αρχίζει να σπουδάζει ανατολικές γλώσσες σ’ ένα Ινστιτούτο της Μόσχας. Διακόπτει τις σπουδές του για λόγους υγείας.
1952 Για ένα χρόνο δουλεύει ως απλός εργάτης με μια ομάδα γεωλόγων στην περιοχή του Τουρουχάνσκ (Σιβηρία), κοντά στον ποταμό Κουρέικα.
1954 Αρχίζει σπουδές στο Πανενωσιακό Κρατικό Ινστιτούτο Κινηματογραφίας (ΠΚΙΚ) της Μόσχας, όπου διδάσκει και ο γνωστός Σοβιετικός σκηνοθέτης Μιχαήλ Ρόμ. Στη σχολή αύτη γνωρίζει τον μέλλοντα γαμπρό του Αλεξάντερ Γκορντόν και συνδέεται φιλικά με τον Αντρόν Μιχάλκοφ-Κοντζαλόφσκι, με τον όποιο θα συνεργαστεί αργότερα στις ταινίες "Το Βιολί και ο Οδοστρωτήρας" και "Αντρέι Ρουμπλιόφ".
1957 Παντρεύεται την ηθοποιό και σκηνοθέτιδα Ιρμα Ράους.
1959 Γυρίζει μαζί με τον Αλεξάντερ Γκορντόν το τηλεοπτικό φιλμ "Δεν έχει άδεια απόψε", με το όποιο παίρνει το προδίπλωμα της σχολής.
1960 Παίρνει το πτυχίο του με την ταινία "Το Βιολί και ο Οδοστρωτήρας" (στο σενάριο συνεργάστηκε με τον Α. Μ.-Κοντζαλόφσκι).
1961 Του απονέμεται το πρώτο βραβείο στο κινηματογραφικό φεστιβάλ σπουδαστών (Ν. Υόρκη).
1962 Γυρίζει την ταινία "Τα Παιδικά Χρόνιο του Ιβάν", που είχε αρχίσει ο Ε. Αμπάλοφ και που βασίζεται στη νουβέλα Ιβάν του Βλαντίμψ Μπογκομόλοφ. Το φιλμ παίζεται στο Φεστιβάλ της Βενετίας και βραβεύεται με το Χρυσό Λιοντάρι. Οι κριτικοί της Δ. Ευρώπης βλέπουν στο πρόσωπο του Ταρκόφσκι τη νέα μεγάλη ελπίδα του σοβιετικού κινηματογράφου.
Του απονέμεται επίσης ή Χρυσή Γέφυρα για την καλύτερη σκηνοθεσία στο φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο. Γεννιέται ο γιος του Αρσένι.
1963 Άλλα τέσσερα βραβεία για την ταινία "Τα Παιδικά Χρόνια του Ιβάν": Βραβείο της λέσχης των Πολωνών κριτικών, βραβείο για την καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ της Λιουμπλιάνας, Ασημένια Δάφνη του Ντ. Σέλτσνικ, βραβείο της Εθνικής Έκθεσης του Δελχί.
1964 Γυρίζει την ταινία "Αντρέι Ρουμπλιόφ" (στο σενάριο συνεργάζεται με τον Α. Μ.-Κοντζαλόφσκι).
1966 Δίνεται η πρεμιέρα του Αντρέι Ρουμπλιόφ μπροστά σε επιλεγμένους θεατές. Η ταινία κατακρίνεται ως ανήθικη και εξαιρετικά ωμή και μπαίνει στο αρχείο, μια και ο σκηνοθέτης αρνείται να αλλάξει το παραμικρό.
1968 Η Ένωση Γάλλων Κριτικών δίνει το πρώτο βραβείο στα "Παιδικά Χρόνια του Ιβάν".
1969 Βραβείο FIPRESCI για τα "Παιδικά Χρόνια του Ιβάν".
1970 Ό Ταρκόφσκι χωρίζει από την Ίρμα Ράους, για να παντρευτεί την Λαρίσα Πάβλοβνα. Αποκτούν ένα γιο, τον Αντρέι (ή Αντριούσα ή Τιάπους ή Τιάπα), για τον όποιο ο σκηνοθέτης δείχνει από την αρχή υπερβολική αδυναμία.
1971 Γυρίζει την ταινία "Σολάρις", πού βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Στανισλάβ Λεμ (στο σενάριο συνεργάστηκε με τον Φρίντριχ Γκόρενστάιν). Παίζεται, με αρκετές περικοπές, στους κινηματογράφους της Μόσχας ο "Αντρέι Ρουμπλιόφ".
1972 Το "Σολάρις" προβάλλεται στο φεστιβάλ των Καννών και αποσπά το μεγάλο βραβείο της επιτροπής.
Το Κρυστάλλινο Αστέρι της Γαλλικής Ακαδημίας απονέμεται στην Ίρμα Ράους για την ερμηνεία της στα "Παιδικά Χρόνια του Ιβάν". Το φιλμ "Σολάρις" βραβεύεται με τις έξης διακρίσεις: Βραβείο για την καλύτερη ταινία της χρονιάς στο Φεστιβάλ του Λονδίνου, βραβείο του Διεθνούς Ευαγγελικού Κέντρου Κινηματογράφου, τιμητικό δίπλωμα του Διεθνούς Φεστιβάλ του Στράτφορντ.
1973 Τέλη Φεβρουαρίου ο Ταρκόφσκι παθαίνει καρδιακή προσβολή ενώ βρίσκεται στη Λ. Δ. της Γερμανίας. Προβάλλεται για πρώτη φορά στο εξωτερικό ο "Αντρέι Ρουμπλιόφ". Του απονέμονται τα έξης βραβεία: Ελσίνκι, βραβείο για την καλύτερη ταινίας της χρονιάς· Ιταλία, μεγάλο βραβείο του διεθνούς φεστιβάλ του Αζόλο. Βελιγράδι, 1ο βραβείο για την καλύτερη ταινία στο φεστιβάλ των φεστιβάλ Βελιγράδι, 1o βραβείο της Ένωσης των Κινηματογραφιστών.
1974 Γυρίζει την ταινία "Ο Καθρέφτης" (το σενάριο το έγραψε με τον Αλεξάντρ Μισάριν). Η ταινία, που περιέχει πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία, κατακρίνεται για τον ελιτισμό και τον υποκειμενισμό της.
1976 Δημοσιεύεται στο κινηματογραφικό περιοδικό Ίσκοϋστβο Κινό (αρ. 8, Οκτώβριος) το σενάριο Χοφμανιάνα, πού βασίζεται στη ζωή και το έργο του Ε. Τ. Α. Χόφμαν.
Σκηνοθετεί σ’ ένα θέατρο της Μόσχας τον Άμλετ του Σαίξπηρ με τον Ανατόλι Σολονίτσιν στον ομώνυμο ρόλο.
1977 Πρεμιέρα του Άμλετ στις 18 Φεβρουαρίου.
1978 Στις 5 Απριλίου παθαίνει έμφραγμα. Τον Ιούνιο νοσηλεύεται σ’ ένα σανατόριο.
--> 1979 Γυρίζει στα περίχωρα του Τσερνομπίλ την ταινία "Στάλκερ", πού βασίζεται στο βιβλίο των αδελφών Στρουγκάτσκι "Πικνίκ στην άκρη του δρόμου", πάνω σε σενάριο δικό τους.
Από τον Ιούλιο ως τον Σεπτέμβριο γυρίζει στην Ιταλία το "Tempo di Viaggio" για την ιταλική τηλεόραση. Στις 5 Οκτωβρίου πεθαίνει ή μητέρα του.
1980 Βραβείο Ντονατέλο και βραβείο Βισκόντι για τον "Καθρέφτη".
1983 Γυρίζει στην Ιταλία την ταινία "Νοσταλγία", πού είναι μια ιταλοσοβιετική παραγωγή (στο σενάριο το έγραψε μαζί με τον Τονίνο Γκουέρα). Η ταινία παίζεται στις Κάννες και μοιράζεται το Μέγα Βραβείο του κινηματογράφου των δημιουργών με το "Χρήμα" του Ρομπέρ Μπρεσόν. Ο Μπονταρτσούκ, πού είναι μέλος της επιτροπής, μποϊκοτάρει την ταινία του Ταρκόφσκι.
Τον Νοέμβριο σκηνοθετεί στο Κόβεν Γκάρντεν του Λονδίνου τον Μπόρις Γχοντουνόφ του Μουσόργκσκι με διευθυντή ορχήστρας τον Κλάουντιο Άμπάντο.
1984 Σε μια συνέντευξη τύπου πού πραγματοποιείται στο Παλάτσο Τζαμπελόνι του Μιλάνου στις 10 Ιουλίου, ο Ταρκόφσκι ανακοινώνει στους Ιταλούς και ξένους δημοσιογράφους την απόφαση τη δική του και της γυναίκας του Λαρίσα να παραμείνουν στη Δύση. Αυτή είναι η χειρότερη στιγμή της ζωής μου λέει στην αρχή της συνέντευξης. Παρόντες είναι εκεί και δύο άλλοι διαφωνούντες: ο Ροστροπόβιτς και ο Λιουμπίμοφ.
1985 Παίρνει τη γερμανική υποτροφία της DAAD και πηγαίνει στο Βερολίνο.
Γυρίζει, στην Σουηδία και σε σενάριο δικό του, την ταινία "Η Θυσία", πού είναι αφιερωμένη στο γιο του Αντριούσα, στον όποιο οι σοβιετικές αρχές δεν δίνουν άδεια να φύγει στο εξωτερικό. Τα εξωτερικά αυτής της ταινίας γυρίζονται εξ ολοκλήρου στο νησί Γκότλαντ. Κυκλοφορεί στα γερμανικά το βιβλίο του "Σμιλεύοντας το χρόνο", με απόψεις του για την τέχνη και την αισθητική του κινηματογράφου. Ο Ταρκόφσκι αρρωσταίνει βαριά. Πάσχει από καρκίνο των πνευμόνων.
1986 "Η Θυσία" προβάλλεται στο φεστιβάλ των Καννών και παίρνει το βραβείο της επιτροπής πού, λόγω της κατάστασης του σκηνοθέτη, παραλαμβάνει ο γιος του Άντριούσα. Ο Άντριούσα συνάντησε τον πατέρα του ύστερα από τέσσερα χρόνια χωρισμού, μετά από προσωπική επέμβαση του Φρανσουά Μιτεράν, πού έστειλε μια επιστολή προς τον Μιχαήλ Γκορμπατσόφ.
Ο Αντρέι Ταρκόφσκι πεθαίνει στο Παρίσι στις 29 Δεκεμβρίου. Τον θάβουν στο νεκροταφείο της Σαίν Ζενεβιέβ ντι Μπουά, όπου βρίσκονται θαμμένοι και άλλοι Ρώσοι εμιγκρέδες.
1987 Προβάλλεται, στα πλαίσια ενός αφιερώματος που διοργανώθηκε στη Μόσχα για να τιμηθεί ο Ταρκόφσκι, η αρχική κόπια του "Αντρέι Ρουμπλιόφ", 21 χρόνια μετά την παγκόσμια πρώτη της ταινίας. Το αφιέρωμα αυτό οργανώθηκε κατά τη διάρκεια του 15ου φεστιβάλ της Μόσχας.
1989 Πραγματοποιείται στην Μόσχα, από τις 10 ως τις 14 Απριλίου, το 1ο Παγκόσμιο Συνέδριο με θέμα το έργο του Ταρκόφσκι.
Το σπίτι του στην Μόσχα μετατρέπεται σε μουσείο και οι ταινίες του παίζονται στους κινηματογράφους και στην τηλεόραση.
Τον Φεβρουάριο κυκλοφορεί στα γερμανικά ο πρώτος τόμος των Ημερολογίων του, που έχει τον τίτλο Μαρτυρολόγιο.
Τον Ιούνιο πεθαίνει ο πατέρας του Αρσένι Ταρκόφσκι.
1990 Του απονέμεται μετά θάνατον το βραβείο Λένιν για την εξαιρετική συμβολή του στην ανάπτυξη της κινηματογραφικής τέχνης και για το ανανεωτικό του έργο, που στοχεύει στην κατάφαση των πανανθρώπινων αξιών και του ουμανισμού.
Πηγή: Αντρέι Ταρκόφσκι "Μαρτυρολόγιο, Ημερολόγια 1970-1986" μετάφραση Αλέξανδρος Ίσαρης, εκδόσεις Ίνδικτος. Αθήνα 2006
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου