Η έκτη ωδή, οι ευχές, γράφτηκε το 1825, το έτος που η Ελλάδα με μια συμφωνία δέχθηκε επίσημα την αγγλική προστασία, και η οποία έμεινε έπειτα γνωστή ως «Πράξις Υποταγής»...
Ώδὴ ἔκτη, Αἱ εὐχαί
α´
Τῆς θαλάσσης καλήτερα
φουσκωμένα τὰ κύματα
῾νὰ πνίξουν τὴν πατρίδα μου
ὡσὰν ἀπελπισμένην,
ἔρημον βάρκαν.
β´
῾Στὴν στεριάν, ῾ς τὰ νησία
καλήτερα μίαν φλόγα
῾νὰ ἰδῶ παντοῦ χυμένην,
τρώγουσαν πόλεις, δάση,
λαοὺς καὶ ἐλπίδας.
γ´
Καλήτερα, καλήτερα
διασκορπισμένοι οἱ Ἕλληνες
῾νὰ τρέχωσι τὸν κόσμον,
μὲ ἐξαπλωμένην χεῖρα
ψωμοζητοῦντες·
δ´
Παρὰ προστάτας ῾νἄχωμεν.
Μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
πλούτη ἢ μεγάλα ὀνόματα,
μὲ ποτὲ δὲν ἐθάμβωσαν
σκήπτρων ἀκτῖνες.
ε´
Ἂν ὁπόταν πεθαίνῃ
πονηρὸς βασιλεὺς
ἔσβυν᾿ ἡ νύκτα ἕν᾿ ἄστρον,
ἤθελον μείνει ὀλίγα
οὐράνια φῶτα.
ς´
Τὸ χέρι ὁποὺ προσφέρετε
ὡς προστασίας σημεῖον
εἰς ξένον ἔθνος, ἔπνιξε
καὶ πνίγει τοὺς λαούς σας,
πάλαι, καὶ ἀκόμα.
ζ´
Πόσοι πατέρες δίδουσιν,
ὄχι ψωμί, φιλήματα
῾ς τὰ πεινασμένα τέκνα τους,
ἐν ᾧ λάμπουν ῾ς τὰ χείλη σας
χρυσὰ ποτήρια!
η´
Ὅταν ὑπὸ τὰ σκῆπτρά σας
νέους λαοὺς καλεῖτε,
νέους ἱδρῶτας θέλετε
ἐσεῖς διὰ ῾νὰ πληρώσητε
πλουσιοπαρόχως,
θ´
Τὰ ξίφη ὁποὺ φυλάγουσι
τὰ τρέμοντα βασίλειά σας,
τὰ ξίφη ὁποὺ τρομάζουσι
τὴν ἀρετήν, καὶ σφάζουσι
τοὺς λειτουργούς της.
ι´
Θέλετε θησαυροὺς
πολλοὺς διὰ ῾ναγοράσητε
κρότους χειρῶν καὶ ἐπαίνους,
καὶ τ᾿ ἄπιστον θυμίαμα
τῆς κολακείας.
ια´
Ἡμεῖς διὰ τὸν σταυρὸν
ἀνδρείως ὑπερμαχόμεθα
καὶ σεῖς ἐβοηθήσατε
κρυφὰ τοὺς πολεμοῦντας
σταυρὸν καὶ ἀλήθειαν.
ιβ´
Διὰ ῾νὰ θεμελιώσητε
τὴν τυραννίαν τιμᾶτε
τὸν σταυρὸν εἰς τὰς πόλεις σας,
καὶ αὐτὸν ἐπολεμήσατε
εἰς τὴν Ἑλλάδα.
ιγ´
Καὶ τώρα εἰς προστασίαν μας
τὰ χέρια σας ἁπλόνετε!
τραβήξετέ τα ὀπίσω·
βλέπει ὁ θεὸς καὶ ἀστράπτει
διὰ τοὺς πανούργους.
ιδ´
Ὅταν τὸ δένδρον νέον
ἐβασάνιζον οἱ ἄνεμοι,
τότε βοήθειαν ἤθελεν,
ἐνδυναμώθη τώρα
φθάνει ἡ ἰσχύς του.
ιε´
Τὸ ξίφος σφίγξατ᾿ Ἕλληνες -
τὰ ὀμμάτιά σας σηκώσατε -
ἰδού - εἰς τους οὐρανοὺς
προστάτης ὁ θεὸς
μόνος σας εἶναι.
ις´
Καὶ ἂν ὁ θεὸς καὶ τ᾿ ἄρματα
μᾶς λείψωσι, καλήτερα
πάλιν ῾νὰ χρεμετήσωσι
῾ς τὸν Κιθαιρῶνα Τούρκων
ἄγριαι φορᾶδες.
ιζ´
Παρά.... Αἴ, ὅσον εἶναι
τυφλὴ καὶ σκληροτέρα
ἡ τυραννίς, τοσοῦτον
ταχυτέρως ἀνοίγονται
σωτήριοι θύραι.
ιη´
Δὲν μὲ θαμβόνει πάθος
κανένα· ἐγὼ τὴν λύραν
κτυπάω, καὶ ὁλόρθος στέκομαι
σιμὰ εἰς τοῦ μνήματός μου
τ᾿ ἀνοικτὸν στόμα.
Ο
ποιητής, χωρίς πάθος κανένα, λέγει κάτι που ίσως σήμερα ακούγεται
παράλογο και ακραίο, ότι δηλαδή, καλλίτερα η Ελλάδα να καταστραφεί ή να
υποδουλωθεί πάλι με την σκληρή τυραννίδα των Τούρκων παρά να υποταχθεί σε
«προστάτες», σε βασιλιάδες πονηρούς και υποκριτές, που εκμεταλλεύονται
τα πεινασμένα τέκνα τους και τους λαούς, διότι...: «Ὅταν ὑπὸ τὰ
σκῆπτρά σας νέους λαοὺς καλεῖτε, νέους ἱδρῶτας θέλετε ἐσεῖς διὰ ῾νὰ
πληρώσητε πλουσιοπαρόχως, τὰ ξίφη ὁποὺ φυλάγουσι τὰ τρέμοντα βασίλειά σας»,
ξίφη που σφάζουν τους δικαίους και τους λειτουργούς της αρετής.
Λόγια σκληρά, αλλά ο Κάλβος δεν φοβάται ούτε τον θάνατο που μπορεί να του φέρουν, διότι δεν αντέχει να βλέπει την Ελλάδα να γίνεται παιχνίδι στα χέρια ηγεμόνων που διατείνονται ότι θέλουν να βοηθήσουν και να την προστατέψουν ( και μπορεί να την «προστατεύουν» ως ένα σημείο) αλλά στο τέλος την εκμεταλλεύονται για να εξασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα... Γιατί γνωρίζει ότι όταν ο εχθρός φανερώνεται ως εχθρός, και όσο σκληρή είναι η τυραννία του, τοσοῦτον ταχυτέρως ἀνοίγονται σωτήριοι θύραι....ενώ όταν ο εκμεταλλευτής φαίνεται ως φίλος και προστάτης η υποταγή θα είναι σχεδόν αδύνατον να ανατραπεί.
ΚΑΛΒΟΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΦΑΝΤΟΥΡΗ ΑΙ ΕΥΧΑΙ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου