Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Εμμάνουελ Καντ

Immanuel Kant ο φιλόσοφος του Διαφωτισμού

“Διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από την κατάσταση της πνευματικής αδυναμίας για την οποία είναι ο ίδιος υπαίτιος. Πνευματική αδυναμία σημαίνει ανικανότητα να χρησιμοποιήσει κανείς τη νόηση του χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου. Υπαίτιος είναι ο άνθρωπος, όταν ο λόγος της αδυναμίας δεν είναι η έλλειψη νοημοσύνης, αλλά η αναποφασιστικότητα και η δειλία να χρησιμοποιήσει τη νόηση του χωρίς τη καθοδήγηση ενός άλλου. Sepere aude! ΤΟΛΜΗΣΕ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΗΣΗΣ ΣΟΥ! Αυτό είναι το σύνθημα του Διαφωτισμού.

Ιμμάνουελ Καντ: «Η ηθική είναι το δόγμα που μας κάνει άξιους να ευτυχίσουμε»




Παρατσούκλιγνωστός και ως "Κάντιος"
Γέννηση22 Απριλίου 1724
Καίνιξμπεργκ Πρωσία (τότε)
Καλίνινγκραντ Ρωσία (σήμερα)
Θάνατος12 Φεβρουαρίου 1804 (79 ετών)
Καίνιξμπεργκ Πρωσία (τότε)
Καλίνινγκραντ Ρωσία (σήμερα)
“Το να σταματήσει ποτέ ο άνθρωπος να προβληματίζεται μεταφυσικά είναι τόσο απίθανο όσο το να σταματήσει ποτέ να αναπνέει επειδή η ατμόσφαιρα είναι μολυσμένη”

O μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος Immanuel Kant είναι ο φιλόσοφος του Διαφωτισμού που συνέδεσε πρώτος τον ορθολογισμό και τον εμπειρισμό τον 18ο αιώνα. Ξεκινώντας από την κριτική και την αμφισβήτηση της μεταφυσικής φιλοσοφίας έστρεψε το βλέμμα πέρα από την οντολογία, στην επιστημολογία. Το κέντρο για τον Καντ ήταν η Γνώση.

Γεννήθηκε στην πόλη Königsberg της Ανατολικής Πρωσίας το 1724. Ο Καντ σπούδασε μαθηματικά, θεολογία και φιλοσοφία από το 1740 μέχρι το 1746. Μπορούμε να διακρίνουμε γενικά δύο φάσεις στο έργο του, μέχρι τις αρχές του 1770 την προ-κριτική και από εκεί και πέρα την κριτική. Τα σημαντικότερα έργα του, ωστόσο, γράφτηκαν στην τελευταία περίοδο.

Η καντιανή κριτική φιλοσοφία θεμελιώνεται στη διάκριση της αισθητής και της νοητής γνώσης. Έτσι η γνώση μπορεί να συλληφθεί και σε παραστάσεις του εμπειρικού κόσμου. Το ζητούμενο είναι η αυτοκριτική της γνωστικής ικανότητας που συνοψίζεται στο ερώτημα “τι μπορώ να γνωρίζω;” Ο Καντ, λοιπόν απαντά με μια ιεράρχηση. Μπορούμε να γνωρίζουμε αρχικά με τις αισθήσεις, στη συνέχεια με τη διάνοια και τελικά με το νου.

O Goethe χαρακτήρισε τον Kant, όχι μόνο ως τον «αναμφίβολα σημαντικότερο των σύγχρονων φιλοσόφων» αλλά και εκείνον, του οποίου «η διδασκαλία αποδείχθηκε μακράς επιδράσεως και έχει εισχωρήσει βαθύτατα στο γερμανικό πολιτισμό». «Η φιλοσοφία του» συνεχίζει ο Goethe, «έχει επηρεάσει τους πάντες, ακόμα κι αν δεν τον έχουν διαβάσει»

Τα κυριότερα έργα του Immanuel Kant στην κριτική φιλοσοφία είναι: «Η κριτική του καθαρού λόγου» (1781), «Η κριτική του πρακτικού λόγου» (1788) και «Η κριτική της κρίσης» (1790).


Η σκέψη του Καντ (1724-1804) αποτελεί σημαντικό σταθμό στην ιστορία της νεότερης φιλοσοφίας όχι μόνο γιατί ολοκληρώνει την κριτική στροφή που εγκαινιάζει ο Descartes αλλά και γιατί σφραγίζει την πορεία ολόκληρης της μεταγενέστερης φιλοσοφίας, με την έννοια ότι αυτή βρίσκεται έκτοτε σε έναν μόνιμο κριτικό διάλογο μαζί της.
Η Κριτική του καθαρού λόγου (1781) είναι ίσως το σημαντικότερο κείμενο της νεότερης φιλοσοφίας. Στον πρόλογο της Κριτικής του ο Καντ υπόσχεται να βάλει τέρμα στην αέναη διαμάχη των μεταφυσικών συστημάτων και να φέρει την αιώνια ειρήνη στη φιλοσοφία. Προς τον σκοπό αυτόν ο λόγος πρέπει να αναλάβει το πιο επίπονο έργο, το έργο της αυτογνωσίας του, εγκαθιστώντας «ένα δικαστήριο που να του διασφαλίζει από τη μια μεριά τις νόμιμες διεκδικήσεις του αλλά και να του επιτρέπει να αποκρούει κάθε αβάσιμη αξίωσή του σύμφωνα με νόμους αιώνιους και ακίνητους». Ορίζοντας τους νόμους που διέπουν τον λόγο ο Καντ επιχειρεί να περιχαρακώσει το πεδίο ισχύος του έτσι ώστε να μπορούμε να αποφανθούμε οριστικά για τα όρια της χρήσης του. Μόνο έτσι η Μεταφυσική θα γίνει επιστήμη.
Στην Κριτική του ο φιλόσοφος συγκρίνει την αλλαγή στον τρόπο τού σκέπτεσθαι που εισάγει η υπερβατολογική φιλοσοφία του με την επανάσταση του Κοπέρνικου στην αστρονομία. Οπως ο Κοπέρνικος έκανε τον ήλιο να μένει ακίνητος και τη Γη να περιστρέφεται γύρω απ' αυτόν, έτσι και ο Καντ έκανε τον λόγο ακίνητο και τον κόσμο των πραγμάτων να περιστρέφεται γύρω του και να φωτίζεται από εκείνον. Το φως δηλαδή της γνώσης δεν εκπορεύεται από τα πράγματα, αλλά από τον λόγο. Αντίθετα συνεπώς με τη δογματική Μεταφυσική, που πρέσβευε ότι οι έννοιες πρέπει να ρυθμίζονται προς τα αντικείμενα, εκείνος τονίζει ότι τα αντικείμενα πρέπει να ρυθμίζονται προς τις έννοιες. Ανοίγει έτσι ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης. Τη θέση της δογματικής Μεταφυσικής παίρνει η κριτική του καθαρού λόγου, ή υπερβατολογική φιλοσοφία, η οποία εξετάζει τις αρχές της προεμπειρικής γνώσης. Οι αρχές αυτές είναι ο χώρος και ο χρόνος ως μορφές της καθαρής εποπτείας, οι καθαρές έννοιες (κατηγορίες) του νου και οι ρυθμιστικές ιδέες του λόγου (κόσμος, ψυχή, θεός). Αισθητικότητα δίχως νου;
Πολλοί θεωρούν ότι η ιστορία της φιλοσοφίας τέμνεται από μια διαχωριστική γραμμή το 1781, τη χρονιά της δημοσίευσης του πιο σημαντικού έργου του, της «Κριτικής του καθαρού λόγου». Υπάρχει ένα πριν και ένα μετά. Και μετά τίποτα πλέον δεν ήταν το ίδιο. Πράγματι, είμαστε όλοι λίγο ώς πολύ καντιανοί, ακόμα και αν δεν το αντιλαμβανόμαστε. Δεν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερη τιμή για ένα στοχαστή από το να έχουν επηρεαστεί όλοι από αυτόν χωρίς να το αντιλαμβάνονται.

Ποιος σκέφτεται πλέον σήμερα ότι ο κόσμος είναι μόνον ένας σωρός από αισθήσεις;

Κανείς, επειδή ο Καντ μας δίδαξε να στηρίζουμε σταθερά τον κόσμο πάνω σε στέρεες δομές: τον χρόνο, τον χώρο, την αιτιότητα, την κρίση που σταθμίζει την αλήθεια. Χωρίς αυτά τα στηρίγματα δεν θα μπορούσαμε ούτε να αποκτήσουμε εμπειρία του κόσμου, ούτε να τον σκεφτούμε, ούτε και να έχουμε συνείδηση του εαυτού μας.

«Δύο πράγματα γεμίζουν την ψυχή μου θαυμασμό κι’ ευλάβεια πάντοτε καινούργια και μεγάλη…ο έναστρος ουρανός παν’ από μένα κι’ ο ηθικός νόμος μέσα μου. Αυτά τα δύο πράγματα…τα βλέπω μπροστά μου και τα συνδέω άμεσα με τη συνείδηση της ύπαρξής μου. Το πρώτο αρχίζει απ’ τη θέση που κατέχω στον αισθητό εξωτερικό κόσμο….το δεύτερο αρχίζει απ’ το αόρατο εγώ μου, απ’ την προσωπικότητά μου, και με παρουσιάζει σ’ ένα κόσμο, όπου υπάρχει το αληθινό άπειρο κι’ όπου μόνο η διάνοια μπορεί να εισδύσει…».

Thomas_HobbesΟ γερμανός φιλόσοφος, διαχωρίζοντας τη θέση του από τον αγγλοσαξονικό εμπειρισμό και ωφελιμισμό, που στηρίχτηκε πάνω στο θεωρητικό σύστημα του Hobbes, υποστηρίζει ότι η έννοια του ηθικώς ορθού δεν μπορεί να έχει εμπειρικές καταβολές: οι ηθικές έννοιες είναι γνώσεις διανοητικές και δεν πηγάζουν από την εμπειρία, αλλά από την καθαρή νόηση.
Έτσι ανατρέπει τις βασικές αρχές των άγγλων ηθικών φιλοσόφων, καθώς αναζητά την πηγή των ηθικών αρχών όχι στη σφαίρα της εμπειρίας, αλλά στην περιοχή του λόγου. Ο άνθρωπος ως πράγμα καθαυτό είναι αυτόνομος, και μόνον ως προς τη βιολογική του διάσταση ετεροκαθορίζεται από τον φυσικό νόμο. Η ελευθερία του ανθρώπου συνίσταται στη δυνατότητα να υπερβεί την πίεση των εξωτερικών συνθηκών και να πράξει σύμφωνα με την καθαρή ιδέα του καθήκοντος. Εάν δεν υπάρχει ελευθερία, τότε η ηθική πράξη είναι αδύνατη, και ο άνθρωπος είναι έρμαιο των εγωιστικών και ωφελιμιστικών ροπών της ψυχής του.
Ο άνθρωπος, όπως υποστηρίζει ο Kant, πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με την επιταγή του δέοντος, απλώς και μόνον επειδή το επιβάλλει ο βαθύτερος καθαρός εαυτός του. Η καλή θέληση, προϊόν της ανθρώπινης λογικότητας, είναι η πηγή του καθήκοντος και καθορίζεται από τον ηθικό νόμο που ενυπάρχει σε κάθε έλλογο ον. Το καθήκον υποχρεώνει αφ’ εαυτού.
Ο Kant ορίζει τελικά την ηθική όχι ως επιστήμη των νόμων της φύσης, αλλά ως επιστήμη των νόμων της ελευθερίας (των νόμων δηλαδή της ηθικής θέλησης), και την ηθικότητα ως μία πάλη ανάμεσα στις επιταγές της συνείδησης και τις ορμές της αισθητικότητας.
«…Συμπερασματικά ο Kant διαχωρίζει ριζικά την ηθική από την ψυχολογία και τη μεταφυσική. Κριτήριο του ηθικού χαρακτήρα της πράξης θεωρεί το εσωτερικό φρόνημα, δηλαδή το σεβασμό στο καθήκον που υπαγορεύεται από τον ηθικό νόμο που είναι αξίωμα του πρακτικού λόγου και κατευθύνει την καθαρή θέληση, και όχι τα συναισθήματα, τις κλίσεις ή τον υπολογισμό. Πρόκειται για μια τυπική ηθική, “αντίστροφη” του ως τότε ηθικού στοχασμού, που άσκησε επίδραση στη Γερμανία και αλλού και το φιλοσοφικό ενδιαφέρον που προκαλεί παραμένει αμείωτο ως τις μέρες μας. Τη μεταφυσική και συνάμα κοινωνική διάσταση, που έδωσε ο J.G. Fichte στην ηθική του Kant, ανάγοντάς την σε μια θεωρία αυτοπραγμάτωσης και αυτοτελείωσης, την ανέπτυξε περαιτέρω ο F. Hegel (1770-1831), θεωρώντας την ηθικότητα μορφή αυτοπραγμάτωσης του απόλυτου πνεύματος….»
Πρέπει να αναφερθεί ότι ο Καντ παρακολουθούσε τις εξελίξεις της Γαλλικής Επαναστάσεως με διάθεση κατανοήσεως των αντιμετωπιζομένων δυσκολιών της επαναστατικής κυβερνήσεως. Δεν έπαψε να υποστηρίζει την υπόθεση της επαναστάσεως ακόμη και στη δεύτερη φάση της, στην εποχή της τρομοκρατίας των Ιακωβίνων. Ετσι γράφει στο δοκίμιο του: “Περί του συνήθους γνωμικού, μπορεί να ισχύει στην θεωρία, αλλά όχι στην πράξη“ (Über den Gemeinspruch: Das mag in der Theorie richtig sein…)(1793); “Και πάνω απ΄όλα εκείνο που μου φαίνεται πιο απίθανο είναι το ν’ απελπιστώ στ’ ότι αφορά την δίκαιη υπόθεση. Την αποτυχία αυτής της επαναστάσεως θα την θεωρούσα το μεγαλύτερο δυστύχημα του ανθρωπίνου γένους. Είναι ο πρώτος πρακτικός θρίαμβος της φιλοσοφίας, το πρώτο παράδειγμα μιας κυβερνητικής μορφής που βασίζεται σε συντονισμένο και συνεπές σύστημα”

Ο Καντ ήταν εναντίον της πανευρωπαϊκής αντεπαναστατικής αναμίξεως, που είχε ως συνέπεια πανικό, σπασμωδικές πράξεις και έκτροπα στη Γαλλία. Η δημοκρατία έπρεπε να υποστηριχθεί στα πρώτα της βήματα, η πολιτική θεωρία των Ιακωβίνων έχαιρε της συμπάθειας του, τα σφάλματα της επαναστατικής κυβέρνησης έπρεπε να στιγματίζονται μέσω της ελευθερίας του λόγου. Η Εθνοσυνέλευση ήταν τελικά η πραγματοποίηση της γενικής θελήσεως, και εάν οι 754 βουλευτές συν 28 από τις αποικίες δεν ήταν σε θέση να εξασφαλίσουν την σωστή πολιτική κρίση, ποιός επιτέλους θα ήταν σε θέση να κρίνει πολιτικά σωστά;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου