Μιχάλης Κατσαρός, Κατά Σαδδουκαίων (1953)
Κατά Σαδδουκαίων
Πλήθος Σαδδουκαίων
Ρωμαίων υπαλλήλων
μάντεις και αστρονόμοι
(κάποιος Βαλβίλος εξ Εφέσου)
περιστοιχίζουν τον Αυτοκράτορα.
Κραυγές απʼ τον προνάρθηκα του Ναού.
Απʼ τη φατρία των Εβιονιτών κραυγές:
Ο ψευδο-Μάρκελος να παριστάνει το Χριστό.
Διδάσκετε την επανάστασιν κατά του πρίγκηπος
Οι Χριστιανοί να ʽχουνε δούλους Χριστιανούς.
Η αριστοκρατία του Ναού να εκλείψει.
Εγώ απέναντι σας ένας μάρτυρας
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.
Τους ύπατους εγώ ανέδειξα στις συνελεύσεις
κι αυτοί κληρονομήσανε τα δικαιώματα
φορέσαν πορφυρούν ατίθασον ένδυμα
σανδάλια μεταξωτά ή πανοπλία
εξακοντίζουν τα βέλη τους εναντίον μου –
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.
Τους άλλους απʼ την πέτρα και το τείχος μου
καθώς νερό πηγής τους είχα φέρει
η θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία
τʼ άλογα τους απʼ τον κάμπο μου•
δε μου επέτρεψαν να δω τον Αυτοκράτορα
τους υπάτους δεν άφηναν να πλησιάσω
σε μυστικά συμπόσια και ένδοξα
τη θέληση μου που την καταπατήσανε
τόσους αιώνες.
Τώρα κι εγώ υποψιάζομαι
όλο το πλήθος των αυλοκολάκων
όλους τους ταπεινούς γραμματικούς
τους βραβευμένους με χρυσά παράσημα
λεγεωνάριους και στρατηλάτες
υποψιάζομαι τις αυλητρίδες τη γιορτή
όλους τους λόγους και προπόσεις
αυτούς που παριστάνουνε τους εθνικούς
τον πορφυρούν χιτώνα του πρίγκηπος
τους συμβουλάτορες και τους αιρετικούς
υποψιάζομαι συνωμοσία
νύκτα θα ρεύσει πολύ αίμα
νύχτα θα εγκαταστήσουν τη βασιλεία τους
νέοι πρίγκιπες με νέους στέφανους
οι πονηροί ρωμαίοι υπάλληλοι
του Αυτοκράτορος
ʽτοιμάζουνε κρυφά να παραδώσουν
να παραδώσουν τα κλειδιά και την
υπόκλιση τους.
Εγώ πάλι μέσα στο πλήθος διακλαδίζομαι
η θέληση μου διακλαδίζεται μέσα στο πλήθος
μαζεύω τους σκόρπιους σπόρους μου
για την καινούργια μακρινή μου ανάσταση
μαζεύω.
Βησιγότθοι
Άξαφνα η πόρτα μας άνοιξε.
πρώτος κατέβαινε ο αυτοκράτορας
με καινούργια στολή
ο νέος αρχιεπίσκοπος
ο υπουργός παιδείας και θρησκευμάτων
(η εργάτρια Ντούμπιοβα παρήγαγε
δεκαπέντε χιλιάδες ποτήρια)
ο στρατάρχης ήρωας της μάχης Σαρώ
πιο πίσω οι αυλοκόλακες
οι υπάλληλοι όλοι με τας συζύγους των
ο πρόεδρος τους ανωτάτου δικαστηρίου
στο τέλος ένα παιδί που ήταν ο γελωτοποιός.
Εγώ αντιπροσώπευα τα στρατεύματα της Κορέας
των Γάλλων πατριωτών
των Ισπανών εξόριστων
την παυμένη εφημερίδα «Ελεύθερη Γνώμη»
την άλλη που έμεινε μόνον ο τίτλος της.
Οι ποιητές κρατώντας τα λάβαρα
έγραφαν ύμνους
κρατούσαν την αναπνοή μπροστά στους
επισήμους
χειροκροτούσαν ακατάπαυστα όλους
τους ρήτορες.
Τώρα το πώς εγίνηκε το απαίσιο πλήθος
να στριμώχνεται πάλι στα κάγκελα
το πώς εγίνηκε
το συνδικάτο των οικοδόμων να στέλνει
ομόφωνα ψηφίσματα
να στρώνει χαλιά γι αυτή την παρέλαση
μην το ρωτήσετε.
Φταίει αυτός που ήτανε δίπλα μου
όπου στην κρίσιμη ώρα σʼ αυτή τη σιωπή
εψιθύρισε:
Η μύτη της κυρίας Δημάρχου θυμίζει τη γεωγραφία.
Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται.
Διαδόθηκε μέσα στο αδιάφορο πλήθος η φήμη
οι υπουργοί θορυβήθησαν
ο πυγμάχος που έγινε χωροφύλακας έλαβε θέση
στους διπλανούς διαδρόμους οι πυροσβέστες
πλησιάσαν
ο πρόεδρος χτυπούσε μέσα στην αίθουσα
τον κώδωνα
σβηστήκαν τα κεριά του ναού
και κει στη μεγάλη τους σύγχυση τα κατάφερα
μʼ ένα μικρό βηματάκι άξαφνα να βρεθώ
να θαυμάζω το θέαμα.
Όταν τα φώτα ξανάναψαν
η χάλκινη πόρτα αμίλητη έκλεισε όπως φαίνεται
και δίπλα μου οι γυναίκες ξεφώνιζαν
τραβούσαν τα μαλλιά τους τσιρίζοντας
όχι γιατί δεν πρόλαβαν την παρέλαση
όλων των επισήμων
αλλά που χάσανε μέσα στο σκότος
τους άντρες τους.
Οι πάροδοι που οδηγούσαν προς τις εξέδρες
στις πόρτες των ναών και των φυλάκων
στους διαδρόμους των εξοχών
στα δημόσια πάρκα
στα κρατικά εκπαιδευτήρια
στη δουλειά με το κομμάτι
στην ποινή του θανάτου
παντού παντού παντού
ως και σε μένα τον αδιάφορο
είχανε εισχωρήσει σα μυστικοί χωροφύλακες
οι Βησιγότθοι.
Μη σκεφτείς άσκημα για τους Βησιγότθους
είναι κάτι ακίνητα μαζεμένα υποκείμενα
που παριστάνουν τους επιδρομείς.
Πάντως θα καταλάβατε τον αρχαίο ναό
τι αντιπροσώπευε ο γελωτοποιός
τι αντιπροσώπευα εγώ ο γελοίος
ποιοι οι Βησιγότθοι οι αρχιεπίσκοποι
κι ο ένδοξος αυτοκράτορας.
Υπάρχουνε προϋποθέσεις
για μια καινούργια άνοιξη.
Όταν…
Όταν ακούω να μιλάν για τον καιρό
όταν ακούω να μιλάνε για τον πόλεμο
όταν ακούω σήμερα το Αιγαίο να γίνεται ποίηση
να πλημμυρίζει τα σαλόνια
όταν ακούω να υποψιάζονται τις ιδέες μου
να τις ταχτοποιούν σε μια θυρίδα
όταν ακούω σένα να μιλάς
εγώ πάντα σωπαίνω.
Όταν ακούω κάποτε στα βέβαια αυτιά μου
ήχους παράξενους ψίθυρους μακρινούς
όταν ακούω σάλπιγγες και θούρια
λόγους ατέλειωτους ύμνους και κρότους
όταν ακούω να μιλούν για την ελευθερία
για νόμους ευαγγέλια και μια ζωή με τάξη
όταν ακούω να γελούν
όταν ακούω πάλι να μιλούν
εγώ πάντα σωπαίνω.
Μα κάποτε που η κρύα σιωπή θα περιβρέχει τη γη
κάποτε που θα στερέψουν οι άσημες φλυαρίες
κι όλοι τους θα προσμένουνε σίγουρα τη φωνή
θʼ ανοίξω το στόμα μου
θα γεμίσουν οι κήποι με καταρράκτες
στις ίδιες βρώμικες αυλές τα οπλοστάσια
οι νέοι έξαλλοι θʼ ακολουθούν με στίχους χωρίς ύμνους
ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία.
Πάλι σας δίνω όραμα.
Η διαθήκη μου
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σʼ αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός.
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί – εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χαιρετάει απʼ την εξέδρα ώρες
ατελείωτες τις παρελάσεις
σʼ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σʼ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σʼ όλα τʼ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σʼ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σʼ αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σʼ όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.
Και μια ενδιαφέρουσα ιστορία, γραμμένη από τον Θανάση Γκαϊφύλλια. "..Όταν ο Μιχάλης το 1953 έγραψε το ΚΑΤΑ ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΩΝ, έστειλε στο "ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΤΥΠΟ" ένα απο τα ποιήματα,τη ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ προς δημοσίευση.Έπεσε πανικός.Στην προσπάθειά τους να τον απαξιώσουν,το δημοσίευσαν,αφού όμως πρώτα το λογόκριναν αγρίως.Το κουρέλιασαν. Αφαίρεσαν τις αναφορές για αντίσταση: -στην κρατική εκπαίδευση -στον φόρο -σ'αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες ατέλειωτες τις παρελάσεις -στον πρόεδρο του εφετείου -στις υπηρεσίες αλλοδαπών και διαβατηρίων -στις φοβερές σημαίες των κρατών -στη διπλωματία -στα εργοστάσια πολεμικών υλών -στα θούρια. Η οργισμένη απάντηση του ποιητή ήταν ένα συγκλονιστικό ποίημα, το ''Υστερόγαρφο''.
Υστερόγραφο
Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί
– καθώς διαβάστηκε –
ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο.
Πριν διαβαστεί
όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν
αλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.
Η διαθήκη μου για σένα και για σε
χρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα
από γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους.
Αλλάξανε φράσεις σημαντικές
ώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμο
εξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούς
τη νέα βουή στα δάση
τον άνεμο τον σκότωσαν –
τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασα
ποιος είναι αυτός που πνίγει.
Και συ λοιπόν
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις
από φωνή
από τροφή
από άλογο
από σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
Κατά Σαδδουκαίων
Πλήθος Σαδδουκαίων
Ρωμαίων υπαλλήλων
μάντεις και αστρονόμοι
(κάποιος Βαλβίλος εξ Εφέσου)
περιστοιχίζουν τον Αυτοκράτορα.
Κραυγές απʼ τον προνάρθηκα του Ναού.
Απʼ τη φατρία των Εβιονιτών κραυγές:
Ο ψευδο-Μάρκελος να παριστάνει το Χριστό.
Διδάσκετε την επανάστασιν κατά του πρίγκηπος
Οι Χριστιανοί να ʽχουνε δούλους Χριστιανούς.
Η αριστοκρατία του Ναού να εκλείψει.
Εγώ απέναντι σας ένας μάρτυρας
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.
Τους ύπατους εγώ ανέδειξα στις συνελεύσεις
κι αυτοί κληρονομήσανε τα δικαιώματα
φορέσαν πορφυρούν ατίθασον ένδυμα
σανδάλια μεταξωτά ή πανοπλία
εξακοντίζουν τα βέλη τους εναντίον μου –
η θέληση μου που καταπατήθηκε
τόσους αιώνες.
Τους άλλους απʼ την πέτρα και το τείχος μου
καθώς νερό πηγής τους είχα φέρει
η θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία
τʼ άλογα τους απʼ τον κάμπο μου•
δε μου επέτρεψαν να δω τον Αυτοκράτορα
τους υπάτους δεν άφηναν να πλησιάσω
σε μυστικά συμπόσια και ένδοξα
τη θέληση μου που την καταπατήσανε
τόσους αιώνες.
Τώρα κι εγώ υποψιάζομαι
όλο το πλήθος των αυλοκολάκων
όλους τους ταπεινούς γραμματικούς
τους βραβευμένους με χρυσά παράσημα
λεγεωνάριους και στρατηλάτες
υποψιάζομαι τις αυλητρίδες τη γιορτή
όλους τους λόγους και προπόσεις
αυτούς που παριστάνουνε τους εθνικούς
τον πορφυρούν χιτώνα του πρίγκηπος
τους συμβουλάτορες και τους αιρετικούς
υποψιάζομαι συνωμοσία
νύκτα θα ρεύσει πολύ αίμα
νύχτα θα εγκαταστήσουν τη βασιλεία τους
νέοι πρίγκιπες με νέους στέφανους
οι πονηροί ρωμαίοι υπάλληλοι
του Αυτοκράτορος
ʽτοιμάζουνε κρυφά να παραδώσουν
να παραδώσουν τα κλειδιά και την
υπόκλιση τους.
Εγώ πάλι μέσα στο πλήθος διακλαδίζομαι
η θέληση μου διακλαδίζεται μέσα στο πλήθος
μαζεύω τους σκόρπιους σπόρους μου
για την καινούργια μακρινή μου ανάσταση
μαζεύω.
ΚΑΤΑ ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΩΝ: 5 Στο νεκρό δάσος (andante) Μ .Θεοδωράκης-Μ. Κατσαρός
Βησιγότθοι
Άξαφνα η πόρτα μας άνοιξε.
πρώτος κατέβαινε ο αυτοκράτορας
με καινούργια στολή
ο νέος αρχιεπίσκοπος
ο υπουργός παιδείας και θρησκευμάτων
(η εργάτρια Ντούμπιοβα παρήγαγε
δεκαπέντε χιλιάδες ποτήρια)
ο στρατάρχης ήρωας της μάχης Σαρώ
πιο πίσω οι αυλοκόλακες
οι υπάλληλοι όλοι με τας συζύγους των
ο πρόεδρος τους ανωτάτου δικαστηρίου
στο τέλος ένα παιδί που ήταν ο γελωτοποιός.
Εγώ αντιπροσώπευα τα στρατεύματα της Κορέας
των Γάλλων πατριωτών
των Ισπανών εξόριστων
την παυμένη εφημερίδα «Ελεύθερη Γνώμη»
την άλλη που έμεινε μόνον ο τίτλος της.
Οι ποιητές κρατώντας τα λάβαρα
έγραφαν ύμνους
κρατούσαν την αναπνοή μπροστά στους
επισήμους
χειροκροτούσαν ακατάπαυστα όλους
τους ρήτορες.
Τώρα το πώς εγίνηκε το απαίσιο πλήθος
να στριμώχνεται πάλι στα κάγκελα
το πώς εγίνηκε
το συνδικάτο των οικοδόμων να στέλνει
ομόφωνα ψηφίσματα
να στρώνει χαλιά γι αυτή την παρέλαση
μην το ρωτήσετε.
Φταίει αυτός που ήτανε δίπλα μου
όπου στην κρίσιμη ώρα σʼ αυτή τη σιωπή
εψιθύρισε:
Η μύτη της κυρίας Δημάρχου θυμίζει τη γεωγραφία.
Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται.
Διαδόθηκε μέσα στο αδιάφορο πλήθος η φήμη
οι υπουργοί θορυβήθησαν
ο πυγμάχος που έγινε χωροφύλακας έλαβε θέση
στους διπλανούς διαδρόμους οι πυροσβέστες
πλησιάσαν
ο πρόεδρος χτυπούσε μέσα στην αίθουσα
τον κώδωνα
σβηστήκαν τα κεριά του ναού
και κει στη μεγάλη τους σύγχυση τα κατάφερα
μʼ ένα μικρό βηματάκι άξαφνα να βρεθώ
να θαυμάζω το θέαμα.
Όταν τα φώτα ξανάναψαν
η χάλκινη πόρτα αμίλητη έκλεισε όπως φαίνεται
και δίπλα μου οι γυναίκες ξεφώνιζαν
τραβούσαν τα μαλλιά τους τσιρίζοντας
όχι γιατί δεν πρόλαβαν την παρέλαση
όλων των επισήμων
αλλά που χάσανε μέσα στο σκότος
τους άντρες τους.
Οι πάροδοι που οδηγούσαν προς τις εξέδρες
στις πόρτες των ναών και των φυλάκων
στους διαδρόμους των εξοχών
στα δημόσια πάρκα
στα κρατικά εκπαιδευτήρια
στη δουλειά με το κομμάτι
στην ποινή του θανάτου
παντού παντού παντού
ως και σε μένα τον αδιάφορο
είχανε εισχωρήσει σα μυστικοί χωροφύλακες
οι Βησιγότθοι.
Μη σκεφτείς άσκημα για τους Βησιγότθους
είναι κάτι ακίνητα μαζεμένα υποκείμενα
που παριστάνουν τους επιδρομείς.
Πάντως θα καταλάβατε τον αρχαίο ναό
τι αντιπροσώπευε ο γελωτοποιός
τι αντιπροσώπευα εγώ ο γελοίος
ποιοι οι Βησιγότθοι οι αρχιεπίσκοποι
κι ο ένδοξος αυτοκράτορας.
Υπάρχουνε προϋποθέσεις
για μια καινούργια άνοιξη.
Όταν…
Όταν ακούω να μιλάν για τον καιρό
όταν ακούω να μιλάνε για τον πόλεμο
όταν ακούω σήμερα το Αιγαίο να γίνεται ποίηση
να πλημμυρίζει τα σαλόνια
όταν ακούω να υποψιάζονται τις ιδέες μου
να τις ταχτοποιούν σε μια θυρίδα
όταν ακούω σένα να μιλάς
εγώ πάντα σωπαίνω.
Όταν ακούω κάποτε στα βέβαια αυτιά μου
ήχους παράξενους ψίθυρους μακρινούς
όταν ακούω σάλπιγγες και θούρια
λόγους ατέλειωτους ύμνους και κρότους
όταν ακούω να μιλούν για την ελευθερία
για νόμους ευαγγέλια και μια ζωή με τάξη
όταν ακούω να γελούν
όταν ακούω πάλι να μιλούν
εγώ πάντα σωπαίνω.
Μα κάποτε που η κρύα σιωπή θα περιβρέχει τη γη
κάποτε που θα στερέψουν οι άσημες φλυαρίες
κι όλοι τους θα προσμένουνε σίγουρα τη φωνή
θʼ ανοίξω το στόμα μου
θα γεμίσουν οι κήποι με καταρράκτες
στις ίδιες βρώμικες αυλές τα οπλοστάσια
οι νέοι έξαλλοι θʼ ακολουθούν με στίχους χωρίς ύμνους
ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία.
Πάλι σας δίνω όραμα.
Η διαθήκη μου
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι
και λέει: καλά είμαι εδώ.
Αντισταθείτε σʼ αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι
και λέει: Δόξα σοι ο Θεός.
Αντισταθείτε
στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών
στον κοντό άνθρωπο του γραφείου
στην εταιρεία εισαγωγαί – εξαγωγαί
στην κρατική εκπαίδευση
στο φόρο
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε
σʼ αυτόν που χαιρετάει απʼ την εξέδρα ώρες
ατελείωτες τις παρελάσεις
σʼ αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει
έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν
σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σʼ όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι
στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε
στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες
σʼ όλα τʼ ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε
πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι
σʼ όλους που γράφουν λόγους για την εποχή
δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα
στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις
από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών
και διαβατηρίων
στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία
στα εργοστάσια πολεμικών υλών
σʼ αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια
στα θούρια
στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους
στους θεατές
στον άνεμο
σʼ όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς
στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας
ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ
αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την
Ελευθερία.
Και μια ενδιαφέρουσα ιστορία, γραμμένη από τον Θανάση Γκαϊφύλλια. "..Όταν ο Μιχάλης το 1953 έγραψε το ΚΑΤΑ ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΩΝ, έστειλε στο "ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΤΥΠΟ" ένα απο τα ποιήματα,τη ΔΙΑΘΗΚΗ ΜΟΥ προς δημοσίευση.Έπεσε πανικός.Στην προσπάθειά τους να τον απαξιώσουν,το δημοσίευσαν,αφού όμως πρώτα το λογόκριναν αγρίως.Το κουρέλιασαν. Αφαίρεσαν τις αναφορές για αντίσταση: -στην κρατική εκπαίδευση -στον φόρο -σ'αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες ατέλειωτες τις παρελάσεις -στον πρόεδρο του εφετείου -στις υπηρεσίες αλλοδαπών και διαβατηρίων -στις φοβερές σημαίες των κρατών -στη διπλωματία -στα εργοστάσια πολεμικών υλών -στα θούρια. Η οργισμένη απάντηση του ποιητή ήταν ένα συγκλονιστικό ποίημα, το ''Υστερόγαρφο''.
Υστερόγραφο
Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί
– καθώς διαβάστηκε –
ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο.
Πριν διαβαστεί
όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν
αλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.
Η διαθήκη μου για σένα και για σε
χρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα
από γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους.
Αλλάξανε φράσεις σημαντικές
ώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμο
εξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούς
τη νέα βουή στα δάση
τον άνεμο τον σκότωσαν –
τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασα
ποιος είναι αυτός που πνίγει.
Και συ λοιπόν
στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις
από φωνή
από τροφή
από άλογο
από σπίτι
στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου